Το κίνημα degrowth (σ.σ. το κίνημα degrowth είναι ένα ακαδημαϊκό και κοινωνικό κίνημα που ασκεί κριτική στην έννοια της αύξησης του ΑΕΠ ως μέτρο της ανθρώπινης και οικονομικής ανάπτυξης) έχει τελειώσει. Καθώς τα έθνη στην Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική είναι αντιμέτωπα με αυξανόμενο χρέος και γερασμένο πληθυσμό, οι πολιτικοί μιλούν και πάλι για το πώς θα αυξήσουν την οικονομική ανάπτυξη. Είναι η μόνη τους ελπίδα.
Υπάρχει μόνο ένα πρόβλημα: κανείς δεν υποστηρίζει πολιτικές που θα λειτουργήσουν πραγματικά. Κάτι τέτοιο θα απαιτούσε την υιοθέτηση της αλλαγής, κάτι που είναι το τελευταίο πράγμα που θέλει να κάνει κάθε πολιτικός που είναι υπόχρεος στον λαϊκισμό.
Το καλύτερο πρόσφατο παράδειγμα είναι η συνέντευξη του πρώην προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ την περασμένη εβδομάδα στον αρχισυντάκτη του Bloomberg John Micklethwait. Ο Τραμπ υποστήριξε ότι δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας για το χρέος που δημιουργούν τα σχέδιά του για τις δαπάνες και τη μείωση των φόρων, επειδή η οικονομική ανάπτυξη θα φέρει περισσότερα κρατικά έσοδα. Στο επίκεντρο του σχεδίου του βρίσκονται οι πολύ μεγάλοι δασμοί, οι οποίοι, όπως υποστήριξε, θα αυξήσουν την ανάπτυξη ενθαρρύνοντας περισσότερες εταιρείες να παράγουν προϊόντα στις ΗΠΑ.
Οι περισσότεροι οικονομολόγοι είναι επιφυλακτικοί. Σε γενικές γραμμές, οι δασμοί κοστίζουν χρήματα στους καταναλωτές και δεν έχουν καλή πορεία στην τόνωση της ανάπτυξης. Οι δασμοί του Τραμπ δεν θα φέρουν κάτι διαφορετικό.
Ακόμη και αν οι δασμοί του κατάφερναν να αναζωογονήσουν τη μεταποίηση στις μεσοδυτικές πολιτείες – ένα μεγάλο αν – δεν θα αυξανόταν η ανάπτυξη, η οποία προέρχεται από τρεις πηγές: κεφάλαιο, εργασία και παραγωγικότητα. Είναι δελεαστικό να κοιτάξει κανείς την ανάπτυξη της Κίνας τις τελευταίες δεκαετίες, η οποία ενισχύθηκε από τη μεταποιητική της βιομηχανία, και να συμπεράνει ότι η Αμερική θα μπορούσε να αποκτήσει κινεζικούς ρυθμούς ανάπτυξης αν οι ΗΠΑ κατασκεύαζαν περισσότερα πράγματα. Αλλά η κινεζική οικονομία αναπτύχθηκε τόσο γρήγορα επειδή είχε πολύ “φτωχή” αρχή. Μόλις πριν από μερικές δεκαετίες, ήταν μια ελάχιστα βιομηχανοποιημένη οικονομία με ένα ως επί το πλείστον ανειδίκευτο εργατικό δυναμικό. Η απλή προσθήκη κεφαλαίου στην οικονομία της δημιούργησε πολλές μεταποιητικές θέσεις εργασίας που ήταν πιο παραγωγικές από αυτές που είχε προηγουμένως ο πληθυσμός της – αγροτικές εργασίες στις αγροτικές περιοχές.
Όπως βλέπει τώρα η κινεζική κυβέρνηση, αυτή η στρατηγική λειτουργεί μόνο για λίγο. Μετά από λίγο, το όφελος από την προσθήκη περισσότερου κεφαλαίου μειώνεται, οι εργαζόμενοι σταματούν να γίνονται πιο παραγωγικοί και η ανάπτυξη επιβραδύνεται.

Ο λαϊκισμός είναι κακός για την οικονομική ανάπτυξη
Η οικονομία των ΗΠΑ έχει υπεραποδώσει έναντι άλλων μεγάλων οικονομιών τις τελευταίες δεκαετίες
Η οικονομία των ΗΠΑ έφτασε σε αυτό το στάδιο ανάπτυξης πριν από δεκαετίες. Η μεταποίηση που έχει απομείνει στις ΗΠΑ γίνεται με λιγότερους ανθρώπους και είναι ιδιαίτερα παραγωγική. Οι θέσεις εργασίας χαμηλής ειδίκευσης στη μεταποίηση έχουν προ πολλού αντικατασταθεί από την τεχνολογία ή έχουν μεταφερθεί στο εξωτερικό, εν μέρει επειδή οι θέσεις αυτές δεν δημιουργούν αρκετή οικονομική αξία για να πληρώνονται καλά. (Επειδή οι θέσεις εργασίας στον τομέα των υπηρεσιών δεν παράγουν πράγματα, δεν σημαίνει ότι δεν είναι παραγωγικές).
