Επί της ουσίας το κείμενο που υιοθετήθηκε διευκρινίζει ότι το backstop θα είναι προσωρινό, αν και εφόσον χρειαστεί να χρησιμοποιηθεί, το ΗΒ θα έχει το δικαίωμα μονομερούς απόσυρσης από αυτό αν οι συνομιλίες για τη μελλοντική σχέση καταρρεύσουν και ο στόχος είναι να έχουν προηγηθεί εναλλακτικές ρυθμίσεις που να το καθιστούν άχρηστο στο πλαίσιο της μελλοντικής σχέσης, κατά τη μεταβατική περίοδο των δύο ετών μετά την 29η Μαρτίου. Η κοινή αυτή δήλωση δεν υποκαθιστά, ούτε αλλάζει το κείμενο της Συμφωνίας Αποχώρησης, αλλά αποτελεί μια νομικά δεσμευτική επεξηγηματική δήλωση.
Το νομικά δεσμευτικό κείμενο που συμφωνήθηκε αναφέρει τα εξής:
Στο κείμενο των διευκρινίσεων προβλέπεται σε σχέση με τον προσωρινό χαρακτήρα του backstop και την δυνατότητα μονομερούς κατάργησης:
«Η Ένωση και το Ηνωμένο Βασίλειο συμφωνούν ότι θα ήταν ασυμβίβαστη με τις υποχρεώσεις που υπέχουν δυνάμει του άρθρου 5 της συμφωνίας απόσυρσης και του άρθρου 2 παράγραφος 1 του πρωτοκόλλου, για κάθε ένα από τα συμβαλλόμενα μέρη να ενεργεί με στόχο την επ `άπειρον εφαρμογή του πρωτοκόλλου. Σε περίπτωση που η Ένωση ή το Ηνωμένο Βασίλειο θεωρούν ότι το άλλο μέρος ενεργούσε κατ `αυτόν τον τρόπο μετά την έναρξη ισχύος του πρωτοκόλλου, θα μπορούσε να κάνει χρήση του μηχανισμού επίλυσης διαφορών που κατοχυρώνεται στα άρθρα 167 έως 181 της συμφωνίας απόσυρσης».
«Εάν προκύψει διαφορά σχετικά με το άρθρο 5 της συμφωνίας απόσυρσης και το άρθρο 2 παράγραφος 1 του πρωτοκόλλου, η Ένωση και το Ηνωμένο Βασίλειο θα αρχίσουν αμέσως διαβουλεύσεις στο πλαίσιο της μεικτής επιτροπής. Θα προσπαθήσουν να επιλύσουν εγκαίρως τη διαφορά, με στόχο την επίτευξη αμοιβαία αποδεκτής λύσης. Προκειμένου να διευκολυνθεί η λύση αυτή, κάθε συμβαλλόμενο μέρος θα παράσχει γραπτή αιτιολογημένη αιτιολόγηση της αντίστοιχης θέσης του και θα απαντήσει εγγράφως στον άλλο».
«Στο πλαίσιο του μηχανισμού επίλυσης διαφορών, η απόφαση της ειδικής ομάδας διαιτησίας ότι ένα συμβαλλόμενο μέρος ενεργεί με στόχο την επ `άπειρον εφαρμογή του πρωτοκόλλου θα είναι δεσμευτική για την Ένωση και το Ηνωμένο Βασίλειο. Η συνεχής παράλειψη ενός μέρους να συμμορφωθεί με μια απόφαση και, συνεπώς, η συνεχής αποτυχία του εν λόγω μέρους να επανέλθει στην τήρηση των υποχρεώσεών του βάσει της συμφωνίας απόσυρσης μπορεί να οδηγήσει σε προσωρινές προσφυγές. Τελικά, το θιγόμενο μέρος θα έχει το δικαίωμα να εκδώσει μονομερή αναλογική αναστολή των υποχρεώσεών του βάσει της Συμφωνίας Ανάληψης (εκτός από το Μέρος Δύο), συμπεριλαμβανομένου του Πρωτοκόλλου. Η εν λόγω αναστολή μπορεί να παραμείνει εκτός εάν και μέχρις ότου ο παραβάτης λάβει τα αναγκαία μέτρα για να συμμορφωθεί με την απόφαση της ειδικής ομάδας διαιτησίας».
Κατά την κοινή διάσκεψη με την Τ.Μέι στο Στρασβούργο, ο Ζαν Κλωντ Γιούνκερ ξεκαθάρισε ότι η ΕΕ δίνει στο ΗΒ μια «δεύτερη ευκαιρία», αλλά «δεν θα υπάρξει τρίτη ευκαιρία», δεν θα υπάρξει «νέα εξήγηση επί των διευκρινίσεων» στην περίπτωση που το κοινοβούλιο δεν υπερψηφίσει τη Συμφωνία Αποχώρησης.
Σε συνέχεια της συνάντησης ο Πρόεδρος Γιούνκερ έστειλε στον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, μία «κοινή δήλωση που συμπληρώνει την Πολιτική Δήλωση (για τη μελλοντική σχέση)», σημειώνοντας ότι αυτό το κείμενο έχει συμφωνηθεί σε επίπεδο διαπραγματευτών, την πρωθυπουργό Μέι και τον ίδιο, αλλά και έχει τη συμφωνία του Πρωθυπουργού της Ιρλανδίας Λ.Βαράντκαρ.
