Συμπληρώνονται πενήντα και ένα χρόνια από το προδοτικό πραξικόπημα της 15 ης Ιουλίου 1974. Για όσους έζησαν τα γεγονότα της αποφράδας εκείνης μέρας, νιώθουν βαρύ το «χάλκεον χέρι» να σφίγγει την καρδιά τους. Είναι η μέρα που η μνήμη «όπου και να την αγγίξεις πονείς». Ωστόσο, δεν ξεχνούμε πως σ’ εκείνη την τόσο μαύρη μέρα κάποια φωτεινά πρόσωπα και κάποια ξεχωριστά γεγονότα στάθηκαν όρθια μπροστά στη λαίλαπα του χουντικού πραξικοπήματος προβάλλοντας το ηθικό τους μεγαλείο, αμβλύνοντας το πόνο της συλλογικής μας μνήμης. Και διασώζοντας την ομαδική μας περηφάνεια.
Η 15η Ιουλίου είναι η αποφράδα ημέρα και η θλιβερή επέτειος στην οποία εκδηλώθηκαν ο παροξυσμός και η εξαλλοσύνη των αφρόνων και των αλλοτριωμένων συνειδήσεων. Ο χρόνος που πέρασε δεν απάλυνε τον πόνο και δεν έδιωξε τη φρίκη για το εγκληματικό πραξικόπημα που έφερε τον χαλασμό, που έκαψε την Κύπρο και την έριξε γυμνή και ανυπεράσπιστη στα δόντια του Αττίλα. Ο κυπριακός Ελληνισμός θυμάται με οδύνη τις ερπύστριες των τανκς που συνέθλιβαν τους αρμούς του κράτους, που κατέλυαν τους θεσμούς της Δημοκρατίας, που γκρέμιζαν τις πύλες των τειχών της πατρίδας.
Το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου 1974 που στόχευε στην εξόντωση του ηγέτη της Κύπρου Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ΄, κατέλυε το κράτος και άνοιγε διάπλατα τον δρόμο στην Τουρκία για να εισβάλει και να διχοτομήσει την Κύπρο. Η χούντα και τα πάνοπλα όργανά της στην Κύπρο διέπραξαν ότι ανήκουστο, φοβερό και εφιαλτικό θα μπορούσε να φανταστεί ένας Έλληνας. Ο Ελληνισμός της Κύπρου, στην κρίσιμη ώρα της εκδήλωσης του πραξικοπήματος, παροπλισμένος, ηθικά και υλικά, παραδόθηκε βορά στους λύκους. Ωστόσο, παρά τα προσωπεία που φόρεσε και τη βία που άσκησε, η χούντα δεν μπόρεσε να καθυποτάξει το φρόνημα, να ναρκώσει το πνεύμα, να διαφθείρει το ήθος και να ξεγελάσει το αλάθητο πολιτικό αισθητήριο των Ελλήνων της Κύπρου.
Πέρα από τη σιωπηρή αγανάκτηση και διαμαρτυρία της συντριπτικής πλειοψηφίας του λαού μας, πολλοί συμπατριώτες μας, άλλοι ένοπλοι και άλλοι άοπλοι πρόταξαν με τον δικό τους τρόπο γενναία αντίσταση στο πραξικόπημα της χούντας, στο Προεδρικό, στην Αρχιεπισκοπή, στην Πάφο και σε άλλα κάστρα της Αντίστασης, Πολλοί από αυτούς έπεσαν ηρωικά, υπερασπιζόμενοι την Ελευθερία και τη Δημοκρατία.
Ο Ελεύθερος Ραδιοσταθμός της Πάφου ύψωσε και άπλωσε στους αιθέρες τη φωνή της πληγωμένης, αλλά αγωνιζόμενης για Ελευθερία και Δημοκρατία, Κύπρου. Ήταν το δημιούργημα της αγάπης για την ελεύθερη ραδιοφωνία και της δαιμόνιας ευρεσιτεχνίας του αείμνηστου Νίκου Νικολαΐδη. Ήταν μια αποτελεσματική εχθρική ενέργεια την οποία δεν είχαν προβλέψει οι πραξικοπηματίες. Ήταν, επίσης, η δυνατότητα της λειτουργίας ενός άλλου ραδιοσταθμού ισχυρού που θα μπορούσε να αντιπαραταχτεί στο χουντοκρατούμενο ΡΙΚ, που διέδιδε σε όλο τον κόσμο τις ψευδολογίες του.
Μέσα από τα ραδιοκύματα του Σταθμού της Πάφου, το μήνυμα της αντίστασης ταξίδευε και έφτανε σε ολόκληρη την Κύπρο, περνούσε τις θάλασσες, τους κάμπους και τα βουνά, γινόταν γνωστό σε ξένους ραδιοσταθμούς μεγάλης εμβέλειας και αναμεταδινόταν σε ολόκληρο τον κόσμο. Έδωσε βήμα στον αείμνηστο Εθνάρχη να απευθύνει προς τον κυπριακό λαό το ιστορικό του προσκλητήριο για αντίσταση και αγώνα. Μέσα από την παλμώδη φωνή της ραγισμένης καρδιάς του Μακάριου, οι αντιστασιακοί αγωνιστές, που ήταν ενταγμένοι στην Ένωση Αγωνιστών Πάφου, κάτω από την ηγεσία του Αρχηγού της Μίκη Τεμπριώτη, άκουσαν τη φωνή και το προσκλητήριο της πληγωμένης πατρίδας, το αιώνιο αντιστασιακό προσκλητήριο της Ιστορίας και ανταποκρίθηκαν άμεσα.
Σήμερα, μισό αιώνα συν ένα έτος μετά τα γεγονότα εκείνα, εξακολουθούμε να υποφέρουμε από τα επακόλουθα του παρανοϊκού εκείνου πραξικοπήματος που έφερε στην Κύπρο, για δεύτερη φορά, τον τούρκο κατακτητή.
Το πνεύμα της αντίστασης του κόσμου της Πάφου, αλλά και της υπόλοιπης Κύπρου, που επικράτησε στις δύο εκείνες ιστορικές μέρες της 15ης και 16ης Ιουλίου 1974, εξακολουθεί να είναι και σήμερα το πιο ισχυρό όπλο που διαθέτουμε για για την αντιμετώπιση των τετελεσμένων της Άγκυρας.