Πριν 566 χρόνια, ένα θλιβερό γεγονός για τον ελληνισμό, έμελλε να αλλάξει τον ρουν της Ιστορίας. Η άλωση της Κωνσταντινούπολης, από τον Μωάμεθ Β’ τον Πορθητή.
Αλλά, δεν πρέπει να αγνοούμε ότι, το πρώτο βήμα για το γεγονός αυτό, είχε συντελεστεί το 1204 από τους Σταυροφόρους της Δ’ Σταυροφορίας, συνοδευόμενο από απίστευτης αγριότητος σφαγές και λεηλασίες. Και ήταν τέτοιο το μέγεθος της αγριότητος αυτής, που οκτακόσια χρόνια αργότερα, ο Πάπας Ιωάννης Παύλος ο Β’, απολογήθηκε δημόσια, ζητώντας από τους Ορθοδόξους Χριστιανούς να συγχωρήσουν τις ανόσιες αυτές πράξεις, κατά την επίσκεψή του στην Ελλάδα, το 2004.
Αποτέλεσμα της ενέργειας αυτής των Φράγκων ήταν το γεγονός ότι το 1430, η Βυζαντινή Αυτοκρατορία περιελάμβανε μόνο την Κωνσταντινούπολη, τα περίχωρα και το Δεσποτάτο του Μοριά. Όσο και να προσπάθησε ο Ιωάννης Παλαιολόγος να εξασφαλίσει υποστήριξη από τους Δυτικούς, το μόνο αποτέλεσμα ήταν η διχόνοια, μεταξύ Ενωτικών και Ανθενωτικών. Οι δεύτεροι, αντέδρασαν έντονα και στις προσπάθειες του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου να συνεννοηθεί με τον Πάπα, προς εφαρμογή των αποφάσεων της συμφωνίας της Συνόδου της Φλωρεντίας.
Όταν οι Βυζαντινοί είδαν τον πολυάριθμο στρατό του Σουλτάνου έξω από τα τείχη, αντιλαμβανόμενοι ότι επίκειτο η πτώση της Βασιλεύουσας, ευχήθηκαν αν ήταν να χαθεί η Πόλη, τουλάχιστον να κατακτηθεί από τους Λατίνους. Και εδώ, είναι που ελέχθη από τον Μέγα Δούκα Νοταρά, το γνωστόν: «Κρειττότερον εστίν ειδέναι εν μέση τη πόλει φακιόλιον βασιλεύον Τούρκων ή καλύπτραν (τιάραν) λατινικήν» (Δούκας ΧΧΧVII, 10).
Αν πάμε λίγα χρόνια πιο πίσω, βλέπουμε ότι το 1071 η εκστρατεία του Ρωμανού Δ’ κατά των Σελτζούκων Τούρκων, στα ανατολικά, δεν είχε καμιά επιτυχία. Ο αυτοκράτορας δεχόταν αυστηρή κριτική από τους γραφειοκράτες και κυρίως από την οικογένεια των Δουκάδων. Κατά την αποφασιστική μάχη του Μαντζικέρτ στις 26 Αυγούστου 1071, διεδόθησαν φήμες για υποχώρηση του στρατού, με φυσικό επακόλουθο την αποδιοργάνωση της βυζαντινής παράταξης και τελικά την ήττα της.
Γράφει ο βυζαντινολόγος, Ι. Καραγιαννόπουλος (1922 – 2000), τον οποίο είχα την τύχη να έχω καθηγητή το 1980, όταν σπούδαζα στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο: «Για πρώτη φορά στη μακραίωνη Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, το σεπτό πρόσωπο του βασιλέως και αυτοκράτορος των Ρωμαίων, έπεσε στα χέρια των βαρβάρων».
Η μεγάλης σημασίας αυτή νίκη του Αλπ Αρσλάν το 1071, οφειλόταν στις εσωτερικές διενέξεις και στις απαίσιες ραδιουργίες ορισμένων. Προσέξτε: Κάποιοι Βυζαντινοί έφθασαν στο σημείο να ζητήσουν πληρωμένη τουρκική βοήθεια αναγορεύοντας έτσι τους Οθωμανούς σε ρυθμιστές των μικρασιατικών πραγμάτων…
Τη δεκαετία από την ήττα στο Ματζικέρτ, υπήρξαν λοιπόν εξελίξεις που συνέβαλαν στην κατάρρευση του μεσαιωνικού ελληνισμού της Ιωνίας. Το κράτος, διαδέχθηκε η ίδρυση ενός μη ισορροπημένου συνόλου από μικρότερα κρατίδια, ευρισκόμενα διαρκώς σε εμπόλεμη κατάσταση μεταξύ τους. Μέχρι την τελική κατάκτηση της περιοχής από τους Τούρκους τον Μάιο του 1453.
«Σημαίνει ο Θεός, σημαίνει η γης, σημαίνουν τα επουράνια. Σημαίνει η Αγιά Σοφιά, το μέγα μοναστήρι, με τετρακόσια σήμαντρα, μ’ εξήντα δυο καμπάνες. Κάθε καμπάνα και παπάς, κάθε παπάς και διάκος. Ψάλλει ζερβά ο βασιλιάς, δεξιά ο πατριάρχης, κι απ’ την πολλή την ψαλμουδιά, εσειόντανε οι κολόνες».
Τελειώνοντας το μικρό αυτό κείμενο, συγκινημένος, συμπληρώνω: «Η Δέσποινα ταράχτηκε κι εδάκρυσαν οι εικόνες. Σώπασε Κυρά Δέσποινα, και μην πολυδακρύζεις. Πάλι με χρόνια και καιρούς, πάλι δικά μας θάναι…!». Το δημοτικό αυτό τραγούδι, ο παλαιότερος θρήνος, βρέθηκε σε χειρόγραφο του 15ου αιώνα, με τίτλο: Ανακάλημα της Κωνσταντινούπολης.