Ο Τζόρτζιο Αρμάνι, ο θρυλικός Ιταλός σχεδιαστής που επανακαθόρισε το ανδρικό και γυναικείο ντύσιμο, πέθανε σήμερα σε ηλικία 91 ετών. Με καριέρα που διήρκεσε περισσότερες από πέντε δεκαετίες, ο Αρμάνι συνέδεσε το όνομά του με τη διακριτική πολυτέλεια, την απλότητα και την κομψότητα που έγινε προσιτή σε όλους, ανεξάρτητα από κοινωνική θέση.
Σύμφωνα με τα ιταλικά μέσα ενημέρωσης, ο σχεδιαστής άφησε την τελευταία του πνοή στο σπίτι του, όπου ανάρρωνε μετά από πρόσφατη νοσηλεία, η οποία είχε κρατηθεί μακριά από τη δημοσιότητα.
Ο Οίκος Armani ανακοίνωσε επίσημα τον θάνατό του την Πέμπτη 4 Σεπτεμβρίου, αναφέροντας ότι έφυγε ήρεμα, περιτριγυρισμένος από τα αγαπημένα του πρόσωπα. Η κηδεία του θα τελεστεί ιδιωτικά, ενώ η σορός του θα τεθεί σε λαϊκό προσκύνημα το Σαββατοκύριακο 6 και 7 Σεπτεμβρίου, στο Armani/Teatro στο Μιλάνο.
Δείτε την ανακοίνωση
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Γεννημένος στην Πιατσέντσα της βόρειας Ιταλίας το 1934, ο Αρμάνι μεγάλωσε μέσα στη φτώχεια του πολέμου. Η πρώτη του μνήμη, όπως έλεγε, ήταν η πείνα. Έπαιζε με άδεια πυρομαχικά στον δρόμο, όπου μία έκρηξη τον τραυμάτισε σοβαρά και σκότωσε έναν φίλο του. «Ο πόλεμος μου έμαθε πως δεν είναι όλα λαμπερά», είχε πει χρόνια αργότερα.
Αρχικά σπούδασε ιατρική, αλλά εγκατέλειψε τις σπουδές και στρατολογήθηκε. Μετά τη στρατιωτική του θητεία εργάστηκε στο πολυκατάστημα La Rinascente στο Μιλάνο. Εκεί, όπως έλεγε, έμαθε τα πάντα: ποια υφάσματα αγόραζαν οι πελάτες, πώς κόβονται σωστά τα ρούχα, τι σημαίνει πρακτικότητα και εμπορικότητα.
Με την υποστήριξη του συντρόφου του, Σέρτζιο Γκαλεότι, ξεκίνησαν μαζί μια μικρή επιχείρηση στα μέσα της δεκαετίας του 1970. Το γραφείο τους ήταν σκοτεινό, χωρίς φυσικό φως. Ο Αρμάνι αφαιρούσε τα καπέλα από τις λάμπες για να βλέπει καλύτερα τα υφάσματα. Μέσα σε λίγα χρόνια, είχαν δημιουργήσει μια νέα αισθητική: ο Αρμάνι χαλάρωσε τις γραμμές στα ανδρικά κοστούμια και τις έκανε πιο ευέλικτες στα γυναικεία ρούχα. Τα υφάσματα ήταν ελαφριά, οι φόρμες λιτές και ευέλικτες, σχεδιασμένες όχι για να εντυπωσιάζουν, αλλά για να φοριούνται.

«Κατάλαβα ότι οι γυναίκες που έμπαιναν στον επαγγελματικό χώρο χρειάζονταν έναν τρόπο να ντύνονται ισότιμα με τους άντρες», είχε πει και είχε προσθέσει: «Όχι μιμούμενες, αλλά με τη δική τους παρουσία». Το γυναικείο κοστούμι του Αρμάνι έγινε σύμβολο αυτής της αλλαγής.
Η διεθνής του αναγνώριση εκτοξεύτηκε το 1980, όταν έντυσε τον Ρίτσαρντ Γκιρ στην ταινία «American Gigolo». Σύντομα, θα έντυνε ηθοποιούς στα Όσκαρ, πρωταγωνιστές σειρών όπως το «Miami Vice», και αμέτρητες παραγωγές κινηματογράφου και τηλεόρασης.

Η συνεργασία του με τον όμιλο GFT του έδωσε τη δυνατότητα να παράγει πολυτελή ρούχα σε μεγάλη κλίμακα. Ο ίδιος φρόντισε να διατηρεί τον σχεδιαστικό έλεγχο. Στη δεκαετία του 1980 λάνσαρε τις σειρές Emporio Armani και Armani Jeans, συνεργάστηκε με τη L’Oréal για καλλυντικά και αρώματα, και σταδιακά επέκτεινε το brand σε γυαλιά, είδη σπιτιού, εστιατόρια, ξενοδοχεία. Το 2010, σχεδίασε το εσωτερικό του ξενοδοχείου Burj Khalifa στο Ντουμπάι.
Το 1985, ο Γκαλεότι πέθανε από επιπλοκές του AIDS. Ο Αρμάνι, βαθιά πληγωμένος, σκέφτηκε να αποσυρθεί. «Δεν κατάφερα να τον κρατήσω στη ζωή. Αυτή είναι η μεγαλύτερη αποτυχία της καριέρας μου», είχε πει. Τελικά, αφιερώθηκε στην επέκταση της εταιρείας του και κράτησε τον πλήρη έλεγχο — χωρίς εξωτερική χρηματοδότηση. Αυτό του επέτρεψε να συνδυάσει επιχειρηματική αυτονομία και δημιουργική συνέπεια.
Το 2000, το Μουσείο Γκούγκενχαϊμ στη Νέα Υόρκη αφιέρωσε έκθεση στο έργο του, αναγνωρίζοντας πως η αισθητική του συνέβαλε καθοριστικά στις κοινωνικές αλλαγές του 20ού αιώνα.

Το 2006, διέκοψε τη συνεργασία με μοντέλα που χαρακτηρίζονταν για το χαμηλό τους βάρος μετά τον θάνατο της Άνα Καρολίνα Ρέστον από νευρική ανορεξία. Το 2012, σχεδίασε τις επίσημες στολές της ιταλικής Ολυμπιακής ομάδας. Το 2014, είχε έντονη αντιπαράθεση με τη διευθύντρια της αμερικανικής Vogue Άννα Γουίντουρ, όταν εκείνη απουσίασε από την επίδειξή του. «Η εποχή του Αρμάνι τελείωσε», φέρεται να είχε σχολιάσει — κάτι που ο ίδιος διέψευσε εμπράκτως.
Μέχρι και τα 90 του, παρουσίαζε νέες συλλογές. Τον Μάρτιο του 2025, είχε πει για την τελευταία του πασαρέλα: «Ήθελα να φανταστώ μια νέα αρμονία. Πιστεύω ότι αυτό χρειαζόμαστε όλοι».
