Αν και η Κύπρος βρίσκεται ψηλά στις κατατάξεις αναφορικά με τους αριθμούς των αποφοίτων Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης και γενικότερα χαρακτηρίζεται ως νησί με υψηλού επιπέδου εργατικό δυναμικό, εντούτοις, σε θέματα δαπανών για έρευνα και ανάπτυξη, η χώρα μας βρίσκεται στη χαμηλότερη θέση ανάμεσα στις 28 χώρες της ΕΕ. Σε συνέντευξή του στον «Φ» ο γενικός διευθυντής Ιδρύματος Προώθησης Έρευνας (ΙΠΕ), δρ Βασίλης Τσάκαλος, αποδίδει το γεγονός αυτό στην έλλειψη της κατάλληλης παράδοσης και κουλτούρας, στην ελλιπή σύνδεση των πανεπιστημίων με τις επιχειρήσεις, αλλά και στην ανεπάρκεια των κατάλληλων ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων. Παράλληλα, επισημαίνει ότι η αναδυόμενη κοινότητα των νεοφυών επιχειρήσεων, αναδεικνύει περαιτέρω το ταλέντο και την ευρηματικότητα της νέας γενιάς στην Κύπρο.
Η Κύπρος βρίσκεται σε χαμηλές θέσεις στην έρευνα και την καινοτομία. Πού αποδίδετε ως οργανισμός αυτό το γεγονός;
Η Κύπρος έχει διανύσει μεγάλη απόσταση από τη δεκαετία του ’90, εποχή κατά την οποία η ερευνητική δραστηριότητα ήταν ακόμα σε εμβρυακή κατάσταση, στη σημερινή εποχή όπου η Κύπρος διαθέτει έναν σημαντικό αριθμό φορέων και ατόμων με σημαντικές διεθνείς επιτυχίες και διακρίσεις.
Χαρακτηριστική επιτυχία είναι το γεγονός ότι η Κύπρος καταφέρνει μέχρι στιγμής να έχει τη μεγαλύτερη κατά κεφαλήν απορρόφηση από το πρόγραμμα «Ορίζοντας 2020» στην Ευρώπη, το οποίο είναι το χρηματοδοτικό πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την έρευνα και την καινοτομία που καλύπτει την περίοδο 2014-2020, με προϋπολογισμό περίπου 80 δισ. ευρώ. Βεβαίως υπάρχουν πολλά ακόμα να γίνουν για να φτάσουν οι υπόλοιπες στατιστικές μας επιδόσεις στα επίπεδα των υπόλοιπων ανεπτυγμένων χωρών. Πέραν της νεαρής ηλικίας του συστήματος και της έλλειψης της κατάλληλης παράδοσης και κουλτούρας, παραμένουν, μεταξύ άλλων, ως θέματα ο τύπος και το μέγεθος των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, η ελλιπής σύνδεση των πανεπιστημίων με τις επιχειρήσεις και η ανεπάρκεια των κατάλληλων ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων.
Γενικότερα, θα λέγατε ότι οι Κύπριοι έχουν ιδέες; Πώς θα χαρακτηρίζατε το επίπεδο της ευρηματικότητας και καινοτομίας στην Κύπρο;
Εάν κρίνουμε από τις προτάσεις που υποβάλλονται στα προγράμματα του ΙΠΕ, καθώς και από την κυπριακή συμμετοχή σε ευρωπαϊκά προγράμματα και πρωτοβουλίες, θα λέγαμε ότι τα τελευταία χρόνια τα ερευνητικά έργα που υλοποιούνται στον τόπο μας είναι υψηλής ποιοτικής στάθμης και καλύπτουν μια σειρά θεμάτων αιχμής, με τρόπο που να τοποθετούν πλέον τη χώρα πιο διακριτά στον περιφερειακό και ευρωπαϊκό ερευνητικό χάρτη. Παράλληλα, η αναδυόμενη κοινότητα των νεοφυών επιχειρήσεων αναδεικνύει περαιτέρω το ταλέντο και την ευρηματικότητα της νέας γενιάς στην Κύπρο, καθώς και την τάση που επικρατεί για αλλαγή της κουλτούρας και διοχέτευση της δημιουργικότητας των νέων προς το πεδίο της καινοτόμου επιχειρηματικής δραστηριότητας.
Εκεί που υπάρχει πολλή δουλειά να γίνει είναι για τη δημιουργία εκείνου του οικοσυστήματος που θα διευκολύνει και θα υποστηρίζει την ανάπτυξη και τη μετατροπή αυτών των ιδεών σε πράξη, με επωφελή αποτελέσματα για την οικονομία και την κοινωνία.
Την ίδια στιγμή, διαφοροποιημένη παραμένει η εικόνα για τη δημιουργικότητα στην Κύπρο, εάν την προσεγγίσουμε από την οπτική γωνία των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας και των αιτήσεων για διπλώματα ευρεσιτεχνίας που υποβάλλονται από Κύπριους επινοητές σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο. Ο αριθμός των ιδεών που προστατεύονται μέσω διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας παραμένει πολύ μικρός αναλογικά, σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες της ΕE. Παρόλα αυτά, να σημειώσω ότι και στο εν λόγω πεδίο παρατηρείται μια μικρή αύξηση κατά τα τελευταία χρόνια.
