Οι ηγέτες Ελλάδας και Τουρκίας, Κυριάκος Μητσοτάκης και Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, προετοιμάζονται για την πιο δύσκολη συνάντησή τους από τον Δεκέμβριο του 2023, όταν υπεγράφη η Διακήρυξη των Αθηνών. Η νέα συνάντηση θα γίνει την επόμενη Τρίτη, στο περιθώριο της 80ής Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ.
Μετά από μια περίοδο σχετικής ηρεμίας στο Αιγαίο, όπου αν και τα προβλήματα παρέμεναν άλυτα επικρατούσε ήπιο κλίμα, το τελευταίο διάστημα η ατμόσφαιρα έχει επιβαρυνθεί. Οι διαφορές των δύο χωρών έχουν επανέλθει στο προσκήνιο, αυτή τη φορά επί του πεδίου.
Η συνάντηση έχει προγραμματιστεί για το μεσημέρι της Τρίτης (ώρα Νέας Υόρκης) σε μια εξαιρετικά φορτωμένη ημέρα. Στην έναρξη της Γενικής Συνέλευσης θα μιλήσει ο Αμερικανός Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, ενώ αργότερα θα παραθέσει τη δεξίωση της Διατλαντικής Συμμαχίας.
Υπήρχε ήδη δυσκολία συντονισμού, καθώς ο Τούρκος Πρόεδρος θα βρίσκεται στη Νέα Υόρκη από 21 έως 24 Σεπτεμβρίου, ενώ ο Κυριάκος Μητσοτάκης από 23 έως 26 Σεπτεμβρίου, ημερομηνία κατά την οποία είναι προγραμματισμένη η ομιλία του στη Γενική Συνέλευση.
Το γεγονός ότι τελικά κλείστηκε το ραντεβού, παρά τις πιεσμένες συνθήκες, δείχνει πως, έστω και για διαφορετικούς λόγους, και οι δύο ηγέτες επιθυμούσαν να πραγματοποιηθεί η συνάντηση.
Οι θέσεις Ελλάδας-Τουρκίας
Η ελληνική πλευρά επιμένει στη θέση ότι είναι χρήσιμο να μιλάς και να διατηρείς διαύλους επικοινωνίας, ακόμη κι αν είναι προφανές ότι διαφωνείς. Και πάντως τόσο η Αθήνα όσο και η Άγκυρα θέλουν να στείλουν το μήνυμα ότι η διαδικασία προσέγγισης είναι ζωντανή, κάτι που συμβάλλει στη διατήρηση των «ήρεμων νερών», αλλά συγχρόνως εξυπηρετεί και την προσπάθεια της Τουρκίας να προσεγγίσει την Ε.Ε. αλλά και τις ΗΠΑ.
Η συνάντηση γίνεται σε ένα εξαιρετικά βεβαρημένο διεθνές περιβάλλον, καθώς ο πόλεμος στην Ουκρανία αλλά και ο πόλεμος στη Γάζα έχουν αφήσει βαρύ αποτύπωμα.
Ο Ερντογάν, σε αυτή τη Γενική Συνέλευση, θέλει να καταγραφεί ως ο ηγέτης που εκφράζει όχι μόνο τον μουσουλμανικό κόσμο αλλά και την παγκόσμια κοινή γνώμη και δεν διστάζει ούτε φοβάται να υποστηρίξει τους Παλαιστίνιους και να αναδειχθεί ως ο μεγαλύτερος και σκληρότερος επικριτής του Ισραήλ. Και χωρίς να κρύβει, φυσικά, την επιδίωξή του να μετατρέψει την Τουρκία, παρά το ότι είναι μέλος του ΝΑΤΟ, σε μια περιφερειακή δύναμη που μπορεί να πατά τόσο στη Δύση όσο και στην Ανατολή.
Με αυτό το αλαζονικό πνεύμα ο Τούρκος Πρόεδρος αντιμετωπίζει και τα ελληνοτουρκικά, διαπιστώνοντας όμως ότι τόσο οι σχέσεις με την Ελλάδα όσο και το Κυπριακό επηρεάζουν αυτές τις φιλοδοξίες του.
Στα ελληνοτουρκικά η κατάσταση έχει επιδεινωθεί, καθώς πλέον η διαδικασία προσέγγισης δεν έχει οδηγήσει σε αποτελέσματα σε ό,τι αφορά την επίλυση της διαφοράς για την οριοθέτηση ΑΟΖ/υφαλοκρηπίδας και των θεμάτων που αναδεικνύονται επί του πεδίου.
Η Αθήνα, πάντως, όπως επανέλαβε αρκετές φορές το τελευταίο διάστημα και ο ίδιος ο πρωθυπουργός, χωρίς να έχει ψευδαισθήσεις, προχωρά σε ένα πρωτοφανές για τη χώρα μας εξοπλιστικό πρόγραμμα ώστε να ενισχυθεί η αποτρεπτική της ικανότητα, γεγονός που ενισχύει συγχρόνως και τη διαπραγματευτική της ισχύ.
Οι διαφορές
Η αντιπαράθεση των δύο χωρών για τους χάρτες του Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού αλλά και για τα Θαλάσσια Πάρκα ανέδειξε όλο το πλαίσιο των διαφορών στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Και επιβεβαίωσε τις προσεγγίσεις της Τουρκίας σε ό,τι αφορά τις οριοθετήσεις, που δεν αφήνουν κανένα περιθώριο αισιοδοξίας για επίτευξη έστω και μικρής προόδου στο κεφάλαιο αυτό. Και αν η αντιπαράθεση αυτή είναι ακόμη σε επίπεδο χαρτών και ανακοινώσεων, αυτό δεν ισχύει με την υπόθεση της έρευνας για το καλώδιο της ηλεκτρικής διασύνδεσης Κρήτης – Κύπρου (GSI).
