Το Εργατικό δίκαιο στην Κύπρο παρέχει αυξημένη προστασία στους εργοδοτούμενους από την ανεξέλεγκτη και άνευ εύλογης αιτίας απόλυση από τους εργοδότες. Παράλληλα, περιορίζει τη δυνατότητα των εργοδοτών να επικαλούνται πλεονασμό για να δικαιολογήσουν την απόλυση ενός εργοδοτουμένου.

Ειδικότερα, όσον αφορά την απόλυση για λόγους πλεονασμού, ο περί Τερματισμού Απασχόλησης Νόμος του 1967, (24/1967) (‘Νόμος’) ως έχει τροποποιηθεί, περιορίζει ρητά τις περιπτώσεις όπου δικαιολογείται ένας εργοδότης να προχωρήσει στην απόλυση ενός ή/και περισσότερων εργοδοτουμένων του, για λόγους πλεονασμού.

Οι περιπτώσεις αυτές καθορίζονται στο άρθρο 18 του Νόμου και σε αυτό το κείμενο, θα ασχοληθούμε με την περίπτωση του άρθρου 18 (γ) (vii) του Νόμου το οποίο καθορίζει ότι ένας εργοδοτούμενος είναι πλεονάζων όταν η απασχόληση του τερματίζεται λόγω ‘περιορισμού του όγκου της εργασίας ή της επιχειρήσεως’.

Θα έλεγα ότι η γενικότητα που χρησιμοποιείται στο λεκτικό του πιο πάνω άρθρου, παρασύρει μεγάλο αριθμό εργοδοτών, χωρίς να λάβουν προηγουμένως κατάλληλη νομική συμβουλή, να προχωρούν στην απόλυση εργοδοτουμένων τους, προβάλλοντας το λόγο ότι αυτή οφείλεται στον περιορισμό του όγκου εργασίας τους ή της επιχείρησης τους, χωρίς να υπάρχει το πραγματικό υπόβαθρο που θα υποστηρίξει τη νομική αυτή θέση.

Σε μεγάλο αριθμό περιπτώσεων μέχρι σήμερα,  το Ταμείο Πλεονάζοντος Προσωπικού (‘Ταμείο’) που καλείται να αποζημιώσει τους εργοδοτούμενους όταν απολύονται για λόγους πλεονασμού, όσο και το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών (‘ΔΕΔ’) στο οποίο προσφεύγουν οι εργοδοτούμενοι για εξέταση της νομιμότητας και των λόγων τερματισμού της απασχόλησης τους, κατέληξαν ότι η μείωση του όγκου εργασιών ή της επιχείρησης που επικαλέστηκαν οι εργοδότες δεν πληρούσαν τις προϋποθέσεις που απαιτούνται  για να εμπίπτουν στο άρθρο 18 (γ)  (vii) του Νόμου, με αποτέλεσμα η απόλυση να θεωρηθεί ως παράνομη και οι εργοδότες να κληθούν να καταβάλουν οι ίδιοι στους εργοδοτούμενους τους, αποζημιώσεις για παράνομη απόλυση.

Όπως έχει νομολογηθεί σε πολύ μεγάλο αριθμό υποθέσεων του ΔΕΔ και του Ανωτάτου Δικαστηρίου, για να δικαιολογείται η απόλυση ενός εργοδοτούμενου για λόγους πλεονασμού σύμφωνα με το άρθρο 18 (γ)  (vii) θα πρέπει να αποδειχτεί μεταξύ άλλων ότι η μείωση δεν ήταν εποχιακή ή περιοδική, ως επίσης ότι υπήρξε μείωση του συνήθους κύκλου εργασιών της επιχείρησης.

Το τι συνιστά  μείωση του συνήθους κύκλου εργασιών έχει εξεταστεί σε πληθώρα υποθέσεων του ΔΕΔ και του Ανωτάτου Δικαστηρίου και έχει αποφασιστεί  ότι, αυτό που θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη είναι ο συνήθης κύκλος εργασιών της επιχείρησης στη διάρκεια των τελευταίων ετών, η οποία ως  θέμα πρακτικής έχει καθιερωθεί να καλύπτει συνήθως τα τελευταία 4 έτη πριν την απόλυση. Αυτό όμως δεν αποτελεί άκαμπτο κανόνα, αφού όταν οι περιστάσεις της υπόθεσης το επιβάλλουν μπορεί να ληφθεί υπόψη και μεγαλύτερη περίοδος.

