*Toυ Γιώργου Καραμπελιά 

Σήμερα, εκατό χρόνια μετά την καταστροφή του 1922 συχνά υποτιμάται και συσκοτίζεται η επαναστατική διάσταση μιας περιόδου που αποτέλεσε τη συνέχεια και την ολοκλήρωση της Επανάστασης του 1821. Εάν η μακρά ελληνική εθνικοαπελευθερωτική επανάσταση διαρκεί σχεδόν ενάμιση αιώνα  –εγκαινιάζεται το 1821 και λήγει με την Κύπρο το 1974–, οι δύο αποφασιστικές στιγμές της βρίσκονται στην αρχή της περιόδου, από το 1821 έως το 1830 και από το 1909 έως το 1922. Με ζητούμενο πάντοτε την υλοποίηση της Μεγάλης Ιδέας του Ρήγα, της Φιλικής και του… Βενιζέλου: την απελευθέρωση από την οθωμανική κυριαρχία και τη δημιουργία ενός κράτους ικανού να στεγάσει τους Έλληνες στη μεγάλη τους πλειοψηφία. 

Δεν υπάρχει δε καμία αμφιβολία πως το βενιζελικό στρατόπεδο συσπείρωνε τις δυνάμεις του ελληνισμού της καθ’ ημάς Ανατολής και τις αντι-ολιγαρχικές επαναστατικές δυνάμεις του ελληνικού Βασιλείου, όπως αυτές εκφράστηκαν με την Επανάσταση του 1909. Στη σύμπτωσή τους με την Κρητική Επανάσταση και τον Ελευθέριο Βενιζέλο, οι δυνάμεις του «όλου ελληνισμού» έβλεπαν, στη συγκυρία της καθολικής κρίσης της οθωμανικής Αυτοκρατορίας, την ιστορική ευκαιρία της ολοκλήρωσης της Επανάστασης του 1821, της υλοποίησης της «Μεγάλης Ιδέας».

Η καταστροφή υπήρξε συνέπεια του διχασμού

Καθόλου συμπτωματικά δε, και στις δύο περιπτώσεις, και το ’21 και το 1922 το σημαντικότερο εμπόδιο στην υλοποίηση «τῆς μεγάλξης ταύτης ἰδέας» υπήρξε ο Εμφύλιος Πόλεμος που, στη δεύτερη περίπτωση ως «Διχασμός», εστράφη κυριολεκτικώς ενάντια στην Επανάσταση. 

Ο «Διχασμός» συνιστά εν τέλει τη σύγκρουση των επαναστατικών δυνάμεων που αναδείχθηκαν από την Επανάσταση του 1909, και εξέφραζαν το αίτημα του εσωτερικού εκσυγχρονισμού αλλά και ταυτόχρονα της εθνικής ολοκλήρωσης, με τις δυνάμεις της αντεπανάστασης –την ολιγαρχία με επίκεντρο το Παλάτι– οι οποίες αρνούνταν τον εσωτερικό κοινωνικό εκσυγχρονισμό και προ παντός την ανάγκη της εθνικής ολοκλήρωσης. Διότι τόσο ο εσωτερικός εκσυγχρονισμός –η ανάδειξη στο κοινωνικό προσκήνιο των παραγωγικών στρωμάτων της αστικής τάξης, των ακτημόνων αγροτών και των εργατών– όσο και η εθνική ολοκλήρωση, η οποία θα επέτρεπε την είσοδο του συνόλου ελληνισμού σε ένα νέο ελληνικό κράτος, θα σηματοδοτούσαν το οριστικό λυκόφως της παραδοσιακής ολιγαρχίας και της Μοναρχίας.

