Ο Πανίκος Νεοκλέους στηλιτεύει τη χρονοβόρα διαδικασία απόδοσης Δικαιοσύνης στην Κύπρο και την κατάσταση που επικρατεί στα Δικαστήρια.

Κατά την άποψη μου, ένα από τα βασικότερα χαρακτηριστικά των αυταρχικών και δικτατορικών καθεστώτων είναι η έλλειψη Δικαιοσύνης.

Η Κύπρος, αν και ονομάζεται Δημοκρατία και είναι μέλος της ΕΕ, κρατά τα σκήπτρα όχι μόνο μεταξύ των χωρών–μελών της ΕΕ αλλά και μεταξύ πολλών άλλων λεγόμενων υπανάπτυκτων χωρών. Στη χώρα μας η Δικαιοσύνη όχι απλώς χωλαίνει, αλλά είναι σχεδόν ανύπαρκτη. Η κατάσταση αυτή χρονολογείται εδώ και μερικές δεκαετίες. Οι εκάστοτε κυβερνώντες –νυν και πρώην– κατά καιρούς το παραδέχονται και υπόσχονται ότι η κατάσταση θα αλλάξει. Πρέπει να παραδεχτώ ότι η κατάσταση χρόνο με τον χρόνο αλλάζει, μόνο που αλλάζει προς το χειρότερο.

Χωρίς να μπω σε πολλές λεπτομέρειες θα αναφέρω-καταγγείλω ένα προσωπικό μου βίωμα το οποίο χρονολογείται εδώ και 10+ χρόνια (Φεβρουάριος 2011).

Το 2011 είχα μια προσωπική διαφορά με κάποιο συμπολίτη μου, διαφορά η οποία με υποχρέωσε να προσφύγω στο Δικαστήριο. Στη διάρκεια αυτών των περίπου 10 χρόνων, έγιναν πέραν των 40 αναβολών, για τις περισσότερες από τις οποίες δεν υπήρχε κανένας σοβαρός λόγος. Για κάποιες από αυτές τις αναβολές –έξι στο σύνολο– η δικαιολογία ήταν ότι άλλαξε ο/η Δικαστής. 

Η ανοχή δε του/της Δικαστού κατά τη διάρκεια της εκδίκασης, σε κάποιες περιπτώσεις άγγιζε τα όρια της πρόκλησης, όπως όταν ο εναγόμενος αναφερόταν σε γεγονότα τα οποία ήταν εντελώς άσχετα με την υπόθεση ή σε γεγονότα τα οποία έγιναν μετά την προσφυγή. Οι μακρόσυρτες και άσχετες με το θέμα αναφορές του εναγόμενου είχαν σαν αποτέλεσμα επιπρόσθετων αναβολών με κόστος χιλιάδων ευρώ.

Το αποκορύφωμα αυτής της κατάστασης ήταν όταν επτά χρόνια μετά την προσφυγή και ενώ ετοιμαζόμασταν για τις αγορεύσεις, με ειδοποίησαν ότι χάθηκε ο φάκελος της υπόθεσης χωρίς καμιά άλλη πληροφόρηση ή οδηγία. Μετά και την εξέλιξη αυτή κάθισα και έγραψα επιστολές στον Αρχηγό της Αστυνομίας, στη Νομική Υπηρεσία, στο Ανώτατο Δικαστήριο και σε αρχηγούς κομμάτων. Από την Αστυνομία δεν πήρα μέχρι σήμερα καμία απάντηση, ενώ από τη Νομική Υπηρεσία, σε σχετική ερώτηση μου, μου ανέφεραν ότι θα έπρεπε να κάνω νέα προσφυγή! Χαρακτηριστική ήταν η γραπτή απάντηση του κ. Γιώργου Περδίκη ο οποίος μου έγραψε κατά λέξη: «Ο φάκελος της υπόθεσης σου δεν χάθηκε. Τον φάκελο τον “έχασαν”».

Για να μη μακρηγορώ, γύρω στις τρεις βδομάδες μετά τις πιο πάνω επιστολές μου, μου ανακοίνωσαν ότι ο φάκελος βρέθηκε και ότι ορίστηκε νέα ακρόαση μετά από έξη μήνες. Πράγματι μετά από έξι μήνες άρχισε η εκδίκαση για να ακολουθήσουν όμως άλλες 8-10 αναβολές σε διάστημα άλλων τριών χρόνων. Τελικά το Δικαστήριο με δικαίωσε με μια απόφαση 104 σελίδων στις οποίες καταδίκαζε τον εναγόμενο για λίβελλο και τον υποχρέωνε την κάλυψη όλων των δικαστικών εξόδων μου, αλλά και άλλων μέτρων εναντίον του. 

Φυσικά η υπόθεση δεν τέλειωσε εδώ. Ίσως η πλευρά του εναγόμενου γνωρίζοντας τις χρονοβόρες διαδικασίες και την ανυπαρξία αποτελεσματικής εφαρμογής των αποφάσεων του Δικαστηρίου, έγραψε στα παλιά του τα παπούτσια τις αποφάσεις του Δικαστηρίου, με αποτέλεσμα να χρειάζονται νέες νομικές διαδικασίες για εφαρμογή τώρα των σχετικών αποφάσεων.

Σωστή ή λανθασμένη, η άποψη μου είναι ότι: Η κατάσταση αυτή εκτός του ότι απογοητεύει στον μέγιστο βαθμό τους πολίτες, διαιωνίζει παράλληλα τη σαθρή κατάσταση που επικρατεί στα κυπριακά Δικαστήρια.