Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, ένας Αμερικανός δικηγόρος στρατολογείται για να υπερασπιστεί έναν Σοβιετικό κατάσκοπο που συνελήφθη και κατόπιν για να διαπραγματευτεί την ανταλλαγή του με τον Φράνσις Γκάρι Πάουερς, πιλότο κατασκοπικού αεροπλάνου τον οποίο κρατούν οι Σοβιετικοί.
Αυτό το παλιομοδίτικο κατασκοπευτικό δράμα παίζει ως κάτι ανάμεσα στο “Amistad”, το σινεμά του Φρανκ Κάπρα και μυθιστόρημα του Τζον Λε Καρέ. O μεγαλοδικηγόρος Τομ Χανκς καλείται από την αμερικανική κυβέρνηση να υπερασπιστεί έναν συλληφθέντα σοβιετικό κατάσκοπο (ο ολίγον τι creepy Μαρκ Ράιλανς που τίμπησε δικαίως το Όσκαρ β’ ανδρικού) στη δίκη του ώστε να φανεί προς τα έξω πόσο σπουδαίο σύστημα δικαιοσύνης έχουν οι ΗΠΑ. Το πρώτο μισό του φιλμ κινείται στα χνάρια του “To Kill a Mockingbird” και “Amistad”. Ο χαρακτήρας του Hanks πιστεύει στους νόμους, τη δικαιοσύνη και το αναφαίρετο δικαίωμα του οποιουδήποτε σε μια σωστή υπεράσπιση και δίκαιη δίκη ενώ όλοι γύρω του διψάνε για σοβιετικό αίμα. Πιστός στα ιδανικά του θα βρεθεί ο ίδιος (και η οικογένειά του) στο στόχαστρο όχι μόνο της κοινωνίας αλλά και του ίδιου του κράτους που τον προσέλαβε. Καταφέρνει να γλιτώσει τον κατάσκοπο από την ηλεκτρική καρέκλα και σε ένα περίεργο παιχνίδι της μοίρας, ένας Αμερικανός πιλότος καταρρίπτεται και συλλαμβάνεται στην ΕΣΣΔ. Οι δύο υπερδυνάμεις μιλάνε (κρυφά) για ανταλλαγή των κατασκόπων τους και μαντέψτε ποιος καλείται στο παγωμένο Βερολίνο (όπου χτιζόταν το τείχος) για να ηγηθεί των διαπραγματεύσεων. Εκεί η ταινία μας περνάει πίσω από το παραπέτασμα για γενναίες δόσεις πολιτικής ίντριγκας, παιχνιδιών εξουσίας, επικίνδυνων ακροβατισμών και αφόρητου σασπένς όπως μόνο ένας τιτανοτεράστιος σκηνοθέτης σαν τον Σπίλμπεργκ μπορεί να παράξει. Προσθέστε πλάνα-πίνακες, καυστικούς διαλόγους δια χειρός αδελφών Κοέν, ατμόσφαιρα τόσο πλούσια που την κόβεις με μαχαίρι, άψογη απεικόνιση της εποχής, εξαιρετικούς β’ ρόλους και τη σκηνή της τελικής ανταλλαγής στη γέφυρα κι έχουμε ακόμα μία χρυσή συνεργασία Σπίλμπεργκ – Χανκς φτιαγμένης αριστοτεχνικά για να αρέσει και στις πέτρες. Μ.Ν.
Αυτό το παλιομοδίτικο κατασκοπευτικό δράμα παίζει ως κάτι ανάμεσα στο “Amistad”, το σινεμά του Φρανκ Κάπρα και μυθιστόρημα του Τζον Λε Καρέ. O μεγαλοδικηγόρος Τομ Χανκς καλείται από την αμερικανική κυβέρνηση να υπερασπιστεί έναν συλληφθέντα σοβιετικό κατάσκοπο (ο ολίγον τι creepy Μαρκ Ράιλανς που τίμπησε δικαίως το Όσκαρ β’ ανδρικού) στη δίκη του ώστε να φανεί προς τα έξω πόσο σπουδαίο σύστημα δικαιοσύνης έχουν οι ΗΠΑ. Το πρώτο μισό του φιλμ κινείται στα χνάρια του “To Kill a Mockingbird” και “Amistad”. Ο χαρακτήρας του Hanks πιστεύει στους νόμους, τη δικαιοσύνη και το αναφαίρετο δικαίωμα του οποιουδήποτε σε μια σωστή υπεράσπιση και δίκαιη δίκη ενώ όλοι γύρω του διψάνε για σοβιετικό αίμα. Πιστός στα ιδανικά του θα βρεθεί ο ίδιος (και η οικογένειά του) στο στόχαστρο όχι μόνο της κοινωνίας αλλά και του ίδιου του κράτους που τον προσέλαβε. Καταφέρνει να γλιτώσει τον κατάσκοπο από την ηλεκτρική καρέκλα και σε ένα περίεργο παιχνίδι της μοίρας, ένας Αμερικανός πιλότος καταρρίπτεται και συλλαμβάνεται στην ΕΣΣΔ. Οι δύο υπερδυνάμεις μιλάνε (κρυφά) για ανταλλαγή των κατασκόπων τους και μαντέψτε ποιος καλείται στο παγωμένο Βερολίνο (όπου χτιζόταν το τείχος) για να ηγηθεί των διαπραγματεύσεων. Εκεί η ταινία μας περνάει πίσω από το παραπέτασμα για γενναίες δόσεις πολιτικής ίντριγκας, παιχνιδιών εξουσίας, επικίνδυνων ακροβατισμών και αφόρητου σασπένς όπως μόνο ένας τιτανοτεράστιος σκηνοθέτης σαν τον Σπίλμπεργκ μπορεί να παράξει. Προσθέστε πλάνα-πίνακες, καυστικούς διαλόγους δια χειρός αδελφών Κοέν, ατμόσφαιρα τόσο πλούσια που την κόβεις με μαχαίρι, άψογη απεικόνιση της εποχής, εξαιρετικούς β’ ρόλους και τη σκηνή της τελικής ανταλλαγής στη γέφυρα κι έχουμε ακόμα μία χρυσή συνεργασία Σπίλμπεργκ – Χανκς φτιαγμένης αριστοτεχνικά για να αρέσει και στις πέτρες. Μ.Ν.
9.15 ΜΜ ΡΙΚ ΕΝΑ
ΚΑΤΑΣΚΟΠΙΚΟ ΔΡΑΜΑ (ΗΠΑ – Γερμανία – Ινδία, 2015)
Σκηνοθεσία: Στίβεν Σπίλμπεργκ
Παίζουν: Τομ Χανκς, Έιμι Ράιαν, Μαρκ Ράιλανς, Σεμπάστιαν Κοχ
Διάρκεια: 142’
ΚΑΤΑΣΚΟΠΙΚΟ ΔΡΑΜΑ (ΗΠΑ – Γερμανία – Ινδία, 2015)
Σκηνοθεσία: Στίβεν Σπίλμπεργκ
Παίζουν: Τομ Χανκς, Έιμι Ράιαν, Μαρκ Ράιλανς, Σεμπάστιαν Κοχ
Διάρκεια: 142’