Τις τελευταίες εβδομάδες, ο δημόσιος διάλογος στην Κύπρο για το μέλλον της αγοράς ηλεκτρισμού έχει γεμίσει με φωνές που προτείνουν να «παγώσουμε» τις τιμές του ρεύματος, όπως έκανε η Μάλτα. Υποστηρίζουν ότι η Κύπρος πρέπει να εγκαταλείψει τη μετάβαση στην ανταγωνιστική αγορά και να επιστρέψει σε ένα μοντέλο κρατικής τιμολόγησης και επιδότησης – ένα μοντέλο που, δήθεν, προστατεύει τον πολίτη. Μόνο που η περίπτωση της Μάλτας δεν αποτελεί “μοντέλο” ενεργειακής πολιτικής, αλλά προσωρινή παρέκκλιση από το ευρωπαϊκό δίκαιο, την οποία η χώρα έλαβε με ρητούς όρους και χρονικό περιορισμό (έως τις 5 Ιουλίου 2027).
Αυτό το αφήγημα είναι όχι απλώς λανθασμένο. Είναι επικίνδυνο, οικονομικά αβάσιμο και θεσμικά υπονομευτικό. Και όσοι το προτείνουν δημόσια, το κάνουν είτε αγνοώντας την πραγματικότητα, είτε χειρότερα εκμεταλλευόμενοι τη δύσκολη θέση των καταναλωτών για πολιτικό ή μικροοικονομικό όφελος.
Η Μάλτα, μια “λύση” εκτός ευρωπαϊκού πλαισίου με βαρύ δημοσιονομικό κόστος
Η Μάλτα πράγματι έχει κρατήσει τη λιανική τιμή ηλεκτρισμού σταθερή κάτω από τα 12 σεντ/kWh, επιδοτώντας τη διαφορά με κρατικό χρήμα. Όμως αυτή η πολιτική έχει οδηγήσει σε τεράστια δημοσιονομική πίεση και καταρρίπτεται πλέον από τους ίδιους τους θεσμούς που επιβλέπουν τα δημόσια οικονομικά της χώρας.
Σύμφωνα με την Έκθεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για τη Μάλτα (IMF Country Report No. 24/33, Δεκέμβριος 2023), η ενεργειακή πολιτική της κυβέρνησης θεωρείται προβληματική, διότι παραμορφώνει τα σήματα της αγοράς, αποθαρρύνει την εξοικονόμηση ενέργειας, αποτρέπει επενδύσεις σε πράσινη τεχνολογία και εμποδίζει την περιβαλλοντικά βιώσιμη ανάπτυξη. Το ΔΝΤ ζητά με σαφήνεια τη σταδιακή κατάργηση των καθολικών επιδοτήσεων.
Ακόμα πιο ξεκάθαρη είναι η θέση του Malta Fiscal Advisory Council (MFAC), το οποίο ασκεί έντονη πίεση στην κυβέρνηση να καταρτίσει στρατηγική εξόδου από το καθεστώς επιδότησης. Το Συμβούλιο επισημαίνει ότι η πολιτική αυτή προκαλεί σοβαρή επιβάρυνση στα δημόσια οικονομικά, αποθαρρύνει την ενεργειακή αποδοτικότητα και δεν συνάδει με τους περιβαλλοντικούς στόχους της χώρας. Εκτιμά δε ότι το κόστος των επιδοτήσεων ανέρχεται σε περίπου €320 εκατομμύρια ετησίως και χαρακτηρίζει το καθεστώς αυτό ως μη βιώσιμο. Σημειώνει δε ότι οι ενεργειακές επιδοτήσεις αποτελούν σημαντικό μέρος του δημοσιονομικού ελλείμματος της Μάλτας, συμβάλλοντας καθοριστικά στην επιδείνωση των δημόσιων οικονομικών και καθιστώντας το έλλειμμα ακόμη πιο δύσκολο να ελεγχθεί.
Το ίδιο το Εθνικό Πρόγραμμα Μεταρρυθμίσεων της Μάλτας για το 2024 επιβεβαιώνει ότι οι επιδοτήσεις συνεχίζονται, χωρίς όμως να υπάρχει σαφής στρατηγική απεξάρτησης. Αντί για μεταρρυθμίσεις, η κυβέρνηση της Μάλτας συνεχίζει μια πολιτική δημοσιονομικής καύσης για να διατηρήσει πρόσκαιρα χαμηλές τιμές, με κόστος το μέλλον. Διότι στο τέλος, οι επιδοτήσεις αυτές δεν “πληρώνονται” από το κράτος, αλλά επιστρέφουν στους ίδιους τους πολίτες: μέσω φόρων, μέσω αύξησης του δημόσιου χρέους και με περιορισμούς στις κοινωνικές δαπάνες. Το “φθηνό” ρεύμα πληρώνεται τελικά με άλλους τρόπους.
