Όταν ο Φίλιππος Τσιμπόγλου επισκέφθηκε τον περασμένο Νοέμβριο την αγαπημένη του Κύπρο, ως προσκεκλημένος σε συνέδριο με θέμα τις νέες τάσεις στον χώρο των βιβλιοθηκών, δεν μπορούσε να φανταστεί ότι θα ήταν η τελευταία του φορά.

Πάντως, εκτός από παλιούς φίλους, συνεργάτες και εκτιμητές, συνάντησε επίσημα, με την ιδιότητα του Γενικού Διευθυντή της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδας, αξιωματούχους της Κυπριακής Δημοκρατίας όπως τον Υφυπουργό Πολιτισμού και την Πρόεδρο της Βουλής. Όχι εθιμοτυπικά –παρόλο που η Αννίτα Δημητρίου ήταν φοιτήτρια στο Πανεπιστήμιο Κύπρου την εποχή που εκείνος ήταν Διευθυντής της Βιβλιοθήκης του- αλλά επειδή μέχρι το τέλος νοιαζόταν και αγωνιούσε για το περιβάλλον των κυπριακών βιβλιοθηκών.

Και πώς να μην αγωνιά, όταν είχε προσφέρει τόσο κόπο, χρόνο και φαιά ουσία επί 15 χρόνια για την έξοδο της Κύπρου από τον βιβλιοθηκονομικό μεσαίωνα. Αυτό μπορεί να ακούγεται υπερβολικό, αλλά όταν έφτασε στο νησί το 1999 οι πλείστες βιβλιοθήκες της Κύπρου, ακόμη και πανεπιστημιακές, δεν διέθεταν κάτι άλλο πέραν από τα γνωστά έντυπα «Μητρώα βιβλίων». Μεταμόρφωσε το πεδίο με την ανάπτυξη της ψηφιοποίησης, ένωσε όλες τις βιβλιοθήκες πρακτικά και θεσμικά, διέδωσε την έννοια της Ανοικτής Πρόσβασης. Και άνοιξε τον δρόμο για τη δημιουργία Κυπριακής Εθνικής Βιβλιοθήκης, τόσο ως μέλος της σχετικής Συμβουλευτικής Επιτροπής, όσο και αναλαμβάνοντας μαζί με τον βιβλιοθηκονόμο Ανδρέα Κ. Ανδρέου να εκπονήσουν το περιλάλητο «Στρατηγικό Σχέδιο Ανάπτυξης της Κυπριακής Βιβλιοθήκης 2010-2014».

Αυτό το τελευταίο του το ανέθεσε ο πρώην συνάδελφός του στο Πανεπιστήμιο Κύπρου, Υπουργός Παιδείας και Πολιτισμού Ανδρέας Δημητρίου. Πέντε χρόνια, μια κυβέρνηση και τρεις υπουργούς αργότερα, τον Μάρτιο του 2014, έτος -υποτίθεται- ολοκλήρωσης του Σχεδίου, αυτό αναρτήθηκε στο διαδίκτυο στη διάθεση κάθε ενδιαφερόμενου. Δεν είχε μέχρι τότε κουνηθεί ούτε φύλλο. Την ίδια ακριβώς εποχή, ο Φίλιππος Τσιμπόγλου πήρε των ομματιών του και επέστρεψε στην Ελλάδα για να αναλάβει τη γιγάντια πρόκληση της γενικής διεύθυνσης της Εθνικής Βιβλιοθήκης την εποχή της ιστορικής της μετεγκατάστασης από το Βαλλιάνειο στο υπερσύγχρονο κτήριό της στο ΚΠΙΣΝ.

Άλλα εννιά χρόνια, ακόμη μια κυβέρνηση (σχεδόν δύο), τρεις υπουργούς, αλλά κι έναν υφυπουργό αργότερα, ελάχιστα βήματα έγιναν για να περάσει το βιβλιοθηκονομικό περιβάλλον της Κύπρου «από την πραγματικότητα στο ιδεώδες, μέσω του εφικτού», όπως ήταν ο υπότιτλος της μελέτης. Το κύριο ερώτημα που έθετε ήταν αν ως κοινωνία αντέχουμε να ζούμε με μια Κυπριακή Βιβλιοθήκη που αποτελεί τη μοναδική αρνητική εξαίρεση στις 27 χώρες της ΕΕ, ενώ υπολείπεται ντροπιαστικά και από την κρατική βιβλιοθήκη της Ισλανδίας με το 1/3 του πληθυσμού της Κύπρου.