Ο Εθνικός Διχασμός του 1909-1922 υπήρξε συνέχεια και κορύφωση της διαμάχης «ελληνισμού»-«ελλαδισμού» που εξελισσόταν ήδη από το 1830, σχετικά με την πορεία και τον ρόλο του ελληνικού κράτους, και η οποία διατρέχει μέχρι σήμερα ολόκληρη την ελληνική ιστορία. Ο ελλαδισμός αντιστρατευόταν συστηματικά τις όποιες απελευθερωτικές κινήσεις, εμμένοντας διαχρονικά στα «κεκτημένα», όποια και αν ήταν αυτά. Για παράδειγμα, από το 1830 έως την ενσωμάτωση των Επτανήσων, το 1864, ανακήρυσσε την Ελλάδα ως το μεγαλύτερο ελληνικό κράτος της Ιστορίας (!) συγκρίνοντάς την με την έκταση της… αρχαίας Αθήνας. Όπως τόνιζε στη Βουλή ο Ελευθέριος Βενιζέλος το 1915, απευθυνόμενος στους πολιτικούς αντιπάλους του:

«Τότε ἔχετε πολιτικὴν μικροελλαδικήν, ἂς τὴν ὀνομάσω οὕτω καὶ τότε θὰ ἦτο καλύτερον νὰ ἐρωτήσωμεν τοὺς συνοίκους λαοὺς τὶ θέλουν νὰ τοὺς δώσωμεν… διὰ νὰ δυνηθῶμεν νὰ ζήσωμεν εἰς αὐτὸν τὸ Κρατίδιον ἄνευ περισπασμῶν»

Γι’ αυτό, τελικώς, και οι διεθνείς συμμαχίες τις οποίες συνήπταν τα δύο στρατόπεδα ήταν αντίστοιχες με τους εσωτερικούς προσανατολισμούς τους. Το επαναστατικό στρατόπεδο συμπαρατασσόταν με τις δυνάμεις της Αντάντ οι οποίες συγκρούονταν στα πολεμικά μέτωπα με τη Βουλγαρία και τους Οθωμανούς – και κατά τεκμήριο αποτελούσαν συμμάχους της Ελλάδας στο εθνικοαπελευθερωτικό της εγχείρημα. Η αντεπανάσταση συντασσόταν με τις κεντρικές Αυτοκρατορίες που συμμαχούσαν ακριβώς με τους αντιπάλους της Ελλάδας. 

Το 1922 συνεχίζεται

Πάντως, σήμερα τόσο οι ηγετικές ομάδες όσο και ο παρασιτικά επαναπαυμένος ελληνικός λαός αρχίζουν να συνειδητοποιούν πως δεν υπάρχει δυνατότητα να «ζήσουμε ήσυχοι στα σύνορά μας», διότι αυτά, εξ αιτίας του 1922, αμφισβητούνται. Αυτή η νέα, γεωπολιτική συνθήκη μας προτρέπει επιτακτικά να αναλογιστούμε τι πήγε στραβά, καθώς αντιμετωπίζουμε την ίδια απειλή και σήμερα. Διότι, αν ήταν μοιραία η Καταστροφή, μήπως θα είναι «μοιραία» και η συνέχειά της, στο ελληνοτουρκικό αιγαιακό continuum και στην Κύπρο; 

Μήπως ο ελληνισμός, μετά την απώλεια της οικουμενικής του διάστασης, προώρισται να απωλέσει και την ανεξαρτησία του έσχατου ενδιαιτήματός του στην Ελλάδα και την Κύπρο; Ο Χρυσόστομος Σμύρνης έβλεπε σωστά και μακριά τον Αύγουστο του 1922, όταν διακήρυττε πως «Ὁ Ἑλληνισμὸς τῆς Μ. Ἀσίας, τὸ Ἑλληνικὸν Κράτος, ἀλλὰ καὶ σύμπαν τὸ Ἑλληνικὸν Ἔθνος καταβαίνει πλέον εἰς τὸν Ἅδην, ἀπὸ τοῦ ὁποίου καμμία πλέον δύναμις δὲν θὰ δυνηθῇ νὰ τὸ ἀναβιβάσῃ καὶ τὸ σώσῃ»;

Και πάντως, η απώλεια της Σμύρνης κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για την Κύπρο, τα νησιά του Αιγαίου, τη Θράκη, για το ίδιο το ελλαδικό κράτος ως στοιχειωδώς ανεξάρτητο έθνος. Δηλαδή, η συζήτηση για το «1922», για τη γενοκτονία του μικρασιατικού ελληνισμού, δυστυχώς, δεν αφορά απλώς την «ιστορία». Το «1922» «δουλεύει» στη σημερινή πραγματικότητα, συνεχίζεται στην Κύπρο και το Αιγαίο, απειλεί τη Θράκη και τα νησιά, καθορίζει τους προσανατολισμούς της εσωτερικής και εξωτερικής μας πολιτικής, σφραγίζει καθοριστικά το μέλλον μας. Ή μήπως δεν αποτελεί εθνοκάθαρση και πολιτιστική γενοκτονία ο εξανδραποδισμός των 200.000 Ελλήνων της Βόρειας Κύπρου, των 150.000 Βορειοηπειρωτών, των «Ρωσοποντίων» και των Μαριοπουλιτών; 

