Διευθύνων Σύμβουλος του Ομίλου Φώτος Φωτιάδης
Άρθρο που δημοσιεύτηκε στην έντυπη ειδική έκδοση «2025: Έτος Προκλήσεων και Ευκαιριών», η οποία περιλαμβάνει σημαντικές επώνυμες απόψεις και κυκλοφόρησε με τον «Φιλελεύθερου» την Κυριακή 12/1. Δείτε εδώ όλα τα άρθρα σε ηλεκτρονική μορφή
Αποχαιρετώντας το 2024 και μελετώντας τις προβλέψεις για το 2025, είναι για μένα πραγματικά αξιοσημείωτος ο βαθμός ανθεκτικότητας της κυπριακής οικονομίας, λαμβάνοντας υπόψη και τις διαδοχικές κρίσεις που αντιμετώπισε τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Μέσα σε συνθήκες κλεισίματος της οικονομίας (και των συνόρων) κατά τη διάρκεια της πανδημίας, το σοκ της εφοδιαστικής αλυσίδας και τη συνεπακόλουθη αναρρίχηση του πληθωρισμού, τον πόλεμο στην Ουκρανία με τις μεγάλες παράπλευρες απώλειες για τη χώρα μας, την κατακόρυφη επιδείνωση του παγκόσμιου πληθωρισμού αμέσως μετά, τα ψηλά επιτόκια που ακολούθησαν και συνεχίζουν να υφίστανται και τέλος ο πόλεμος στο Ισραήλ – μια χώρα με μεγάλες εμπορικές και επενδυτικές σχέσεις με τη χώρα μας – και όλα αυτά λίγα μόνο χρόνια μετά από την ιστορική (ουσιαστικά) πτώχευση της χώρας το 2013 – βρίσκουμε την οικονομία μας σε αξιοζήλευτα επίπεδα ακμής.
Βλέπουμε το τρίτο τρίμηνο του έτους να κλείνει με τον πολύ ενθαρρυντικό ετήσιο ρυθμό αύξησης του 3,8% και με αναμενόμενη ετήσια μεγέθυνση της οικονομίας μας για το 2025 κοντά στο 3% – από τα ψηλότερα στην Ευρώπη, τον ετήσιο πληθωρισμό κάτω από το 2% – από τους χαμηλότερους δείκτες της Ευρώπης, την ανεργία σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα και κάτω από την δομική ανεργία, με αναμενόμενο δημοσιονομικό πλεόνασμα της τάξης του 3,3% για τον επόμενο χρόνο και το τραπεζικό σύστημα να βρίσκεται σε ιδιαίτερα ανθηρή θέση.
Οι προβλέψεις είναι θετικές για το άμεσο μέλλον, ωστόσο αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν κίνδυνοι, ειδικά μεσοπρόθεσμα.
Δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι η οικονομία μας είναι πολύ ευάλωτη για διάφορους λόγους. Ο κυριότερος είναι ότι συγκριτικά με άλλες ανεπτυγμένες οικονομίες έχουμε πολύ μικρό πρωτογενή και δευτερογενή τομέα, που είναι παράγοντες σταθερότητας για άλλες οικονομίες. Αυτοί οι δύο τομείς της οικονομίας χρειάζεται να μεγαλώσουν, αλλά αυτό θα πάρει χρόνια και μετά από μια σωστή πολιτική και σημαντικών επενδύσεων, κυρίως σε σύγχρονη τεχνολογία.
Οι προκλήσεις είναι σημαντικές. Συνεχίζουμε να έχουμε μεγάλη εξάρτηση από τουρισμό και ξένες επενδύσεις κυρίως στον τομέα των ακινήτων. Και οι δύο τομείς είναι επιρρεπείς σε εξωγενείς κρίσεις. Δημοσιονομικά έχουμε ένα σημαντικό πλεόνασμα, αλλά σε μεγάλο βαθμό προέρχεται από την αύξηση εισροής ξένων εταιρειών στην Κύπρο και τον σημαντικό πληθωρισμό των προηγούμενων δύο χρόνων και όχι από την συγκράτηση των δαπανών. Ενώ παραμένουν δημοσιονομικοί κίνδυνοι όπως στον τομέα του συστήματος υγείας όπου τα έξοδα αυξάνονται με απειλητικούς ρυθμούς. Παραμένει ιδιαίτερα ψηλό το ιδιωτικό χρέος (συμπεριλαμβανομένων των εταιρειών διαχείρισης δανείων, ένα χρόνιο θέμα στο οποίο ίσως να χρειάζεται στοχευμένη κρατική παρέμβαση), έχουμε διαχρονικά χαμηλή παραγωγικότητα στην οικονομία μας εν σχέση με τους εμπορικούς μας εταίρους και ένα ελλειμματικό ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών που αποτελεί σοβαρή πρόκληση. Σε αυτά να προσθέσω και το δεδομένο πως έχουμε μια ακριβή και δυσκίνητη κρατική μηχανή που επιδεικνύει αξιοσημείωτη αντίσταση σε διαρθρωτικές αλλαγές.
Επομένως, ας μη θεωρούμε πως οι ευνοϊκές συνθήκες θα συνεχίσουν αν δεν πάρουμε μέτρα και επενδύσουμε τώρα για το μέλλον.
Θεωρώ ότι η στιγμή για να γίνουν οι σημαντικές μεταρρυθμίσεις, οι τομές και οι επενδύσεις για το αύριο είναι όταν η οικονομία βρίσκεται σε μια θετική πορεία. Όταν η οικονομία αναπτύσσεται και αναβαθμίζεται και τα δημόσια οικονομικά έχουν το περιθώριο.Και όχι όταν είμαστε ένα βήμα πριν τον γκρεμό και με το μαχαίρι στο λαιμό, όπως η πρόσφατη ιστορία θα πρέπει να μας διδάξει. O μόνιμος πειρασμός είναι να ξοδευτούν πόροι για το σήμερα αντί να επενδυθούν για το αύριο, και εδώ είναι που θα χρειαστεί η συνετή πολιτική, η επιμονή, και η τόλμη.
Αυτή είναι η στιγμή για μεταρρυθμίσεις όπως αυτές που περιγράφονται στα οριζόντια μέτρα, τα οποία περιλαμβάνονται στο Όραμα 2035. Οι επενδύσεις σε νέους τομείς της οικονομίας, στην ενεργειακή μας αυτονομία με την εξόρυξη των δικών μας κοιτασμάτων, στην απάμβλυνση του μεγάλου εθνικού θέματος της υπογεννητικότητας, στην αναβάθμιση της εθνικής άμυνας, στον επανασχεδιασμό του συστήματος παιδείας και στον οικονομικό εξορθολογισμό του συστήματος υγείας.