Το Διοικητικό Δικαστήριο έβαλε φρένο σε μια περίπτωση τουρκοκυπριακού υποστατικού, το οποίο ενοικιαζόταν από τον Κηδεμόνα σε Κοινοτικό Συμβούλιο και αυτό το υπενοικίαζε σε ιδιώτη για χρήση περιπτέρου. Ενώ ο Κηδεμόνας αποφάσισε να προχωρήσει σε απευθείας ενοικίαση του υποστατικού στον ιδιώτη, τελικά άλλαξε γνώμη και το άφησε στο Συμβούλιο, αποκλείοντάς τον ιδιώτη από υποψήφιο ενοικιαστή.
Το Δικαστήριο ενώπιον του οποίου έφτασε η υπόθεση, επέκρινε τους χειρισμούς που έγιναν το 2014 για το εν λόγω ακίνητο, όπου ο Κηδεμόνας τ/κ περιουσιών αποφάσισε να πάρει πίσω το ακίνητο από το Κοινοτικό Συμβούλιο Βορόκλινης και να το ενοικιάζει ο ίδιος, ωστόσο, μετά από παρέμβαση του Συμβουλίου, η απόφαση άλλαξε και επέστρεψαν στο προηγούμενο καθεστώς.
Ο δικαστής έκρινε ότι δεν μπορεί να ασκήσει δικαστικό έλεγχο αφού δεν γνωρίζει τους λόγους που οδήγησαν στην αλλαγή στάσης του Κηδεμόνα, ούτε και τέθηκαν υπόψη του τα πρακτικά συνεδρίας του Κοινοτικού Συμβουλίου που οδήγησαν στην αλλαγή στάσης του Κηδεμόνα.
Όπως αναφέρεται σε απόφαση του δικαστή Φίλιππου Κωμοδρόμου, το 2010 υπεγράφη σύμβαση ενοικίασης μεταξύ του Κοινοτικού Συμβουλίου Βορόκληνης και του αιτητή, πρόσφυγα από την Άχνα, για εκμίσθωση τουριστικού περιπτέρου και εξοπλισμό με ισχύ τρία χρόνια και ως μηνιαίο ενοίκιο συμφωνήθηκε το ποσό των €5.150. Το 2013 το ενοίκιο μειώθηκε στις €4.000 μετά από αίτημα του ενοικιαστή, ενώ στη συνέχεια προέκυψαν προβλήματα με την καταβολή του ενοικίου και το Κοινοτικό Συμβούλιο τον Φεβρουάριο του 2014 του ζήτησε να εγκαταλείψει το υποστατικό.
Ο αιτητής αποτάθηκε στον Κηδεμόνα (τον τότε υπουργό Εσωτερικών) και ζητούσε μείωση ενοικίου και να ενοικιαστεί σε αυτόν το υποστατικό. Ο Κηδεμόνας με επιστολή του στον αναπληρωτή Έπαρχο Λάρνακας ημ. 6/2/2014 γνωστοποιούσε τον τερματισμό της σύμβασης ενοικίασης του υποστατικού προς το Κοινοτικό Συμβούλιο Βορόκλινης και όπως συναφθεί απευθείας συμβόλαιο μεταξύ του αιτητή και του Κηδεμόνα με ενοίκιο €3.000 μηνιαίως.
Ωστόσο, όλα ανατράπηκαν αφού τελικά, μετά τη συνάντηση που είχε με το Κοινοτικό Συμβούλιο, στις 14.3.2014, ο Κηδεμόνας αποφάσισε όπως, από 1.4.2014, υπογραφεί νέα σύμβαση μίσθωσης με το Κοινοτικό Συμβούλιο, η οποία θα ήταν πενταετής με μηναίο ενοίκιο €850 και δικαίωμα υπεκμίσθωσης του περιπτέρου μόνο σε εκτοπισμένο. Συνακόλουθα, οι καθ’ ων η αίτηση προχώρησαν στη συνομολόγηση νέας σύμβασης μίσθωσης με το Κοινοτικό Συμβούλιο, με ημερομηνία έναρξης την 1.4.2014.
Ο αιτητής μέσω του δικηγόρου του Δ. Νικολεττόπουλου αντέδρασε και κατέθεσε προσφυγή κατά της απόφασης του Κηδεμόνα τ/κ περιουσιών. Μάλιστα, σε επιστολή του διαμαρτυρήθηκε γιατί ενώ το υποστατικό ενοικιαζόταν από τον Κηδεμόνα προς το Κοινοτικό Συμβούλιο προς £200 το 1988, τελικά αυτό το υπενοικίαζε προς €5.150 και τόνιζε πως σύμφωνα με τον νόμο, μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις δημοσίου συμφέροντος μπορεί ο Κηδεμόνας να ενοικιάζει τ/κ περιουσία σε αρχές τοπικής διοίκησης.
Σύμφωνα με το Δικαστήριο, κατά πάγια νομολογία, η μεταβολή τακτικής της Διοίκησης χρήζει ειδικής αιτιολογίας, ιδίως όταν είναι δυσμενής για το διοικούμενο. «Εν προκειμένω, αναφέρει, πέραν την γενικής αναφοράς σε «νέα στοιχεία» που τέθηκαν ενώπιον τους, καμία αιτιολογία δεν δίδεται από τους καθ’ ων η αίτηση και δεν αποκαλύπτεται το σκεπτικό για το λόγο αλλαγής της αρχικής στάσης τους».
Επιπρόσθετα δε, η διαπιστωθείσα έλλειψη και το κενό αιτιολογίας επιτείνονται από την ανυπαρξία και/ή απουσία πρακτικού της συνεδρίας ημερομηνίας 14.3.2014 και η οποία, ως προκύπτει από την επιστολή του Κηδεμόνα ημερομηνία 27.3.2014, φαίνεται ότι διαδραμάτισε ουσιώδη ρόλο στην αλλαγή στάσης του Κηδεμόνα, εφόσον, όπως ρητά αναφέρεται και στην επιστολή του Υπουργείου Εσωτερικών προς τον Αν. Έπαρχο, ημερομηνίας 27.3.2014, η αλλαγή στη στάση του Κηδεμόνα και η απόφαση για σύναψη νέας σύμβασης με το Κοινοτικό Συμβούλιο, επήλθαν μετά και από τη συνάντηση με το Κοινοτικό Συμβούλιο, στις 14.3.2014. «Ουδείς γνωρίζει τι ελέχθη στην εν λόγω συνάντηση και πώς τα όσα διημείφθησαν συνέβαλαν στην αλλαγή στάσης της Διοίκησης και στη λήψη της επίδικης απόφασης. Με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο δικαστικός έλεγχος που είναι και το ζητούμενο», αναφέρει το Δικαστήριο που ακύρωσε την επίδικη απόφαση.