«Προτείνω το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο να εγκρίνει αυτά τα έγγραφα κατά τη σύνοδό του στις 21-22 Μαρτίου, με την επιφύλαξη προηγούμενης θετικής ψηφοφορίας στη Βουλή των Κοινοτήτων σχετικά με τη Συμφωνία Απόσυρσης», δήλωσε ο Ζ.Κ.Γιούνκερ.
«Πιστεύω ότι είναι πλέον καιρός να ολοκληρώσουμε τη διαδικασία απόσυρσης σύμφωνα με τις επιθυμίες της κυβέρνησης του Ηνωμένου Βασιλείου και να προχωρήσουμε όσο το δυνατόν συντομότερα στις διαπραγματεύσεις για τη μελλοντική μας εταιρική σχέση», τόνισε.
«Τέλος, θα ήθελα να τονίσω ότι η απόσυρση του Ηνωμένου Βασιλείου πρέπει να ολοκληρωθεί πριν από τις ευρωπαϊκές εκλογές που θα λάβουν χώρα μεταξύ 23-26 Μαΐου του τρέχοντος έτους», ανέφερε ο Ζ.Κ.Γιούνκερ. «Εάν το Ηνωμένο Βασίλειο δεν έχει αποχωρήσει από την Ευρωπαϊκή Ένωση μέχρι τότε, θα είναι υποχρεωμένο από νομική άποψη να πραγματοποιήσει αυτές τις εκλογές, σύμφωνα με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις όλων των κρατών μελών όπως ορίζονται στις Συνθήκες»”, κατέληξε.
Τ. Μέι: Ώρα να στηρίξουμε τη βελτιωμένη συμφωνία του Brexit
Από την πλευρά της, η πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου δήλωσε κατά τη διάρκεια της κοινής συνέντευξης Τύπου με τον πρόεδρο της Κομισιόν, ότι εξασφαλίστηκαν νομικά δεσμευτικές διαβεβαιώσεις αναφορικά με το λεγόμενο «backstop», την ασφαλιστική δικλείδα για την αποφυγή συνόρων στην Ιρλανδία.
Αναφέρθηκε αρχικά σε συμφωνία επί κοινού ερμηνευτικού της Συμφωνίας Αποχώρησης «οργάνου», που ορίζει ότι η ΕΕ δεν έχει δικαίωμα να ενεργήσει με πρόθεση διατήρησης του Ηνωμένου Βασιλείου στο «backstop» επ´ αορίστω.
Σε αντίθετη περίπτωση, είπε η κα. Μέι, το Ηνωμένο Βασίλειο θα μπορεί να απευθυνθεί σε ανεξάρτητο διαιτητικό όργανο και σε περίπτωση επανειλημμένης παραβίασης από την πλευρά της ΕΕ να αναστείλει την ισχύ του «backstop».
Στη συνέχεια η Βρετανίδα πρωθυπουργός αναφέρθηκε σε συμφωνία επί κοινής δήλωσης σε σχέση με την πολιτική διακήρυξη για επίσπευση της διαδικασίας καθορισμού της μελλοντικής σχέσης Λονδίνου-Βρυξελλών.
Σημείωσε ότι οι δύο πλευρές δεσμεύονται για προσπάθεια κατάληξης σε εναλλακτικές του backstop διευθετήσεις έως το Δεκέμβριο του 2020.
Η κα Μέι ενημέρωσε επίσης ότι το Ηνωμένο Βασίλειο θα προβεί σε μονομερή δήλωση με την οποία θα τονίζει ότι διατηρεί το δικαίωμα αποχώρησης από το «backstop» εάν οι διαπραγματεύσεις με την ΕΕ επί της μελλοντικής σχέσης καταρρεύσουν και δεν υπάρχει προοπτική για συμφωνία.
Τέτοιου είδους μονομερείς δηλώσεις, εξήγησε, υποβάλλονται από χώρες παράλληλα με την κύρωση διεθνών συνθηκών.
Η πρωθυπουργός σημείωσε ότι πλέον ο γενικός εισαγγελέας Τζέφρι Κοξ θα αποφανθεί επί της νομικής ισχύος των αλλαγών που αφορούν το «backstop». Είπε επίσης ότι η αυριανή συνεδρίαση που θα καταλήξει σε ψηφοφορία για την τροποποιημένη συμφωνία θα ξεκινήσει με δική της ομιλία.
«Είναι ώρα να ενωθούμε, να στηρίξουμε αυτή τη βελτιωμένη συμφωνία και να υλοποιήσουμε την οδηγία του βρετανικού λαού», κατέληξε η κα Μέι απευθυνόμενη προς τους Βρετανούς βουλευτές.
Αντιδρώντας στις δηλώσεις Μέι, ο αρχηγός της βρετανικής αξιωματικής αντιπολίτευσης Τζέρεμι Κόρμπιν σχολίασε ότι η συμφωνία του Στρασβούργου «δεν περιέχει τίποτα που να προσεγγίζει τις αλλαγές που υποσχέθηκε στο κοινοβούλιο η Τερέζα Μέι» και για το λόγο αυτό η συμφωνία πρέπει να καταψηφιστεί ξανά.