Μια τέτοια περίπτωση είναι όταν ο κύκλος εργασιών των τελευταίων 3 ετών έχει σημαντική απόκλιση από τον κύκλο εργασιών του αμέσως προηγούμενου 4ου έτους. Τέτοια ήταν η περίπτωση που  εξετάστηκε από το ΔΕΔ στην αίτηση υπ’ αρ. 2/2018, όπου την εργοδότρια εταιρεία εκπροσωπούσε το γραφείο μας και στην οποία τα γεγονότα, εν συντομία, ήταν τα ακόλουθα: Η Αιτήτρια εργοδοτείτο στην επιχείρηση της εργοδότριας εταιρείας από το 1992 και η απασχόληση της τερματίστηκε την 31/12/2016. Ως λόγος απόλυσης αναφέρθηκε η μείωση του κύκλου εργασιών της εργοδότριας εταιρείας ώστε να δικαιολογείτο   η απόλυση για λόγους πλεονασμού. Το Ταμείο πλεονασμού απέρριψε την αίτηση της Αιτήτριας για λόγους πλεονασμού και η τελευταία καταχώρησε στο ΔΕΔ αίτηση, με την οποία αξίωνε εναντίον της εργοδότριας εταιρείας αποζημιώσεις για παράνομη απόλυση, ή διαζευκτικά, εναντίον του Ταμείου για αποζημιώσεις λόγω πλεονασμού.

Σύμφωνα με τις οικονομικές καταστάσεις της εργοδότριας εταιρείας, τα ακάθαρτα εισοδήματά της για το έτος 2014, ήταν πέραν του €1.000.000, το 2015 περίπου €744.000 και το 2016 περίπου €712.000 με αποτέλεσμα να προβάλλει τη θέση πως υπήρχε πτωτική μείωση του κύκλου εργασιών της και κατά συνέπεια δικαιολογείτο ο τερματισμός της απασχόλησης της Αιτήτριας για λόγους πλεονασμού σύμφωνα με το άρθρο 18 (γ) (vii) του Νόμου.

Από την άλλη, το Ταμείο, στηριζόμενο στις οικονομικές καταστάσεις της εργοδότριας εταιρείας για τα έτη 2012 και 2013, που παρουσίαζαν  τα ακάθαρτα εισοδήματα της να ανέρχονται στις €747.000 περίπου, και  €414.000 περίπου αντίστοιχα, ισχυρίστηκε ότι ο συνήθης κύκλος εργασιών που θα έπρεπε να ληφθεί υπόψη ήταν αυτός που παρουσίαζαν οι οικονομικές καταστάσεις των ετών 2012 και 2013 και ο οποίος ήταν χαμηλότερος ή/και στα ίδια επίπεδα με το έτος 2016, κατά το οποίο  απολύθηκε η Αιτήτρια.

Το ΔΕΔ εξέδωσε την απόφαση του στις 28/2/2023 όπου, αφού έλαβε υπόψη το σύνολο των ακάθαρτων εισοδημάτων της εργοδότριας εταιρείας από το 2008 μέχρι το 2016 κατέληξε ότι ο συνήθης κύκλος εργασιών που θα έπρεπε να ληφθεί υπόψη για εξέταση του ισχυρισμού ότι υπήρξε μείωση, ήταν ο μέσος όρος των ακάθαρτων εισοδημάτων για όλα τα πιο πάνω έτη που ανερχόταν στις €900.000 περίπου. Ως εκ τούτου, κατέληξε ότι η πτώση 25% περίπου που παρουσίαζε το 2016 σε σχέση με το συνήθη κύκλο εργασιών της (€712.000 από €900.000) δικαιολογούσε την απόλυση της Αιτήτριας για λόγους πλεονασμού, σύμφωνα με το άρθρο 18 (γ) (vii) του Νόμου. Περαιτέρω, το ΔΕΔ κατέληξε ότι, τα εισοδήματα που παρουσίαζαν οι οικονομικές καταστάσεις της εργοδότριας εταιρείας κατά τα έτη 2012 και 2013 δεν αντικατόπτριζαν το συνήθη κύκλο εργασιών της.

Με την πιο πάνω απόφαση, το ΔΕΔ έχει καταδείξει πως ο σκοπός της νομοθεσίας αλλά και των Δικαστηρίων δεν είναι ο περιορισμός του δικαιώματος των εργοδοτών να απολύουν για λόγους πλεονασμού, αλλά η χρήση του εν λόγω δικαιώματος όταν δικαιολογείται από αντικειμενικές περιστάσεις.

Ως εκ των πιο πάνω, τόσο τα νομικά όσο και τα φυσικά πρόσωπα εργοδότες, θα πρέπει να είναι πολύ προσεκτικοί όταν επικαλούνται ως δικαιολογία απόλυσης τη μείωση του όγκου εργασιών ή της επιχείρησης και να λαμβάνουν κατάλληλη νομική συμβουλή προτού προχωρήσουν ούτως ώστε να αποφεύγουν δυσάρεστες εκπλήξεις.

*Δικηγόρος / Senior Associate,

Δικηγορική εταιρεία Ηλίας Νεοκλέους & Σια ΔΕΠΕ

www.neo.law