Σύμφωνα με τη μελέτη του Robert Chesney, καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Όστιν του Τέξας, και της Daniella Citron στο Πανεπιστήμιο του Maryland, που ασχολούνται με τα deep fakes που είναι προϊόν των πρόσφατων προόδων σε μια μορφή της τέχνης της νοημοσύνης γνωστή ως «βαθιά μάθηση» (deep learning), στην οποία ομάδες αλγόριθμων που ονομάζονται «νευρικά δίκτυα (neural networks) μαθαίνουν να συνάγουν κανόνες και αναπαράγουν πρότυπα, κοσκινίζοντας μέσα από μεγάλα σύνολα δεδομένα.
Τα deep fakes προκύπτουν από ένα συγκεκριμένο είδος «βαθιάς μάθησης» στο οποίο ζεύγη αλγόριθμων τίθενται το ένα εναντίον του άλλου σε «γενετικά αντιφατικά δίκτυα» (generative adversarial network).
Με τους αλγόριθμους φτιάχνουν τεχνητές εικόνες από γάτες που οι αντίπαλοι αλγόριθμοι προσπαθούν να εντοπίζουν το τεχνητό περιεχόμενο των ψεύτικων εικόνων της γάτας. Με την τεχνητή εκπαίδευση βελτιώνονται τα δεδομένα στα GAN όπου παράγονται ρεαλιστικά ή ψεύτικα βίντεο και ήχοι.
Με την εξέλιξη της τεχνολογίας γύρω από την παραπληροφόρηση τέτοιες υπηρεσίες στη μαύρη αγορά στοχεύουν στην κατασυκοφάντηση προσώπων και άλλων σκοτεινών σκοπών που σχετίζονται με τον τομέα της πολιτικής και διεθνών υποθέσεων, καθώς επίσης δημιουργούν ασυνήθιστα αποτελέσματα με ψέματα στο εσωτερικό μιας χώρας ή σε εκλογές.
Με την εξέλιξη της πλαστογραφίας είναι δύσκολο να διαχωριστεί ένα γεγονός από τη μυθοπλασία.
Την τελευταία δεκαετία όλο και περισσότεροι άνθρωποι λαμβάνουν τις πληροφορίες τους από πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης (Facebook και Twitter) που είναι αφιλτράριστες, αδιαφορώντας εάν είναι αληθινές, πράγμα που κάνει τα ψεύδη να εξαπλώνονται γρηγορότερα από ποτέ.
Η χρήση της πλαστογράφησης και άλλων μορφών παραπλάνησης δεν είναι καινούργιο φρούτο και αυτή χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά όταν το USS Marine εξερράγη στο λιμάνι της Αβάνας το 1898 και οι αμερικάνικες εφημερίδες χρησιμοποίησαν παραπλανητικές εκθέσεις με στόχο να παρακινήσουν το κοινό προς τον πόλεμο.
Οι παραπλανητικές πληροφορίες χρησιμοποιήθηκαν τα τελευταία χρόνια από ξένες χώρες για να παραπληροφορήσουν ψηφοφόρους άλλων χωρών ή από τρομοκρατικές οργανώσεις χρησιμοποιώντας βίντεο ή ψευδείς ήχους που απεικόνιζαν αντιπάλους να σκοτώνουν αντιπάλους ή να σχεδιάζουν δολιοφθορές.
Οι παραπληροφορήσεις διαβρώνουν τη δημοκρατία, περιπλέον δε προκαλούν κοινωνικούς και ιδεολογικούς διχασμούς.
Για να υπάρχει επιδιόρθωση στις παραπληροφορήσεις απαιτούν τις τρεις τεχνολογικές προσεγγίσεις ως εξής:
(α) Να αναπτυχθούν τέτοιες απομιμήσεις που να στοχεύουν σε ενισχυμένες ανιχνεύσεις.
(β) Στην εξακρίβωση της ταυτότητας του περιεχομένου προτού εξαπλωθεί.
(γ) Η άλλη τεχνολογική προσέγγιση είναι να περιορισθούν οι παραπληροφορήσεις που σχετίζονται με τις μορφές της καταγραφής της κάθε πτυχής της ζωής κάποιου προσώπου.
Με αυτές τις κινήσεις θα ενδυναμωθούν τα ένδικα μέσα και θα ενισχυθεί η ποινικοποίηση και η αστική ευθύνη.
Στόχος αυτών των τεχνικών είναι να ενθαρρυνθούν οι πλατφόρμες των κοινωνικών μέσων να διερευνούν εάν οι παρεχόμενες πληροφορίες είναι πλασματικές.
Με τέτοιες κινήσεις οι δημοκρατικές κοινωνίες θα μπορούν να μάθουν την ανθεκτικότητα.
Η καταπολέμηση της παραπληροφόρησης θα βοηθήσει τους πολίτες να απαλλαγούν από τις φούσκες που κολακεύουν τις δικές τους πεποιθήσεις.