Σ’ αυτούς τους δαιμονικούς καιρούς, τους συντριπτικούς και καταστροφικούς, αυτούς του εωσφόρου, με όλο το κακό να περιπολεί στους δρόμους, με τις ανεωγμένες πύλες της κολάσεως, με τη σφαγή των αθώων, με τις εικόνες του θανάτου να εισέρχονται από παντού, σκέφτομαι τον λόγο της ειρήνης που καταθέτει και αναπέμπει η Ορθόδοξος Εκκλησία μας, συνεχίζοντας εκείνο το αναστάσιμο «Ειρήνη υμίν» του Κυρίου. Κι ακόμα εκείνο το «συ γαρ ει ο Βασιλεύς της ειρήνης και Σωτήρ των ψυχών ημών, και Σοι την δόξαν αναπέμπομεν, τω Πατρὶ και τω Υιώ και τω αγίω Πνεύματι, νυν και αεί» κ.λπ..

Στέκομαι, λοιπόν, σε εκείνα τα «Ειρηνικά», με τα οποία ξεκινά η Θεία Λειτουργία, ύστερα από το «Ευλογημένη η βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του αγίου Πνεύματος, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων», του ιερέως, με το οποίο εισερχόμεθα στον άλλο τόπο. Αυτόν της βασιλείας του Χριστού. Είναι η συνάντησή μας με την Τριαδική Θεότητα, προς την οποία θα αποθέσουμε ακολούθως τα θεία δώρα της Ευχαριστίας, ομολογούντες ή εκφωνούντες το «τα σα εκ των σων σοι προσφέρομεν κατά πάντα και διὰ πάντα.»

Επιστρέφω και αντιγράφω την είσοδό μας στη Θεία Λειτουργία, με τα «Ειρηνικά». Τις ευχές μας υπέρ της ειρήνης. Κι αυτό δεν είναι τυχαίο, σκέφτομαι. Μόνο εν ειρήνη μπορούμε να πλησιάσουμε τον Θεό:

«Διάκονος
Εν ειρήνη του Κυρίου δεηθώμεν.
Χορὸς
Κύριε, ελέησον.
Διάκονος
Υπέρ της άνωθεν ειρήνης και της σωτηρίας των ψυχών ημών, του Κυρίου δεηθώμεν.
Χορὸς
Κύριε, ελέησον.
Διάκονος
Υπέρ της ειρήνης του σύμπαντος κόσμου, ευσταθείας των αγίων του Θεού εκκλησιών και της των πάντων ενώσεως, του Κυρίου δεηθώμεν.
Χορὸς
Κύριε, ελέησον.» κ.λπ..

Τί ζητάμε από τον Κύριο κι από την Τριάδική Θεότητα, προσερχόμενοι και προσευχόμενοι εν ειρήνη;

Πρώτα ζητούμε την «άνωθεν ειρήνην» και μαζὶ «την σωτηρία των ψυχών ημών». Να, το ύψιστο ζητούμενο: η σωτηρία της ψυχής. «Τί γαρ ωφελήσει άνθρωπον, εάν κερδήσει τον κόσμον όλον και ζημιωθή την ψυχὴν αυτού; κλπ. μάς είπε ο Χριστός. Η ειρήνη, όμως, συνάπτεται με τα «άνω». Με τον άλλο τόπο, τον μυστικό. Είναι «άνωθεν ειρήνη.» Κι έπειτα ζητάμε «την ειρήνη του σύμπαντος κόσμου». Όχι μόνο την άνωθεν ειρήνη, λοιπόν, την μυστική, αλλά και την ειρήνη την κοσμική. Κι ακολούθως «την ευστάθεια», την σταθερότητα των αγίων του Θεού εκκλησιών. Και τέλος, αυτό που είναι εξόχως σημαντικό, «την των πάντων ένωσιν». Την ενότητα. Όπως ζήτησε ο Κύριος στην αρχιερατική προσευχή από τον Θεό Πατέρα: «Ίνα ώσιν εν.»

Η θεματική και το ζητούμενο της ειρήνης διαπερνά στη συνέχεια όλη τη Θεία Λειτουργία. Όλη την ευχαριστιακή σύναξη.

Σ’ αυτούς τους καιρούς του σπαραγμού και του χαλασμού ο λόγος της Ορθόδοξης Εκκλησίας του Χριστού προβάλλει ως λόγος παραμυθίας και τρυφερότητος και παρηγορίας. Γιατί ο Χριστός μας είναι Θεός της αγάπης. Όπως και η Εκκλησία Του.

Γι’ αυτό και το μένος και η λύσσα του εωσφόρου. Αυτά ζούμε εσχάτως. Πάλι τη σφαγή των νηπίων. Το αίμα και τον χαλασμό. Την φρίκη. Το «οφθαλμόν αντί οφθαλμού» κ.λπ.. Αυτό οι Εβραίοι. Μαζί και ο εωσφορικὸς πολιτισμός της Δύσεως. Ἕνας πολιτισμὸς όχι της αγάπης, αλλὰ του μίσους. Νά, ο δαιμονικὸς πολιτισμὸς του δυτικού τρόπου, που μας τον περιεγραψε άλλοτε στον «Μεγάλο Ιεροεξεταστὴ» ο Ντοστογιέφσκι. Μαζί, τέλος, είναι η λύσσα των ισλαμιστών. Έτσι τους είδαμε να εισέρχονται στην εκκλησία των Ορθοδόξων στην Δαμασκό, με το πέρας της Θείας Λειτουργίας και να σφάζουν, ακόμα μια φορά, τους αθώους Χριστιανούς. Τους μάρτυρες και πάλιν του αιώνος. Να, και πάλι οι πύλες της κολάσεως.

Όμως θυμίζω αυτό που είπε ο Κύριος στον απόστολο Πέτρο: «συ ει Πέτρος και επί ταύτῃ τη πέτρᾳ οικοδομήσω μου την εκκλησίαν, και πύλαι Άδου ου κατισχύσουσιν αυτής.» Αυτός είναι ο μυστικός τόπος της Εκκλησίας. Γιατί η εκκλησία του Χριστού είναι μέγεθος μυστικό. Παραπέμπει στην Ανάσταση. Γι’ αυτό και τελούμε όλοι στην αγκαλιά του Κυρίου μας. Αυτά εις παραμυθίαν και παρηγορίαν. Αυτά να σκεφτόμαστε και να μη φοβόμαστε στους καιρούς αυτούς της αγριότητος, με το κακό να έχει εισέλθει εντός των οικιών μας και μαζί στην ζωή μας.