Στην περιοχή μας, η ιστορία γράφεται με κεφαλαίο Ι – δεν είναι η «μικρή ιστορία» της σχετικά αμέριμνης καθημερινότητας της Δύσης, γράφεται με τα υλικά της μεγάλης κλίμακας. Στην Παλαιστίνη, στο Κοσσυφοπέδιο και τη Σερβία, στην Κύπρο, στη Συρία, στο Ιράκ, στην Αρμενία, στο Κουρδιστάν, την Ουκρανία. Αίμα, δάκρυα και εξανδραποδισμός, «εθνοκαθάρσεις» και γενοκτονίες, βρίσκονται στην ημερήσια διάταξη και γι’ αυτό η λήθη της ιστορίας, στις μεγάλες και «βαριές» της συνιστώσες, εγκυμονεί νέες καταστροφές. Το αντιθετικό δίπολο τουρκικός επεκτατισμός-ελληνική αντίσταση δεν θα εξαλειφθεί παρά μόνον εάν λείψει ο ένας από τους δύο όρους του, είτε σιγήσει κάποτε ο τουρκικός επεκτατισμός είτε εκλείψει κάθε απόπειρα αντίστασής μας.

Οι Εβραίοι, μετά το Ολοκαύτωμα, θα επιχειρήσουν να διασωθούν συμπυκνώνοντας την ιστορική και πνευματική τους διαδρομή στο κράτος του Ισραήλ. Εμείς, που δεν χρειάζεται να πάρουμε τη γη ενός άλλου λαού –των Παλαιστινίων–, θα μπορέσουμε άραγε να το πράξουμε; Στα εκατό χρόνια που πέρασαν, Παλαιο-ελλαδίτες και Μακεδόνες, Πόντιοι και Κρητικοί, Αρβανίτες και Βλάχοι, Μικρασιάτες και Επτανήσιοι, γίναμε ένα, ελλαδικοί. Μένει να γίνουμε, όλοι μαζί –και μαζί μας οι Κύπριοι, οι Βορειοηπειρώτες, οι έξω Έλληνες– και πάλι ελληνικοί. Η ιστορία δεν μας δίνει πλέον πολλά περιθώρια: στις επόμενες δεκαετίες, θα κριθεί εάν ο ελληνισμός μπορεί να έχει μια οποιαδήποτε προοπτική ή εάν αντίθετα θα συνεχίσει να ζει μόνο στις δέλτους της.

⦁    Απόσπασμα από το βιβλίο του Γιώργου Καραμπελιά «1909-1922 Επανάσταση και Αντεπανάσταση στην Ελλάδα»

Εκδηλώσεις σε Λευκωσία και Λεμεσό

Το νέο βιβλίο του Γ. Καραμπελιά «1909-1922 Επανάσταση και Αντεπανάσταση στην Ελλάδα» θα παρουσιαστεί από τις Εναλλακτικές Εκδόσεις και το βιβλιοπωλείο Το Έρμα, στις 17 και 18 Νοεμβρίου 2022 σε Λευκωσία και Λεμεσό. Ομιλητές στη Λευκωσία ο Πέτρος Παπαπολυβίου, ο Λάζαρος Μαύρος και ο συγγραφέας. Χαιρετισμός από τον Βάσο Φτωχόπουλο. (Στο βιβλιοπωλείο Το Έρμα, Έκτορος 43, στις 7 μ.μ.). Στη Λεμεσό την Παρασκευή 18 Νοεμβρίου στις 7μ.μ., ομιλητές Παύλος Μυλωνάς, Λάζαρος Μαύρος, Μιχάλης Σταυρή και ο συγγραφέας. (Στο Τεχνοδρόμιο, Κέντρο Λόγου & Τεχνών, Γρηγόρη Αυξεντίου 9).