Ήρθε στην Κύπρο το 2019 από την Τυνησία και εννιά ημέρες αργότερα τέλεσε γάμο με Κύπρια. Από ελέγχους κρατικών υπηρεσιών διαπιστώθηκε ότι τα παιδιά της συζύγου δεν γνώριζαν για τον γάμο της, ενώ διαφάνηκε ότι μάλλον συγκατοικούσαν παρά να είναι σύζυγοι.
Ο γάμος του κρίθηκε ως εικονικός από το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης απόφαση που τους κοινοποιήθηκε με επιστολή ημερομηνίας 7.11.2022. Κατά της απόφασης αυτής και οι δύο επηρεαζόμενοι καταχώρησαν προσφυγή υποστηρίζοντας ότι δεν διενεργήθηκε εκ μέρους του Τμήματος η δέουσα έρευνα αναφορικά με τη γνησιότητα του γάμου τους. Σύμφωνα με την επιχειρηματολογία του δικηγόρου τους, δεν εξετάστηκαν επαρκώς τα γεγονότα που περιβάλλουν τον γάμο των αιτητών, ενώ δεν λήφθηκαν υπόψη και/ή αγνοήθηκαν οι προσωπικές περιστάσεις και/ή η συμπεριφορά του ζεύγους, πριν και μετά τη σύναψή του γάμου τους, ο οποίος, σε κάθε περίπτωση, είναι γνήσιος και πραγματικός.
Kατά με τα γεγονότα της υπόθεσης όπως καταγράφονται στην απόφαση, ο αιτητής είναι υπήκοος Τυνησίας, ο οποίος αφίχθηκε στην Κυπριακή Δημοκρατία στις 18.2.2019 και λίγες μέρες αργότερα, στις 27.2.2019, αυτός τέλεσε πολιτικό γάμο με την αιτήτρια, η οποία είναι Κύπρια υπήκοος, σε Δημαρχείο στη Λεμεσό.
Σύμφωνα με σχετικό σημείωμα ημερομηνίας 18.10.2020 η Υπηρεσία Αλλοδαπών και Μετανάστευσης (ΥΑΜ) Λεμεσού διενήργησε δυο ελέγχους στη δηλωθείσα διεύθυνση του ζεύγους, στις 25.8.2020 και 28.9.2020, αναφορικά με τη γνησιότητα του γάμου τους, από τους οποίους, μεταξύ άλλων, διαπιστώθηκε ότι τα παιδιά της αιτήτριας δεν γνώριζαν για τον γάμο της με τον αιτητή, «κάτι το οποίο παρέλειψε να αναφέρει στον προηγούμενο έλεγχο».
Ακολούθως, σύμφωνα με νέο Σημείωμα της ΥΑΜ Λεμεσού, ημ. 24.7.2022, διενεργήθηκε νέος έλεγχος στις 14.7.2022, αναφορικά με τη γνησιότητα και βιωσιμότητα του γάμου του ζεύγους, στη δηλωθείσα διεύθυνση διαμονής τους, από την οποία διαπιστώθηκε ότι ο αιτητής διαμένει στην οικία μαζί με την αιτήτρια, «όχι όμως κάτω από συνθήκες ως σύζυγος της Κύπριας, αλλά ως μιας απλής συγκατοίκησης». Μάλιστα όπως καταγράφεται και οι δύο είχαν πέσει σε αντιφάσεις στο κατά πόσον ο γάμος τους ήταν αρμονικός.
Τελικά στις 14.10.2022, ο γάμος κρίθηκε εικονικός από την Διευθύντρια του Τμήματος, η οποία ενέκρινε την σύσταση της Συμβουλευτικής Επιτροπής για τους Εικονικούς γάμους, σε σχέση με τον γάμο του αιτητή με την αιτήτρια, ως η σύσταση αυτή είχε διαμορφωθεί, ότι δηλαδή «υπάρχουν επαρκή στοιχεία που τείνουν να καταδείξουν ότι ο γάμος είναι εικονικός».
Το Δικαστήριο αφού άκουσε όλες τις απόψεις έκρινε εύλογη και αιτιολογημένη τη διαπίστωση ότι επρόκειτο για εικονικό γάμο. Τεκμαίρεται δε ότι τα στοιχεία τα οποία τέθηκαν ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής ήσαν όλα εκείνα που αφορούσαν τις σχέσεις του ζεύγους, τις αστυνομικές έρευνες και εκθέσεις, καθώς και τις δηλώσεις και/ή πληροφορίες που είχαν δοθεί.
Σύμφωνα με τον δικαστή Φίλιππο Κωμοδρόμο, είναι επιτρεπτή η διερεύνηση κατά χρονικά διαστήματα της γνησιότητας του γάμου που, βεβαίως, άπτεται μεν προσωπικού θεσμού, αλλά όπου συνδέεται ο γάμος με στοιχεία που εκ πρώτης όψεως παρουσιάζονται ύποπτα ή προβληματικά, όπως ότι ο γάμος γίνεται για να δοθεί άδεια παραμονής σε υπήκοο τρίτης χώρας, επιβάλλεται στις αρχές της Δημοκρατίας η διεξαγωγή έρευνας, ώστε να μην παραμένουν στην επικράτειά της άτομα τα οποία χρησιμοποιούν μεθόδους που δεν είναι νόμιμες.
Τελική κατάληξη του Δικαστηρίου ήταν πως η απόφαση των αρμοδίων υπηρεσιών, με την οποία ο γάμος των αιτητών κηρύχθηκε εικονικός, είναι καθόλα ορθή και νόμιμη και, εν πάση περιπτώσει, εύλογα επιτρεπτή.