Ο Παναγιώτης Τσικουρής, πρόσφυγας εξ Αμμοχώστου, εκπαιδευτικός, απευθύνεται στους Βαρωσιώτες.
Μετά και τη δεύτερη βεβήλωση της πόλης μας με την παράνομη και επίβουλη επίσκεψη σ’ αυτήν του κ. Ερντογάν, στις 20/7/2021 και τις προτάσεις – παγίδες του, άρχισε να γίνεται, εκ μέρους μερικών συμπολιτών μας – Βαρωσιωτών, λόγος περί διλήμματος.
Στη σκέψη όμως όλων των άλλων Βαρωσιωτών, όπως και κάθε Κύπριου πατριώτη, μία και μόνη απάντηση επικρατεί, μία και μοναδική λέξη κυριαρχεί, ένα ηχηρό ΟΧΙ.
ΟΧΙ κ. Ερντογάν, γιατί δεν σε αποδεχόμαστε ως διαχειριστή της περιουσίας μας. Διότι κανείς δεν σε εξουσιοδότησε να μας υποδείξεις τρόπους αξιοποίησης της πατρικής μας κληρονομιάς.
ΟΧΙ κ. Ερντογάν, γιατί αυτή η πόλη ανήκει σ’ εμάς, τους νόμιμους κατοίκους της. Αυτό άλλωστε υποστηρίζει και διακηρύσσει και η διεθνής κοινότητα με απανωτά ψηφίσματα του Σ.Α. και μάλιστα με το τελευταίο ψήφισμά του, του Ιουλίου 2021, με το οποίο καλεί τον Τούρκο εισβολέα να ανακαλέσει τις προτάσεις του και να αποφύγει κάθε αλλοίωση του σημερινού status quo της νεκρής πολιτείας.
Καλό είναι οι προβληματιζόμενοι συμπολίτες μας να μετρήσουν και την εντύπωση που θα σχηματίσουν για μας τα Ην. Έθνη, όταν αυτά υποστηρίζουν αναφανδόν τα αναφαίρετα δικαιώματά μας και εμείς τα παζαρεύουμε με τον καταπατητή τους. Πιστεύω αγαπητοί μου ότι και οι λίγοι αυτοί συμπολίτες μας θα αναθεωρήσουν τη σκέψη τους, εάν μελετήσουν προσεκτικά δύο ουσιώδεις πραγματικότητες:
α) Τα πολλά ερωτηματικά που θα δημιουργήσει η επόμενη ημέρα: Πέστε ότι αφήνω το σημερινό μου σπίτι και την επόμενη μέρα φτάνω στο ποθούμενο σπίτι μου στο Βαρώσι. Στην καλύτερη περίπτωση θα το βρω μισογκρεμισμένο σε μια ερημιά. Ποιος θα αναλάβει τα έξοδα της επισκευής του; Πιθανόν ο εισβολέας να προθυμοποιηθεί να με δανειοδοτήσει με την κρυφή ελπίδα κάποια μέρα να το καταβροχθίσει. Επόμενο ερώτημα: Πώς θα ζήσω; Με τι θα ασχολούμαι; Ύστερα πώς θα συντηρούμαι; Πώς και από πού θα ανεφοδιάζομαι; Πώς θα περνώ τις ελεύθερες ώρες μου; Ποια ασφάλεια θα έχω; Ποιον θα καλέσω σε βοήθεια σε ώρα ανάγκης; Τι θα γίνει με τη μόρφωση και την επαγγελματική αποκατάσταση των παιδιών μου και ένα σωρό άλλα ερωτήματα που σχετίζονται με μια αξιοπρεπή διαβίωση ενός ελεύθερου πολίτη.
β) Τώρα ας δούμε και μια άλλη τραγική πραγματικότητα. Στην περιοχή Καρπασίας, όπως είναι γνωστό, οι εισβολείς, ενώ από όλες τις άλλες περιοχές που κατέλαβαν κυριολεκτικά μας ξερίζωσαν, αναγκάζοντάς μας να εγκαταλείψουμε τα σπίτια μας, εδώ, ανάγκασαν περίπου είκοσι χιλιάδες Ελληνοκύπριους να μείνουν εγκλωβισμένοι στα σπίτια τους. Δεν πέρασε όμως πολύς καιρός, οπότε οργανωμένα, δημιούργησαν τέτοιες συνθήκες βίας, τρομοκρατίας και ανασφάλειας στην περιοχή που τους ανάγκασαν λίγοι-λίγοι να εγκαταλείψουν τη γη των πατέρων τους. Σήμερα παραμένουν στην περιοχή περίπου διακόσια άτομα.
Σε αυτά πρέπει να προστεθεί και κάτι άλλο που πρέπει να γίνει. Κάτι πολύ προσβλητικό και απαράδεκτο, που μόνο αποτροπιασμό προκαλεί στη συνείδηση κάθε Κύπριου πατριώτη. Το να απευθύνω αίτηση στο ψευδοκράτος για να μου επιτρέψει την είσοδο στο σπίτι μου! Και να έρθω πάλι σε αντίθεση με τα Ην. Έθνη, τα οποία απαγορεύουν την αναγνώριση ως κράτους αυτού του μορφώματος.
Εάν και τα τρία αυτά δεδομένα λειτουργήσουν σωστά στη σκέψη κάθε συμπολίτη μας, πιστεύω πως τότε κάθε δίλημμα θα υποχωρήσει.
Στους οικονομικούς λόγους που προβάλλουν μερικοί συμπολίτες μας ως δικαιολογία, την απάντηση την έχει η πολιτεία. Οφείλει η κυβέρνηση να διοργανώσει πάραυτα ένα Ταμείο Στήριξης όλων των συμπατριωτών μας που βρίσκονται σε κάποια ανάγκη για να μην έχουμε και χειρότερα.
Δικαιολογημένα τώρα θα πουν οι Βαρωσιώτες: Και τι μας συμβουλεύετε κύριε συμπολίτα; Να μη γυρίσουμε στα σπίτια μας τώρα που μας δίνεται η ευκαιρία; Η απάντηση είναι: Και βεβαίως πρέπει να γυρίσουμε στα σπίτια μας. Οργανωμένα όμως και ομαδικά, μέσα σε ανθρώπινες συνθήκες και κάτω από την αιγίδα των Ην. Εθνών. Η σημερινή πρόταση είναι παγίδα!
Τέλος όσον αφορά στους συμπολίτες μας εκείνους που παγιδεύτηκαν μέσα στις προτάσεις για ανταλλαγή ή για πώληση της πατρικής τους περιουσίας, ας μην ξεχνούν ότι η κρίση της Ιστορίας είναι αδυσώπητη και οι τύψεις της συνειδήσεως ανελέητες. Στώμεν καλώς!