Η δολοφονία του Charlie Kirk από έναν 22χρονο λευκό άνδρα δεν συνιστά ένα τυχαίο περιστατικό βίας. Τουναντίον, εντάσσεται σε μια μακρά ιστορική ακολουθία όπου η πολιτική και η βία συνυπάρχουν και αλληλοτροφοδοτούνται. Από τον Abraham Lincoln και τον John F. Kennedy έως τον Martin Luther King και τον Malcolm X, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν αναπτύξει μια ιδιότυπη ανοχή απέναντι σε τέτοιου είδους εγκλήματα – έναν ιδιόμορφο «μυθριδατισμό» απέναντι στη βία, όπου οι πολιτικές δολοφονίες τείνουν να ενσωματώνονται ως στοιχείο του «πολιτικού παιχνιδιού».
Δεν είναι τυχαίο ότι οι ΗΠΑ εμφανίζουν συχνά τέτοια φαινόμενα. Έρευνες δείχνουν ότι 7 στους 10 που επιχείρησαν δολοφονία πολιτικών ήταν άνδρες, λευκοί, ηλικίας 18-45 ετών. Ο δράστης της δολοφονίας Kirk εμπίπτει πλήρως σε αυτό το προφίλ. Εντούτοις, το ουσιώδες δεν είναι το χρώμα ή η ηλικία του δράστη, αλλά το πώς η κοινωνία εκλαμβάνει τέτοιες πράξεις: όχι ως εκτροπή, αλλά σχεδόν ως αναπόσπαστο κομμάτι της πολιτικής ζωής, που αντί να προκαλεί συλλογικό σοκ, οδηγεί σε κυνισμό και απάθεια, σαν να επρόκειτο για ένα αναμενόμενο γεγονός: «άλλος ένας».
Η αμερικανική κοινωνία ζει εδώ και χρόνια υπό συνθήκες ενός «ακήρυκτου εμφυλίου». Από τη μία πλευρά βρίσκεται το «woke» στρατόπεδο, που καταγγέλλει θεσμοθετημένα προνόμια και συστημικό ρατσισμό, ενώ, από την άλλη, οι συντηρητικοί, που υπερασπίζονται την οικογένεια, την πίστη και τις παραδοσιακές αξίες. Ο Kirk υπήρξε εκπρόσωπος αυτής της «δεύτερης» Αμερικής. Με το κίνημά του, το Turning Point, διέσχισε τις Πολιτείες προκαλώντας τους αντιπάλους του με το σύνθημα «Prove me wrong».
Για τους επικριτές του υπήρξε σύμβολο μίσους, για τους υποστηρικτές του, φωνή κοινής λογικής. Υπό αυτό το πρίσμα, η δολοφονία του δεν μπορεί να ερμηνευθεί αποκλειστικά ως πράξη ενός «διαταραγμένου νέου». Είναι προϊόν ενός συστήματος που έχει εθιστεί στη βία, που έχει μάθει να δαιμονοποιεί τον πολιτικό αντίπαλο και που ολοένα περισσότερο υποκαθιστά τον διάλογο με τη βία.
Το κράτος δικαίου, ωστόσο, δεν μπορεί να λειτουργήσει σε περιβάλλον όπου η βία γίνεται αποδεκτή ως λύση. Δεν έχει σημασία αν το θύμα είναι «συντηρητικός» ή «προοδευτικός». Όταν η αξία της ανθρώπινης ζωής τίθεται υπό όρους και μετριέται με πολιτικό πρόσημο, τότε η ίδια η αρχή της ισότητας ενώπιον του νόμου καταρρέει. Σαν να υπονοείται ότι το έννομο αγαθό της ζωής είναι άξιο μεγαλύτερης ή μικρότερης προστασίας, αναλόγως της πολιτικής ταυτότητας του θύματος.
Εάν η ανθρώπινη ζωή απαξιωθεί στο όνομα της πολιτικής διαμάχης, τότε ο εμφύλιος δεν θα παραμένει «ακήρυκτος». Θα έχει λάβει πια επίσημη μορφή – με ό,τι αυτό συνεπάγεται…