Και κάποιοι θέλουν να το φέρουμε εδώ;
Όσοι προτείνουν να εφαρμόσουμε το ίδιο μοντέλο στην Κύπρο, είτε δεν κατανοούν τις επιπτώσεις, είτε επιδιώκουν να εξυπηρετήσουν μικροπολιτικά αφηγήματα με «εύκολες» λύσεις που όμως μεταφέρουν το κόστος στις επόμενες γενιές. Η αλήθεια είναι απλή και στηρίζεται σε αριθμούς:
- Ετήσια κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας στην Κύπρο: 5,2 δισ. kWh
- Μέση τιμή λιανικής: €0,30/kWh
- Υποθετική τιμή τύπου Μάλτας: €0,12/kWh
- Διαφορά που θα πρέπει να καλυφθεί από κρατικό προϋπολογισμό: €0,18/kWh
Ο υπολογισμός είναι απλός:
5,2 δισ. kWh × €0,18 = €936 εκατομμύρια ετησίως
Με το ΑΕΠ της Κύπρου να ανέρχεται το 2024 σε €33,57 δισ., αυτό το μοντέλο επιδότησης θα κόστιζε περίπου 2,8% του ΑΕΠ – κάθε χρόνο. Χωρίς να λύνει κανένα διαρθρωτικό πρόβλημα. Χωρίς να επιβραβεύει την εξοικονόμηση. Χωρίς να οδηγεί σε πράσινη μετάβαση.
Η εύκολη ρητορική του λαϊκισμού
Η επίκληση της Μάλτας ως πρότυπο είναι παραπλανητική και, εν τέλει, προσβλητική για έναν λαό που έχει πληρώσει ακριβά τις στρεβλώσεις του παρελθόντος. Το ίδιο το ΔΝΤ και οι θεσμοί της Μάλτας κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου. Το να υπονοείται στην Κύπρο πως αυτή είναι η «ορθή εναλλακτική» απλώς δείχνει πόσο επιφανειακή είναι η συζήτηση γύρω από τις μεταρρυθμίσεις.
Ο κρατικός πατερναλισμός στο ρεύμα δεν είναι κοινωνική πολιτική. Είναι μηχανισμός στασιμότητας, τεχνολογικής καθυστέρησης και τελικά αντι-περιβαλλοντικός.
Η Κύπρος δεν μπορεί να αντιγράψει «έτοιμες λύσεις» που βασίζονται σε παρεκκλίσεις, δηλαδή προσωρινές εξαιρέσεις από το ευρωπαϊκό νομοθετικό πλαίσιο. Το ενεργειακό της σύστημα είναι θεμελιωδώς διαφορετικό: η Κύπρος δεν διαθέτει διασύνδεση και δεν έχει ακόμη πρόσβαση σε φυσικό αέριο. Η Μάλτα, αντίθετα, βασίζεται σε εισαγόμενο LNG και σε διασύνδεση με την Ιταλία. Πρόκειται για μια εντελώς διαφορετική ενεργειακή πραγματικότητα.
Η πραγματική λύση
Αντί για κρατικοποίηση της αγοράς και καθολικές επιδοτήσεις, η Κύπρος χρειάζεται:
- Ανταγωνισμό με διαφάνεια και ισχυρή ρυθμιστική εποπτεία
- Επενδύσεις σε αποθήκευση, ευελιξία και τεχνολογίες εξισορρόπησης
- Στοχευμένα κοινωνικά τιμολόγια για τους ευάλωτους
- Οριστική έξοδο από την εξάρτηση από το μαζούτ
- Ενίσχυση της εμπιστοσύνης μέσα από αξιοπιστία και θεσμική σοβαρότητα
Η ανταγωνιστική αγορά δεν απέτυχε, δεν ξεκίνησε καν. Όπως κάθε νέα αρχή, θα έχει προβλήματα και αδυναμίες. Αυτό που έχει σημασία είναι να της δώσουμε τον απαραίτητο χρόνο και να τη στηρίξουμε με σοβαρότητα. Όχι να την απορρίψουμε πριν καν εφαρμοστεί ή να ετοιμάζουμε από τώρα τα άλλοθι για το πρώτο εμπόδιο.
*Πρώην Ανώτερος Ερευνητής στον τομέα των Έξυπνων Δικτύων, στο Πανεπιστήμιο της Μελβούρνης και ερευνητής στην Électricité de France R&D στη Γαλλία