Η Δημοκρατία, όπως τη γνωρίζουμε, βρίσκεται μπροστά σε μια από τις πιο ριζικές μεταμορφώσεις της ιστορίας της. Όπως άλλοτε η βιομηχανική επανάσταση άλλαξε τον τρόπο που εργαζόμαστε, έτσι και η ψηφιακή επανάσταση αλλάζει τον τρόπο που σκεφτόμαστε, ενημερωνόμαστε και αποφασίζουμε.
Το ερώτημα δεν είναι αν η Τεχνητή Νοημοσύνη (ΤΝ) θα επηρεάσει τη Δημοκρατία, αλλά πώς, και ποιος θα ελέγχει αυτή την επίδραση.
Στην παραδοσιακή δημοκρατία, η γνώση, η ενημέρωση και η κρίση ανήκαν στους πολίτες. Σήμερα, οι πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης, οι αλγόριθμοι προτάσεων και οι εφαρμογές ΤΝ καθορίζουν ποια πληροφορία θα δούμε, ποιον θα εμπιστευτούμε και, συχνά, ποιον θα ψηφίσουμε.
Η περίπτωση των εκλογών στις ΗΠΑ το 2016 με την υπόθεση Cambridge Analytica έδειξε πως τα δεδομένα των πολιτών μπορούν να γίνουν όπλο πολιτικής χειραγώγησης. Το ίδιο φαινόμενο απειλεί σήμερα και την Ευρώπη, με τη διάδοση των deepfakes, ψεύτικων βίντεο που παρουσιάζουν πολιτικούς να λένε πράγματα που ποτέ δεν είπαν.
Το αποτέλεσμα; Μια Δημοκρατία όπου η αλήθεια ανταγωνίζεται το ψέμα με άνισους όρους.
Και όταν η εμπιστοσύνη καταρρέει, ο πολίτης αποσύρεται, ο χώρος αυτός μένει κενός και τον καταλαμβάνει ο λαϊκισμός.
Ωστόσο, η Τεχνητή Νοημοσύνη δεν είναι μόνο απειλή, είναι και ευκαιρία.
Στην Εσθονία, για παράδειγμα, η ΤΝ χρησιμοποιείται ήδη για τη βελτίωση της διαφάνειας στη δημόσια διοίκηση. Ο πολίτης μπορεί να βλέπει ψηφιακά πότε και γιατί το κράτος έχει πρόσβαση στα δεδομένα του.
Στην Φινλανδία, η εκπαίδευση των πολιτών στην ΤΝ έχει ενταχθεί στο σχολικό πρόγραμμα, ώστε η κοινωνία να συμμετέχει συνειδητά στη νέα εποχή.
Η Δημοκρατία δεν μπορεί να μείνει θεατής. Οφείλει να αξιοποιήσει την ΤΝ για:
- πραγματική συμμετοχή των πολιτών στη λήψη αποφάσεων (π.χ. ηλεκτρονικές διαβουλεύσεις, ψηφιακές πλατφόρμες δημόσιου ελέγχου).
- ενίσχυση της λογοδοσίας (μέσω ανάλυσης δεδομένων για κρατικές δαπάνες, πολιτικές υποσχέσεις και διαφθορά),
- καταπολέμηση της παραπληροφόρησης, μέσω διασταύρωσης ειδήσεων με αξιόπιστες πηγές σε πραγματικό χρόνο.
Η Δημοκρατία του μέλλοντος δεν θα κριθεί από το ποιος έχει την πιο εξελιγμένη τεχνολογία, αλλά από το ποιος έχει την πιο ώριμη ηθική χρήση αυτής της τεχνολογίας.
Ο κανονισμός για την Τεχνητή Νοημοσύνη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (AI Act) αποτελεί ένα πρώτο βήμα προς ατή την κατεύθυνση, ορίζει αρχές διαφάνειας, προστασίας των δικαιωμάτων και απαγόρευσης πρακτικών μαζικής επιτήρησης.
Όμως ο νόμος από μόνος του δεν αρκεί. Αν οι πολίτες δεν εκπαιδευτούν να κατανοούν τη λειτουργία των αλγορίθμων, αν οι δημοσιογράφοι δεν γνωρίζουν να ελέγχουν τις πηγές τους και αν οι πολιτικοί συνεχίσουν να αναπαράγουν συνθήματα αντί επιχειρημάτων, τότε η Δημοκρατία θα μετατραπεί σε τεχνοκρατική ψευδαίσθηση συμμετοχής.
Η λογοδοσία δεν είναι απλώς μια θεσμική διαδικασία. Είναιμια κοινωνική συμφωνία εμπιστοσύνης.
Η νέα εποχή απαιτεί νέους θεσμούς που να μπορούν να ελέγχουν τη χρήση της τεχνητής νοημοσύνης στο δημόσιο βίο, ανεξάρτητες αρχές, διαφανείς αλγόριθμοι, δημόσια λογοδοσία για κάθε σύστημα που επηρεάζει αποφάσεις πολιτών.
Γιατί, όπως έλεγε ο Robert Dahl, η Δημοκρατία δεν είναι μόνο το δικαίωμα να ψηφίζεις, αλλά η ικανότητα να κατανοείς τι ψηφίζεις και ποιον εμπιστεύεσαι.
Και σε μια εποχή όπου οι αποφάσεις μπορεί να λαμβάνονται από «έξυπνα συστήματα», αυτή η ικανότητα είναι πιο πολύτιμη από ποτέ.
Η τεχνολογία εξελίσσεται πιο γρήγορα απ’ ό,τι οι θεσμοί μας μπορούν να προσαρμοστούν. Αν δεν επαναπροσδιορίσουμε τη σχέση μεταξύ Δημοκρατίας, πολιτικής και τεχνολογίας, κινδυνεύουμε να ζήσουμε σε ένα καθεστώς όπου η ελευθερία θα αντικατασταθεί από την ευκολία και η συμμετοχή από την παρακολούθηση.
Η Δημοκρατία του 21ου αιώνα θα είναι ψηφιακή, συμμετοχική και διαφανής, ή απλώς δεν θα είναι Δημοκρατία.