Συμβάλλοντας στη σωστή χρήση της γλώσσας μας ο Χρυσόστομος Ρουσής, (πρώην γυμνασιάρχης), αναφέρεται στις ξένες λέξεις στο λεξιλόγιο της νεοελληνικής.
«Τη γλώσσα μου έδωσαν ελληνική …μονάχη έγνοια η γλώσσα μου στις αμμουδιές του Ομήρου…»Οδυσσέα Ελύτη. Αποφεύγουμε, λοιπόν, ξένες λέξεις, όταν υπάρχουν αντίστοιχες ελληνικές: αβαντάζ (πλεονέκτημα), γκλάμουρ (αίγλη), καριέρα (σταδιοδρομία), ντιζάιν (σχέδιο), πρεστίζ (κύρος), σνομπάρω (περιφρονώ, υποτιμώ). Όμως, αρκετές λέξεις έχουν ενσωματωθεί στο λεξιλόγιο της Νεοελληνικής και δεν είναι εύκολο να τις αποφύγουμε.
Ακολουθούν, κατά αλφαβητική σειρά, ξένες λέξεις, που ακούμε και διαβάζουμε στα ΜΜΕ:
Αβαντάζ (γαλλική avantage, αγγλική advantage) πλεονέκτημα, ατού Λέμε: «H ομάδα μας έχει το πλεονέκτημα (αβαντάζ) ότι παίζει εντός έδρας». – «Ο ανθυποψήφιός μου για προαγωγή είχε το πλεονέκτημα των πολλών γνωριμιών». – «H πρότασή σας έχει πολλά πλεονεκτήματα».
Άλμπουμ (αγγλική album) λεύκωμα: «λεύκωμα (άλμπουμ) φωτογραφίας/δίσκων».
Αλτρουισμός (γαλλική altruisme) φιλαλληλία, ανιδιοτελής φροντίδα για τους άλλους: «Υπάρχει αλτρουισμός/ανιδιοτέλεια για τους πρόσφυγες». -«ο αλτρουϊσμός των νοσηλευτών»
Ασανσέρ (γαλλική ascenceur) ανελκυστήρας
Αξεσουάρ (γαλλική accessoire) το παρελκόμενο,εξάρτημα, κάτι συμπληρωματικό: «αξεσουάρ
(εξάρτημα) αυτοκινήτου ή ενδυμασίας» – «Οι ειδικοί μπορούν να φανταστούν τις μάσκες να γίνονται αξεσουάρ σε όλους τους δημόσιους χώρους».
ΑΟΖ (αγγλική Exclusive Economic Zone, ΕΕΖ) η αποκλειστική οικονομική ζώνη. Σύμφωνα με τη Διεθνή Συνθήκη του ΟΗΕ περί Δικαίου της Θάλασσας(1982), η αποκλειστική οικονομική ζώνη (ΑΟΖ) θεωρείται η θαλάσσια έκταση, εντός της οποίας ένα κράτος έχει δικαίωμα έρευνας /εκμετάλλευσης των θαλασσίων πόρων: «Η Τουρκία να σταματήσει τις γεωτρήσεις στην κυπριακή ΑΟΖ». (StateDepartment:19 Αυγ 2020) – «Tο δικαίωμα της Ελλάδας να οριοθετεί υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ με τρίτα κράτη». – «H προκλητική παραβίαση της κυπριακής ΑΟΖ από την Τουρκία».
Αργκό (γαλλική argot) συνθηματική/λαϊκή γλώσσα: «εφηβική/επαγγελματική αργκό».
Αριβισμός (γαλλική arrivisme) καιροσκοπισμός, τυχοδιωκτισμός, η χρησιμοποίηση κάθε μέσου για τη ανάδειξη σε διάφορους χώρους.
Ασορτί (γαλλική assorts) (επίρρ. για ενδύματα) με ταιριαστό τρόπο: «άσπρο φόρεμα και ασορτί ζακέτα» – «ασορτί στολές» – «ασορτί ρούχα»
Ατάκα (ιταλική attacca) απόφθεγμα, φράση που μοιάζει με σλόγκαν και συνήθως λέγεται για να εντυπωσιάσει (αγγλικάcatchphrase): «Aν δεν ξέρεις, μη μιλάς!» «Eπιβάτης: Πώς μαύρισες; Βέγγος: Ξέρω εγώ; Έφαγα φυστίκι αράπικο».