Οι ερευνητές αντιμετωπίζουν δυσκολίες στη χρηματοδότηση επειδή είμαστε μια μικρή αγορά;
Σίγουρα το μέγεθος της αγοράς επηρεάζει σε κάποιο βαθμό, κυρίως ως προς τη διαθεσιμότητα ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων για ανάπτυξη καινοτομιών. Από την άλλη πλευρά, η διαθεσιμότητα κονδυλίων σχετίζεται ιδιαίτερα με την ωριμότητα του οικοσυστήματος έρευνας και καινοτομίας που στην περίπτωση της Κύπρου είναι ακόμα χαμηλή.
Σε ό,τι αφορά τη δυνατότητα διεξαγωγής ερευνητικών έργων μέσω ανταγωνιστικών προγραμμάτων, υπάρχουν τα κονδύλια του ΙΠΕ και τα κονδύλια της Ευρωπαϊκής Ένωσης μέσω του προγράμματος «Ορίζοντας 2020». Τα τελευταία λειτουργούν με βάση πανευρωπαϊκό ανταγωνισμό και δεν υπάρχει περιορισμός στο πόσα μπορούν να διεκδικήσουν οι κυπριακοί φορείς. Σε κάθε περίπτωση, το μικρό μέγεθος της χώρας μπορεί σε μεγάλο βαθμό να αντισταθμιστεί από τη διεθνοποίηση των δραστηριοτήτων έρευνας και καινοτομίας, οι οποίες ούτως ή άλλως, λόγω της φύσης τους, λειτουργούν σε παγκόσμια και όχι σε τοπική κλίμακα. Ιδιαίτερα η νεοφυής καινοτόμος επιχειρηματικότητα πρέπει να στοχεύει πρωτίστως στη διεθνή αγορά.
Ποιες οι προοπτικές της Κύπρου ως ερευνητικού κέντρου καθώς διαθέτουμε δραστήρια πανεπιστήμια και εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό;
Τα τελευταία 20 περίπου χρόνια ο ερευνητικός ιστός της Κύπρου γνώρισε αλματώδη ανάπτυξη. Διαθέτουμε πια αριθμό δημόσιων και ιδιωτικών πανεπιστημίων και ερευνητικών κέντρων που διεξάγουν έρευνα διεθνούς επιπέδου καθώς και μια σημαντική ομάδα ανταγωνιστικών καινοτόμων επιχειρήσεων που δημιουργούν και παράγουν νέα προϊόντα, υπηρεσίες και διαδικασίες. Από την άλλη πλευρά, όπως είπαμε και προηγουμένως, απαιτούνται πολλές ενέργειες για τη δημιουργία του κατάλληλου οικοσυστήματος. Τέτοιου είδους ποιοτικά άλματα δεν γίνονται από τη μία μέρα στην άλλη. Επομένως, σε κάθε περίπτωση απαιτείται μακροχρόνιος σχεδιασμός και ισχυρή δέσμευση από όλους τους εμπλεκόμενους με παράλληλη αύξηση των δημόσιων και ιδιωτικών επενδύσεων σε έρευνα και καινοτομία.
Πώς θα μπορούσε να υπάρξει περαιτέρω συνεργασία Πανεπιστημίων και επιχειρηματικού κόσμου;
Για να υπάρξει περαιτέρω συνεργασία χρειάζεται και οι δύο πλευρές να συνειδητοποιήσουν την προστιθέμενη αξία –αν όχι την αναγκαιότητα– αυτής της συνεργασίας. Άρα, αφενός, πρέπει ο προσανατολισμός των πανεπιστημίων να περιλαμβάνει και κατευθύνσεις εφαρμοσμένης έρευνας με προοπτικές επιχειρηματικής εκμετάλλευσης, αφετέρου, ο προσανατολισμός των επιχειρήσεων να περιλαμβάνει και την ανάπτυξη νέων καινοτόμων προϊόντων και υπηρεσιών. Αναμφίβολα και η κουλτούρα των δύο μερών πρέπει να είναι τέτοια που να ευνοεί τη συνεργασία. Η ανάπτυξη μίας νέας γενιάς επιχειρήσεων έντασης γνώσης, η οποία θα επιταχυνθεί με την υιοθέτηση του κατάλληλου νομικού πλαισίου για τα δημόσια πανεπιστήμια θα εμπλουτίσει το επιχειρηματικό οικοσύστημα της Κύπρου και θα δράσει ως καταλύτης για τέτοιες συνεργασίες.
