O Αντρέας Γ. Βαρνάβα γράφει την ομιλία του Πάτροκλου Σταύρου το 2001 στις ΗΠΑ.

Το Μάιο του 2001, ο Πάτροκλος Σταύρου βρέθηκε στο Σικάγο των ΗΠΑ, ως επίσημος προσκεκλημένος, μεταξύ άλλων, της Κυπριακής Αδελφότητας, για να μιλήσει στο εκεί Ελληνικό Μουσείο και Πολιτιστικό Κέντρο. Είχα την τύχη να παρακολουθήσω την ομιλία, αλλά και να συνοδεύσω τον κ. Σταύρου, πριν και μετά την παρουσίαση, σε γνωστά στέκια της Ελληνικής Γειτονιάς του Σικάγο, μαζί με ομάδα Κυπρίων φοιτητών και αποδήμων.  

Χωρίς να κρίνω το ορθό και το λάθος των πολιτικών που πρέσβευε / ακολούθησε και ενδεχόμενα να (συν)διαμόρφωσε ο Δρ. Σταύρου, κυρίως λόγω και της θέσεως που κατείχε δίπλα από τον πρώτο Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας, δεν μπορώ να μην σχολιάσω τις δικές μου εντυπώσεις από την έστω σύντομη επαφή με ένα ζωντανό, τότε, κομμάτι της σύγχρονης ιστορίας της Κύπρου, ιδιαίτερα σ’ ό,τι αφορά το Κυπριακό.   

Παρά την ηλικία του, φαινόταν άνθρωπος οξυδερκής, με χαρακτηριστική διαύγεια μυαλού και πνεύματος. Ήξερε να ελίσσεται και, όταν επικοινωνιακά τα πράγματα δεν πήγαιναν προς τα εκεί που εκείνος ήθελε, μπορούσε να κάνει στροφή μέχρι και 180 μοίρες, προκειμένου να «ορθοποδήσει». Ιδιαίτερη εντύπωση μου έκανε επίσης η μνήμη του, ακόμη και για λεπτομέρειες που συνέβησαν πριν πάρα πολλά χρόνια.  

Το ακροατήριο κατά την ομιλία αποτελείτο κυρίως από εύπορους εκπρόσωπους της ελληνοαμερικάνικης κοινότητας, μεσήλικες και βάλε, με πολύ παραδοσιακή ωστόσο αντίληψη των πραγμάτων σε σχέση με την Ελλάδα και την Κύπρο. Είναι γνωστό βεβαίως ότι οι απόδημοι τηρούν και τις ιστορικές μνήμες και τις παραδόσεις με τον καλύτερο τρόπο. 

Το θέμα, φυσικά, είχε να κάνει με την ιστορία του Κυπριακού, όπως την έζησε ο κ. Σταύρου, καθώς και για τις βασικές πτυχές της ζωής του Μακαρίου αλλά και του ίδιου. Ξεκίνησε με ένα πολύ μελοδραματικό ύφος, εισβολή, κατοχή κ.ο.κ.. Οι κυρίες του ακροατηρίου, που παρεμπιπτόντως πλειοψηφούσαν συντριπτικά, φάνηκε, από τα πρώτα λεπτά, να νιώθουν άβολα και ιδιαίτερα λυπημένες. Για όσους γνωρίζουν από αμερικάνικη κουλτούρα, καταλαβαίνουν ότι η δυσφορία δεν έγκειται στο ότι αυτό που ακούν δεν τους αρέσει, αλλά ο τρόπος που μεταφέρεται πιθανόν να τους ενοχλεί. Τους αρέσει τελοσπάντων η πιο ευχάριστη οδός μετάδοσης μηνυμάτων, ακόμα και των δυσάρεστων.

Τότε αμέσως ο κ. Σταύρου αντιλήφθηκε το «πρόβλημα» και έβαλε την παρουσίαση του σε ένα εντελώς διαφορετικό πλαίσιο, διανθίζοντας μια ομιλία για το Κυπριακό, με ανέκδοτα και «ιστοριούλες του καφενέ»…

Αιωνία του η μνήμη, χωρίς μελοδραματισμούς…