Οι καρδιακές αρρυθμίες, δηλαδή οι διαταραχές στον φυσιολογικό ρυθμό της καρδιάς, αποτελούν ένα συχνό φαινόμενο που αφορά σημαντικό ποσοστό του πληθυσμού. Παρότι οι περισσότερες περιπτώσεις είναι καλοήθεις, ορισμένοι τύποι αρρυθμιών ενδέχεται να οδηγήσουν σε σοβαρές επιπλοκές, όπως το εγκεφαλικό επεισόδιο ή ακόμη και την καρδιακή ανακοπή, εφόσον δεν εντοπιστούν και αντιμετωπιστούν εγκαίρως.

Η καρδιά λειτουργεί με βάση ηλεκτρικά σήματα που παράγει η ίδια. Κάθε διαταραχή σε αυτόν τον μηχανισμό μπορεί να προκαλέσει αρρυθμία, η οποία διακρίνεται σε δύο βασικές κατηγορίες: τις βραδυαρρυθμίες (λιγότεροι από 50 παλμοί ανά λεπτό) και τις ταχυαρρυθμίες (πάνω από 100 παλμοί ανά λεπτό).

Πόσο συχνές είναι και ποια μορφή εμφανίζουν

Οι αρρυθμίες επηρεάζουν μεταξύ 1,5% και 5% του πληθυσμού, με μεγαλύτερη συχνότητα μετά την ηλικία των 30-40 ετών. Η πιο γνωστή και κοινή μορφή στους ενήλικες είναι η κολπική μαρμαρυγή, η οποία συνδέεται με αυξημένο καρδιοεγκεφαλικό κίνδυνο όταν παραμένει χωρίς θεραπεία.

Τα συμπτώματα που πρέπει να κινητοποιήσουν

Σε πολλές περιπτώσεις, οι αρρυθμίες δεν προκαλούν εμφανή συμπτώματα ή εκδηλώνονται με τρόπο που δεν είναι πάντα εύκολα αναγνωρίσιμος. Εντούτοις, ορισμένα σημεία μπορεί να λειτουργήσουν ως προειδοποιητικά μηνύματα. Μεταξύ αυτών:

  • Αίσθημα «φτερουγίσματος» ή παλμών στο στήθος
  • Πόνος ή σφίξιμο στο στήθος
  • Ζάλη ή επεισόδια λιποθυμίας
  • Δύσπνοια, ιδιαίτερα κατά την άσκηση ή σε κατάσταση ηρεμίας
  • Έντονη, ανεξήγητη κόπωση

Οι ειδικοί συστήνουν να ζητείται ιατρική συμβουλή όταν παρουσιαστούν τέτοια συμπτώματα, καθώς ενδέχεται να υποκρύπτεται σοβαρή διαταραχή του καρδιακού ρυθμού.

Πότε οι αρρυθμίες είναι επικίνδυνες

Η σοβαρότητα μιας αρρυθμίας εξαρτάται από το αν υπάρχει παράλληλη καρδιολογική πάθηση, όπως στεφανιαία νόσος, καρδιακή ανεπάρκεια, βαλβιδοπάθεια ή κληρονομικές διαταραχές του ηλεκτρικού συστήματος της καρδιάς. Σε απουσία τέτοιων παραγόντων, οι περισσότερες αρρυθμίες θεωρούνται καλοήθεις. Ωστόσο, ο τακτικός έλεγχος από καρδιολόγο είναι απαραίτητος για την έγκαιρη διάγνωση.

Πώς γίνεται η διάγνωση

Η διάγνωση μιας αρρυθμίας βασίζεται σε εξειδικευμένες εξετάσεις όπως:

  • Ηλεκτροκαρδιογράφημα (ΗΚΓ)
  • Υπερηχοκαρδιογράφημα (triplex)
  • Δοκιμασία κόπωσης
  • Καταγραφή μέσω Holter ρυθμού (24ωρη ή πολυήμερη παρακολούθηση)

Η χρήση φορητών συσκευών όπως τα smartwatches μπορεί να προσφέρει ενδείξεις, όμως δεν υποκαθιστά τη διάγνωση από επαγγελματία υγείας.

Θεραπευτικές επιλογές και τρόπος ζωής

Η θεραπεία ποικίλλει ανάλογα με τον τύπο και τη βαρύτητα της αρρυθμίας. Περιλαμβάνει:

  • Αντιαρρυθμικά φάρμακα για την αποκατάσταση ή έλεγχο του ρυθμού
  • Αντιπηκτική αγωγή σε περιπτώσεις κολπικής μαρμαρυγής ή πτερυγισμού
  • Θεραπεία υποκείμενων νοσημάτων (π.χ. υπέρταση, διαβήτης)
  • Τροποποίηση του τρόπου ζωής, όπως διακοπή καπνίσματος, μείωση άγχους, ισορροπημένη διατροφή και άσκηση
  • Επεμβατικές μεθόδους όπως η κατάλυση (ablation) ή η εμφύτευση βηματοδότη

Η πρόληψη και η σωστή διαχείριση των αρρυθμιών απαιτούν ολιστική προσέγγιση, ειδικά για άτομα με επιβαρυμένο οικογενειακό ιστορικό ή αθλητές υψηλής έντασης.

ygeiamou.gr