Η παράνομη επέμβαση στους κόφτες ταχύτητας φορτηγών και λεωφορείων απασχόλησε τη σημερινή Κοινοβουλευτική Επιτροπή Μεταφορών, με τις αρμόδιες Υπηρεσίες να επισημαίνουν ότι λόγω των συνεχών προβλημάτων που προκύπτουν, προωθούν αυτό το διάστημα αλλαγές στα συνεργεία ταχογράφων. Σημειώνεται, πως το μέγιστο όριο ταχύτητας για τα φορτηγά είναι τα 90 χιλιόμετρα και για τα λεωφορεία τα 100 χλμ, ωστόσο, όπως διαφάνηκε και από τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν σήμερα στη Βουλή, πολλοί δεν συμμορφώνονται με τη νομοθεσία. Το ζήτημα ενεγράφη από τους βουλευτές Χρίστο Ορφανίδη, Μαρίνο Μουσιούττα και Χρύσανθο Σαββίδη, μετά από παράπονα και καταγγελίες πολιτών για τις ταχύτητες που αναπτύσσουν οδηγοί λεωφορείων ή και φορτηγών, θέτοντας σε κίνδυνο τους εαυτούς τους, τους επιβάτες, αλλά και άλλους χρήστες του οδικού δικτύου.

Το Τμήμα Ηλεκτρομηχανολογικών Υπηρεσιών, το οποίο έχει την αρμοδιότητα στην έκδοση των καρτών ταχογράφου, στην αδειοδότηση των συνεργείων ταχογράφου και στον έλεγχο αυτών των συνεργείων, έχει προχωρήσει με αλλαγή των διοικητικών, τεχνικών και άλλων απαιτήσεων για τα συνεργεία, που είχαν εκδοθεί το 2005. Σύμφωνα με το Τμήμα, έγινε δημόσια διαβούλευση για τις προτεινόμενες αλλαγές, η οποία ολοκληρώθηκε περί τα τέλη Φεβρουαρίου. Τώρα θα γίνει επεξεργασία των σχολίων και στη συνέχεια θα προχωρήσει η εφαρμογή των αλλαγών, που έχουν ως στόχο να βελτιωθεί η ποιότητα και οι διαδικασίες των συνεργείων.

Αυτές περιλαμβάνουν την εξαγωγή φωτογραφιών με βιοσήμανση για να γίνονται οι επιθεωρήσεις εντός των συνεργείων (ένα από τα θέματα που προέκυψαν στο παρελθόν είναι ότι οι επιθεωρήσεις γίνονταν εκτός συνεργείων), τον καθορισμό βημάτων επιθεώρησης που θα ακολουθεί το κάθε συνεργείο και την εισαγωγή ελάχιστου χρόνου για να εκτελεστεί η εργασία. Σημειώνεται ότι για να υλοποιηθούν οι αλλαγές αυτές δεν χρειάζεται νομοθετική ρύθμιση, ενώ η εφαρμογή τους εκτιμάται πως θα ξεκινήσει μέχρι το τέλος του χρόνου.

Πόσες καταγγελίες έγιναν τα τελευταία χρόνια

Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε ενώπιον της Επιτροπής το Τμήμα Οδικών Μεταφορών, το οποίο έχει την ευθύνη του ελέγχου των οδηγών στους δρόμους, το 2023 έγιναν 50.000 έλεγχοι και 1100 καταγγελίες, από τις οποίες οι 260 αφορούσαν παραβάσεις σε σχέση με τους ταχογράφους. Το 2024 έγιναν 1600 καταγγελίες, με τον ίδιο αριθμό παραβάσεων για ταχογράφους, ενώ φέτος έγιναν 411 καταγγελίες, με τις 86 να αφορούν ταχογράφους. Οι καταγγελίες έχουν να κάνουν κυρίως τη σφραγίδα των ταχογράφων και αν αυτός έχει τεθεί σε λειτουργία.

Από την πλευρά της, η Αστυνομία σημείωσε ότι την περίοδο 2022-2024, το 1.8% των θανατηφόρων τροχαίων συγκρούσεων είχε εμπλεκόμενους οδηγούς φορτηγών. Σε ό,τι αφορά τους σοβαρούς τραυματισμούς από τροχαία ατυχήματα, το 0.6% αφορούσε οδηγούς φορτηγών, το 0.1% επιβάτες φορτηγών, το 0.1% οδηγούς λεωφορείων και το 0.3% επιβάτες λεωφορείων. Όπως αναφέρθηκε, το τελευταίο πολύνεκρο θανατηφόρο δυστύχημα με εμπλεκόμενο φορτηγό σημειώθηκε το 2000 στον δρόμο Πλατρών, το οποίο άφησε πίσω του επτά νεκρούς και 22 τραυματίες.

Διεργασίες για εισαγωγή διοικητικών προστίμων

Εκπρόσωπος του Υπουργείου Εργασίας ανέφερε ότι, τα τελευταία χρόνια, στις επιθεωρήσεις που διεξάγονται σε επιχειρήσεις – όπου ελέγχονται οι κάρτες των ταχογράφων και οι ώρες οδήγησης και ανάπαυσης των οδηγών – εντοπίστηκαν αρκετές χιλιάδες παραβιάσεις που αφορούν τη μη παροχή του ελάχιστου χρόνου εβδομαδιαίας ανάπαυσης, του ελάχιστου χρόνου ημερήσιας ανάπαυσης, την υπέρβαση των καθορισμένων ωρών οδήγησης και των καθορισμένων ωρών εργασίας. Διευκρίνισε, μάλιστα, ότι όπου παρατηρείται μη συνεργασία των επιχειρήσεων για συμμόρφωση, το Υπουργείο προχωρεί με ποινικές διώξεις, ενώ βρίσκεται σε επικοινωνία με τις εμπλεκόμενες υπηρεσίες, προκειμένου να διαφανεί εάν χρειάζεται τροποποίηση των νομοθεσιών για εισαγωγή διοικητικών προστίμων.

Αξίζει να σημειωθεί, πως σε κυκλοφορία εκτιμάται ότι βρίσκονται περίπου 3.000 λεωφορεία τα οποία απαιτείται να φέρουν ταχογράφο. Σε αυτά πρέπει να προστεθούν περισσότερα από 15.000 φορτηγά από 3,5 τόνους και άνω. Σύμφωνα με το Άρθρο 6Α του «περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κίνησης Νόμων (τροποποίηση από Ν.20(Ι)/2002)» προνοείται ποινή φυλάκισης μέχρι έναν χρόνο στους ιδιοκτήτες των οχημάτων, αν κατά τη διάρκεια οποιουδήποτε τεχνικού ελέγχου διαπιστωθεί επέμβαση στον κόφτη, με τρόπο που να μπορεί το όχημα να υπερβεί την καθορισμένη ταχύτητα. Με βάση την ίδια νομοθεσία προνοείται, επίσης, ποινή φυλάκισης ενός έτους στον οδηγό, αν οδηγεί πέραν της καθορισμένης ταχύτητας και γνωρίζει ότι έχει γίνει επέμβαση στη συσκευή.