Πρόσφατα είχα την ευκαιρία να δω μια συζήτηση που έγινε στην τηλεόραση στην οποία συμμετείχαν δύο πολιτικά πρόσωπα, ο κ. Χάρης Γεωργιάδης και η κ. Ειρήνη Χαραλαμπίδου. Το θέμα της συζήτησης ήταν η απόφαση απόλυσης του Γενικού Ελεγκτή. Δεν θα αναφερθώ για σκοπούς του άρθρου αυτού στην εν λόγω απόφαση. Αυτό το έκανα με άλλο άρθρο. Θα περιοριστώ και θα τονίσω τις απόψεις μου για τα λεγόμενα του κ. Χάρη Γεωργιάδη τα οποία με άφησαν άναυδο. Ως δικηγόρος με μεγάλη πείρα και με ιδιαίτερη ενασχόληση με τα ανθρώπινα δικαιώματα δεν μπορούσα να ανεχτώ τον τρόπο που ένας γνωστός πολιτευόμενος και πρώην Υπουργός εκφραζόταν σε σχέση με την δυνατότητα κριτικής των δικαστικών αποφάσεων. Έλεγε με στόμφο ότι προκειμένου για ένα Δικαστήριο που αποφάσισε ομόφωνα ένα θέμα δικαιοσύνης οφείλουμε να σεβαστούμε την απόφαση του εννοώντας ότι δεν μπορούμε να κάνουμε επίκριση της απόφασης και να αμφισβητούμε έντονα την ορθότητα της. Και διερωτήθηκα αν αυτός ο άνθρωπος ο οποίος ήταν και μέλος της κυβέρνησης είναι καλά μορφωμένος.

Είναι δυνατόν να μην διάβασε την έκταση της ελευθερίας του λόγου που είναι και μέσα στο Σύνταγμα, στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και είναι και πασίγνωστη; Μιλούσε με στόμφο και αφ’ υψηλού με παράξενη εμμονή επιμένοντας ότι ένα Δικαστήριο πρέπει να γίνεται σεβαστό για τις αποφάσεις του χωρίς αυτές να γίνονται αντικείμενο κριτικών επιθέσεων. Έβαζε δηλαδή τα Δικαστήρια υπεράνω έντονης κριτικής ή ίσως και απλής κριτικής και έλεγε μεταξύ άλλων ότι πρόκειται για το Ανώτατο Δικαστήριο και πρέπει να τυγχάνει η απόφασης του πλήρους σεβασμό. Εννοώντας με την λέξη «σεβασμός» ότι πρέπει να σκύβουμε σε μια απόφαση γιατί αυτό επιβάλλει η Δικαιοσύνη. Και αυτός ο άνθρωπος αναμενόταν να ήταν λόγω θέσεως ενήμερος για τις ανάγκες του κράτους δικαίου.

Δεν νομίζω ότι διαδραμάτισε τον ρόλο του σωστά. Το δικαίωμα κριτικής των αποφάσεων είναι από τις σπουδαίες πτυχές της ελευθερίας του λόγου. Αναφέρω απλώς τι είπε ο γνωστός Άγγλος Δικαστής Denning για ένα άρθρο που κατέκρινε τολμηρά απόφαση του. Μεταξύ άλλων είχε λεχθεί για την απόφαση ότι ο εν λόγω Δικαστής πάσχει από τυφλότητα, ότι η απόφαση του ήταν μη ρεαλιστική και λανθασμένη και ουσιαστικά ανεφάρμοστη και δεν μπορούν οι Δικαστές να κατηγορούν κανέναν γιατί δεν εφαρμόζει τον Νόμο που οι ίδιοι έκαναν ανεφάρμοστο με ερμηνείες του ήσαν παράδοξες. Γι’ αυτό το άρθρο ο εν λόγω Δικαστής είπε μεταξύ άλλων τα εξής «δεν θα χρησιμοποιήσουμε την δικαιοδοσία μας σαν μέσο να στηρίξουμε την αξιοπρέπεια μας. Αυτή πρέπει να στηρίζεται σε πιο σίγουρα θεμέλια.

Ούτε θα τη χρησιμοποιήσουμε για να καταπιέσουμε εκείνους που μιλούν εναντίον μας. Δεν φοβούμαστε την κριτική ούτε την απεχθανόμαστε. Επειδή υπάρχει κάτι πολύ πιο σπουδαίο στο θέμα αυτό. Και αυτό είναι η ίδια η ελευθερία του λόγου. Είναι το δικαίωμα κάθε ανθρώπου να σχολιάζει τις αποφάσεις, έστω και πολύ τολμηρά. Πρέπει να βασιστούμε στην συμπεριφορά μας μόνο για τη δικαίωση μας…Ο κ. Χώγκ επέκρινε το Δικαστήριο αλλά, κάνοντας το αυτό, ασκούσε το αναμφισβήτητο δικαίωμα του. Πρέπει να στηρίξουμε αυτό με όλη μας τη δύναμη». Δεν υπάρχει κανένας θεσμός που είναι ανέλεγκτος σε μια Δημοκρατία, ούτε κανένας είναι αλάθητος. Τα Δικαστήρια υπόκεινται στην κριτική όλων μας και αυτό νομίζω ότι εξέφρασε με τις απόψεις της και η κ. Ειρήνη Χαραλαμπίδου.

*Δικηγόρος