Υπάρχουν φορές που ένα όνομα δεν σημαίνει τίποτα πια. Όχι γιατί ξεχάστηκε, αλλά γιατί παραμορφώθηκε τόσο, που έγινε αγνώριστο. Κι αυτό πονάει περισσότερο από τη λήθη. Γιατί δεν είναι η σιωπή, είναι η παραχάραξη.

Η ΕΔΕΚ δεν ήταν ποτέ απλώς ένα κόμμα. Ήταν κίνημα, ήταν πάθος, ήταν το πολιτικό αποτύπωμα της Αντίστασης και της Αλληλεγγύης. Ήταν οι άνθρωποι που δεν δίστασαν να θυσιάσουν την ασφάλειά τους για να υπερασπιστούν το συλλογικό. Ήταν ο Γιατρός που παρέδωσε μια παράδοση αγώνα και ήθους. Ήταν ο Ομήρου που διατήρησε το κύρος και την αξιοπρέπεια της πολιτικής παρουσίας. Ήταν ο Δώρος που έπεσε όρθιος, χωρίς να προλάβει να συμβιβαστεί.

Σήμερα, όλα αυτά μοιάζουν με μακρινή ανάμνηση. Όχι επειδή άλλαξαν οι καιροί, αλλά επειδή άλλαξαν οι προτεραιότητες. Οι λέξεις έμειναν ίδιες – σοσιαλισμός, όραμα, αντίσταση – αλλά άδειασαν από το περιεχόμενό τους. Ο σοσιαλισμός έγινε σύνθημα σε αφίσες, η αγωνιστικότητα αφήγηση για τα μνημόσυνα, η πολιτική μια στείρα διαχείριση.

Η πραγματικότητα είναι αμείλικτη: από τέσσερις βουλευτές, η ΕΔΕΚ έμεινε με δύο. Δύο στελέχη αποχώρησαν, ο μέχρι πρότινος ηγέτης παραιτήθηκε, και το κόμμα βαδίζει με βεβαιότητα προς τον εκλογικό αφανισμό. Οι μετρήσεις δείχνουν ότι είναι πρακτικά αδύνατο να εξασφαλιστεί κοινοβουλευτική παρουσία. Αυτό δεν είναι απλώς αριθμητική μείωση· είναι η έμπρακτη απόδειξη της αποξένωσης από την κοινωνία.

Απέναντι σε αυτό το τοπίο, η σύγκριση με το παρελθόν είναι αδυσώπητη. Ο Λυσσαρίδης παρέδωσε μια παράδοση που μιλούσε για σοσιαλισμό ως καθημερινή πράξη, για αντίσταση ως βίωμα, για αλληλεγγύη ως στάση ζωής. Ο Ομήρου υπερασπίστηκε την πολιτική αξιοπρέπεια, έδωσε στο κόμμα την αίσθηση θεσμικής σοβαρότητας. Κι εμείς τι έχουμε σήμερα; Ένα κομματικό μηχανισμό που ασχολείται με εσωτερικές ισορροπίες, που αδυνατεί να πείσει, που έχει χάσει το πολιτικό του αποτύπωμα.

Η ΕΔΕΚ από φλόγα έγινε σκιά. Από κίνημα έγινε μηχανισμός. Από υπόσχεση κοινωνικής αλλαγής έγινε μια λέξη χωρίς ουσία. Δεν προδώσαμε τις ιδέες μας – προδώσαμε τη δέσμευση να τις κρατήσουμε ζωντανές. Και αυτό είναι χειρότερο από την απώλεια: είναι συνειδητή εγκατάλειψη.

Όμως η Ιστορία δεν ξεχνά. Και οι ιδέες δεν πεθαίνουν επειδή τις εγκαταλείπουν οι πολλοί. Μένουν ζωντανές όσο υπάρχει έστω ένας που τις υπερασπίζεται. Η ΕΔΕΚ δεν χάνεται επειδή την εγκατέλειψαν οι αριθμοί. Χάνεται επειδή κάποιοι συμβιβάστηκαν να τη δουν ως λογιστική εξίσωση.

Και γι’ αυτό, η υπενθύμιση είναι απαραίτητη: όταν οι φλόγες γίνονται στάχτη, δεν φταίνε πάντα οι άνεμοι. Μερικές φορές φταίει κι η εγκατάλειψη.