Η υπόθεση αυτή, επειδή ήδη έχει εξελιχθεί επί του πεδίου, αποτελεί ανοικτή πληγή στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, καθώς δεν αφορά απλώς και μόνο ένα καλώδιο, αλλά συνδέεται ευθέως με τη δυνατότητα και αποφασιστικότητα της Ελλάδας να ασκήσει τα νόμιμα κυριαρχικά δικαιώματά της όχι σε μια «διεκδικούμενη περιοχή», αλλά εντός της οριοθετημένης ελληνικής ΑΟΖ.
Η κίνηση της Ελλάδας να αδειοδοτήσει τα οικόπεδα νοτίως της Κρήτης με «όχημα» την είσοδο της αμερικανικής Chevron, αμφισβητώντας την λιβυκή πλευρά του Τουρκολυβικού Μνημονίου, έχει φέρει τις δύο χώρες σε έναν υπόγειο ανταγωνισμό, καθώς η Αθήνα έχει πείσει μέχρι στιγμής τη Βεγγάζη να μην κυρώσει το Μνημόνιο και την Τρίπολη να προσέλθει σε συνομιλίες για την οριοθέτηση της ΑΟΖ, ενώ ο κ. Ερντογάν, και δημοσίως αυτή την εβδομάδα, κάλεσε ουσιαστικά τον στρατηγό Χαφτάρ να κυρώσει το Μνημόνιο, και προς αυτή την κατεύθυνση ρίχνει τώρα το βάρος της η τουρκική διπλωματία.
Το νέο «αγκάθι» του προγράμματος SAFE
Τις τελευταίες εβδομάδες προστέθηκε ένα ακόμη σοβαρό αγκάθι στις διμερείς σχέσεις, το οποίο ίσως είναι το πιο ενοχλητικό για τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν: η ρητή δέσμευση της Αθήνας και προσωπικά του Πρωθυπουργού ότι δεν θα ενταχθεί στο πρόγραμμα SAFE των 150 δισ. για τον πανεξοπλισμό της Ευρώπης, χώρα η οποία απειλεί με πόλεμο τα κράτη-μέλη. Και μάλιστα εχει δηλώσει ότι θα θέσει το θέμα της άρσης του casus belli στον τούρκο πρόεδρο.
Η Τουρκία και ο Ερντογάν, που καυχώνται για τα επιτεύγματα της τουρκικής αμυντικής βιομηχανίας, έχουν επενδύσει και πολιτικά στην είσοδο της Τουρκίας στο πρόγραμμα αυτό, θέλοντας ουσιαστικά να επιβάλουν μια «ειδική σχέση» με την Ευρώπη, όπου η Τουρκία θα είχε δικαιώματα και οφέλη χωρίς υποχρεώσεις. Η άσκηση βέτο από την Αθήνα και την Κύπρο είναι προφανές ότι θα επιβαρύνει σημαντικά τις σχέσεις.
Σε μια περίοδο μάλιστα που η Τουρκία έχει ξεκινήσει καμπάνια εναντίον των μέτρων που λαμβάνει η Κύπρος για την άμυνά της (με τους ισραηλινούς πυραύλους BARAK) και φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ και αναλυτές πυροδοτούν το κλίμα, υποστηρίζοντας ότι το Ισραήλ με τους «συμμάχους» του μεθοδεύει την περικύκλωση της Τουρκίας.
Επίσης, από την Αθήνα έχει καταγραφεί ότι επιλέχθηκε από την Άγκυρα η χρονική στιγμή, λίγο πριν από τη σχεδιαζόμενη συνάντηση των δύο ηγετών, να εκδώσει τη NAVTEX για τις επιστημονικές έρευνες του Πίρι Ρέις αμφισβητώντας την περιοχή ελληνικής αρμοδιότητας έκδοσης NAVTEX και εμμέσως της δυνητικής ελληνικής υφαλοκρηπίδας. Το Πίρι Ρέις παρέμενε ακόμη στο λιμάνι της Σμύρνης, αλλά η NAVTEX έχει ισχύ μέχρι και τις 25 Σεπτεμβρίου…
Και φυσικά εξαιρετικά δύσκολη στιγμή θα είναι όταν έρθει η συζήτηση στη Γάζα, καθώς η Ελλάδα έχει κρατήσει ισορροπημένη στάση, που αποτυπώθηκε και στη στάση της στη Γενική Συνέλευση και στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, ενώ αντιθέτως ο Ερντογάν είναι εκτός ελέγχου όταν στρέφεται εναντίον του Ισραήλ, θεωρώντας μάλιστα όσους δεν ακολουθούν τη δική του γραμμή ως «συνενόχους σε γενοκτονία».
Η συνάντηση του Έλληνα Πρωθυπουργού με τον Τούρκο Πρόεδρο θα είναι μια δύσκολη συνάντηση από τα παλιά που θα δοκιμασθεί η αντοχή των σχέσεων ώστε σε μια τέτοια συνάντηση να λέγονται αλήθειες χωρίς αυτό να οδηγεί σε ρήξεις και εντάσεις.