Αξίζει να σημειώσω ότι το ΙΠΕ παρέχει τα κίνητρα για τέτοιες συνεργασίες αφού συγχρηματοδοτεί ερευνητικά έργα που υλοποιούνται από δίκτυα επιχειρήσεων με πανεπιστήμια, ερευνητικά κέντρα και άλλους φορείς.
Τι είδους έρευνες επιχορηγεί το Ίδρυμα Προώθησης Έρευνας; Πού δίνει έμφαση;
Ένα σημαντικό μέρος του προϋπολογισμού διατίθεται για έρευνα με εφαρμογή στους τομείς της Ενέργειας, Τουρισμού, Κατασκευών, Μεταφορών-Ναυτιλίας, Υγείας, Γεωργίας-Τροφίμων, Περιβάλλοντος, Πληροφορικής και Επικοινωνιών. Οι τομείς αυτοί επιλέχθηκαν διότι διαθέτουν το ανθρώπινο δυναμικό, τις υποδομές και τον επιχειρηματικό τομέα που μπορούν να οδηγήσουν σε σημαντικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στο μέλλον. Επίσης, ένα σημαντικό μέρος του προϋπολογισμού κατευθύνεται σε έργα τα οποία θα υποστηρίξουν τον δυναμισμό και την αειφορία του συστήματος έρευνας, τεχνολογικής ανάπτυξης και καινοτομίας, ανεξαρτήτως επιστημονικού τομέα ή πεδίου εφαρμογής, με τρόπο που θα είναι ικανό να συνεισφέρει μελλοντικά τόσο στην αναδιάρθρωση και μετεξέλιξη της κυπριακής οικονομίας όσο και στην ενίσχυση της αντιμετώπισης των κοινωνικών προκλήσεων.
Εξαγγέλλονται τέσσερα νέα προγράμματα εντός Ιουνίου
Τον Οκτώβριο του 2016 ανακοινώσατε τα προγράμματα Restart 2016-2020 με προϋπολογισμό 100 εκατ. ευρώ. Ποια η συμμετοχή μέχρι σήμερα; Αγκάλιασε τα προγράμματα η ερευνητική κοινότητα της Κύπρου;
Κατά τους τελευταίους επτά μήνες ανακοινώθηκαν προσκλήσεις υποβολής προτάσεων μέσω των οποίων θα διατεθούν περίπου 45 από τα συνολικά 100 εκατομμύρια ευρώ τα οποία θα γίνουν διαθέσιμα μέσω των προγραμμάτων «Restart». Για τη διεκδίκηση αυτού του ποσού υποβλήθηκαν στο ΙΠΕ 724 ερευνητικές προτάσεις με συνολική αιτούμενη χρηματοδότηση περί τα 210 εκατ. ευρώ. Γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι τα προγράμματα αγκαλιάστηκαν από την ερευνητική κοινότητα της Κύπρου. Είμαστε ιδιαίτερα ικανοποιημένοι από το γεγονός αυτό αφού τα νέα προγράμματα εισαγάγουν πολλά νέα στοιχεία σε σχέση με το παρελθόν, μεταξύ των οποίων: ανανεωμένη στοχοθέτηση, πληρέστερη κάλυψη των αναγκών των καινοτόμων επιχειρήσεων, ισχυρότερη προώθηση της επιχειρηματικότητας υψηλής τεχνολογίας καθώς επίσης και δομικές αλλαγές σε ό,τι αφορά τους κανονισμούς και διαδικασίες συμμετοχής και τα υποστηρικτικά εργαλεία εφαρμογής. Με τον τρόπο αυτό, η συμμετοχή της ερευνητικής κοινότητας γίνεται πιο σύγχρονη και ουσιαστική.
Να σημειώσω ότι μέσα στον Ιούνιο προγραμματίζουμε την ανακοίνωση τεσσάρων νέων προγραμμάτων. Το πρόγραμμα «Κουπόνια Καινοτομίας» το οποίο ενθαρρύνει τη συνεργασία μεταξύ επιχειρήσεων και οργανισμών έντασης γνώσης για καινοτόμες δραστηριότητες, το πρόγραμμα «Συμμετοχή σε Εκδηλώσεις Διεθνούς Δικτύωσης» για την υποστήριξη της δικτύωσης των κυπριακών φορέων στο εξωτερικό, το πρόγραμμα «Διερεύνηση Βιομηχανικής Εφαρμογής Τεχνολογίας/Τεχνογνωσίας» για την προκαταρκτική διερεύνηση των πιθανών βιομηχανικών εφαρμογών που μπορεί να έχει μια τεχνολογία/τεχνογνωσία, καθώς και το πρόγραμμα «Βιομηχανική Ιδιοκτησία» για υποστήριξη της κατοχύρωσης των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας (πατέντες) και βιομηχανικών σχεδίων από κυπριακούς φορείς.
Η Κύπρος καταφέρνει μέχρι στιγμής να έχει τη μεγαλύτερη κατά κεφαλήν απορρόφηση από το πρόγραμμα «Ορίζοντας 2020» στην Ευρώπη, σύμφωνα με τον κ. Τσάκαλο (φωτό).