Πρώτο και αδιαπραγμάτευτο βήμα είναι η δημιουργία ενός νέου, αντάξιου κτηρίου για μόνιμη εγκατάσταση που θα εκτοξεύσει την ορθολογική λειτουργία της και θα αλλάξει αποφασιστικά το τοπίο στο νησί. «Οι ανά τον κόσμο κρατικές και εθνικές βιβλιοθήκες είθισται να στεγάζονται σε κτήρια μνημειώδη, εμβληματικά, ώστε επιπλέον να προϊδεάζουν αναλόγως για την εκτίμηση που έχει έκαστος λαός για την πνευματική του κληρονομιά και δημιουργία» σημείωνε. Η μελέτη Τσιμπόγλου- Ανδρέου επεσήμαινε ακόμη ότι η παρούσα κατάσταση στην Κυπριακή Βιβλιοθήκη είναι τόσο μελανή, που η συνέχισή της, θα μπορούσε σε περίπτωση λύσης του Κυπριακού να οδηγήσει ακόμη και σε απορρόφηση των λειτουργιών της από την τ/κ «κρατική» βιβλιοθήκη (!).

Είναι ανησυχητικό το γεγονός ότι ο απερχόμενος Πρόεδρος της Δημοκρατίας, στο κύκνειο κρεσέντο υποσχέσεων και εγκαινιασμών δεν περιέλαβε και τη νέα Κυπριακή Βιβλιοθήκη. Χάθηκε ο κόσμος να έκοβε ακόμη μια κορδέλα στον βρόντο, έτσι για το καλό; Τον περασμένο Σεπτέμβριο ο Γιάννης Τουμαζής, παρουσιάζοντας τις πολιτικές και τα έργα που έχουν τροχοδρομηθεί στον πολιτισμό, διαβεβαίωσε ότι εντός του 2023 θα γίνει η προκήρυξη του αρχιτεκτονικού διαγωνισμού για την ανέγερση σύγχρονου κτηρίου, στον χώρο στην περιοχή της Αρχιγραμματείας που έχει εγκριθεί. Πώς του ξέφυγε αυτό του Νίκαρου του Ψαλιδοχέρη;

Για να σοβαρευτούμε, δεν βλέπω πώς μπορεί να γίνει αυτό εντός του έτους όταν δεν έχει προχωρήσει καν η σχετική, εμπεριστατωμένη βιβλιοθηκονομική μελέτη. Δεν μιλάμε άλλωστε απλώς για τέσσερις τοίχους. Το ζητούμενο ουσιαστικά είναι η ομαλή μετάβαση από τον 20ό (επιεικώς) αιώνα στον 21ο, που προϋποθέτει προσεκτικό, επιστημονικά τεκμηριωμένο σχεδιασμό, αλλά και εκσυγχρονισμό του νομοθετικού πλαισίου. Αυτό θα μπορούσε να επιτευχθεί με μπούσουλα το Στρατηγικό Σχέδιο, κάτι που τέθηκε επί τάπητος στις πρόσφατες συναντήσεις του Τσιμπόγλου στην Κύπρο με τον Υφυπουργό Πολιτισμού και την Πρόεδρο της Βουλής. Μια αναθεώρηση- επικαιροποίηση του Σχεδίου στις συνθήκες και τα δεδομένα του 2023 είναι φυσικά απαραίτητη, έστω και με δεδομένη πια τη σκληρή πραγματικότητα της οριστικής απώλειας του καθοδηγητικού του πνεύματος. 

Όταν με χρόνια με καιρούς η Κύπρος πιει νερό από την πηγή του βιβλιοθηκονομικού εκσυγχρονισμού, θα του χρωστάει πολλά. Κάποια από τις αίθουσες της νέας Κυπριακής Βιβλιοθήκης θα έπρεπε να πάρει τιμητικά το όνομά του. Θα ήταν το ελάχιστο δείγμα αναγνώρισης της συμβολής του.

Ελεύθερα, 5.2.2023