Δεν είναι σαφές τι είδους μεταποιητικές θέσεις εργασίας θα ήθελε να δει ο Τραμπ να επιστρέφουν στις ΗΠΑ. Ο υποψήφιος αντιπρόεδρός του Τζέι Ντι Βανς ανέφερε ότι οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν περισσότερα εργοστάσια τοστιέρας, πράγμα που θα σήμαινε περισσότερες θέσεις εργασίας χαμηλής ειδίκευσης. Και αυτό θα μπορούσε να ενισχύσει την ανάπτυξη, αλλά μόνο υπό ορισμένες συνθήκες – αν για παράδειγμα οι περισσότεροι εργαζόμενοι έκαναν σήμερα κάτι λιγότερο παραγωγικό, όπως οι γεωργικές εργασίες του 19ου αιώνα.
Εν τω μεταξύ, η ανεργία στις ΗΠΑ είναι ήδη χαμηλή, οπότε δεν υπάρχει πληθώρα εργατικού δυναμικού που αναζητά θέσεις εργασίας χαμηλής ειδίκευσης στη μεταποίηση. Αν πολλοί εργαζόμενοι άφηναν τις σημερινές τους θέσεις εργασίας για να φτιάχνουν τοστιέρες, πολλοί θα ήταν λιγότερο παραγωγικοί από ό,τι είναι τώρα, και αυτό θα μείωνε την οικονομική ανάπτυξη των ΗΠΑ.
Ο Βανς θα υποστήριζε πιθανώς ότι η ανεργία δεν λέει όλη την ιστορία, επειδή το ποσοστό συμμετοχής των ανδρών σε παραγωγική ηλικία στο εργατικό δυναμικό έχει μειωθεί και η αύξηση της απασχόλησης των ανδρών θα βοηθούσε την ανάπτυξη (αν και όχι σχεδόν τόσο ώστε να πληρωθούν τα προτεινόμενα χρέη του Τραμπ). Έχει δίκιο ότι η απουσία των ανδρών από το εργατικό δυναμικό αποτελεί σοβαρό οικονομικό και κοινωνικό πρόβλημα. Αλλά δεν είναι σαφές ότι αυτό συμβαίνει επειδή δεν υπάρχουν θέσεις εργασίας. Και η αναβίωση της οικονομίας της δεκαετίας του 1960 θα έφερνε τις ΗΠΑ μόνο στο ΑΕΠ της δεκαετίας του 1960.
Τι θα έκανε λοιπόν μια οικονομία να αναπτυχθεί; Όταν μια χώρα είναι τόσο ανεπτυγμένη όσο οι ΗΠΑ ή πολλά ευρωπαϊκά έθνη, υπάρχουν μόνο δύο πράγματα: περισσότεροι άνθρωποι και καλύτερη παραγωγικότητα.
Το πρώτο είναι απίθανο σε αυτό το πολιτικό κλίμα. Όσον αφορά το δεύτερο, η πρόκληση είναι πώς θα δημιουργηθούν συνθήκες που θα επιτρέψουν την άνθηση της καινοτομίας, δεδομένου ότι η καινοτομία – η κατασκευή νέων πραγμάτων ή η κατασκευή υφιστάμενων πραγμάτων με λιγότερους πόρους – οδγεί σε μια πιο παραγωγική οικονομία. Οι ΗΠΑ ιστορικά αναπτύσσονται ταχύτερα από άλλα πλούσια έθνη για διάφορους λόγους: μεγάλες κεφαλαιαγορές, περισσότερες δαπάνες για Έρευνα και Ανάπτυξη, μια πιο ρευστή αγορά εργασίας – και μια εξαιρετική ικανότητα καινοτομίας και προσαρμογής.
Γίνεται συζήτηση σχετικά με το πόσο άμεσα θα πρέπει να συμμετέχει η κυβέρνηση στην καινοτομία. Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι θα πρέπει να είναι ο κύριος καινοτόμος φορέας – η DARPA, η οποία είναι μια υπηρεσία του Πενταγώνου, βοήθησε ως γνωστόν στην εφεύρεση του διαδικτύου. Και ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν έχει προσπαθήσει να προωθήσει την καινοτομία σε συγκεκριμένους τομείς, μέσω επιδοτήσεων και δασμών που ενισχύουν την πράσινη τεχνολογία. Ωστόσο, ο ρόλος του ιδιωτικού τομέα, ο οποίος βασίζεται στις τιμές της αγοράς και στις ανταμοιβές από την ανάληψη κινδύνων, είναι ζωτικής σημασίας για την ανάπτυξη καινοτομιών, την προώθησή τους στην αγορά και τη διάδοσή τους στην οικονομία. Η κυβέρνηση μπορεί να διευκολύνει τις καινοτομίες της αγοράς, προσφέροντας για παράδειγμα φορολογικά κίνητρα.
Το φετινό βραβείο Νόμπελ απονεμήθηκε σε οικονομολόγους για το έργο τους σχετικά με το γιατί ορισμένες χώρες αναπτύσσονται ταχύτερα από άλλες. Το έργο τους αφορούσε κυρίως τις αναπτυσσόμενες χώρες, αλλά είναι επίσης διδακτικό και για τις αναπτυγμένες χώρες.
Και στις δύο περιπτώσεις, οι θεσμοί μπορούν να ενθαρρύνουν την ανάπτυξη του ιδιωτικού τομέα και να διευκολύνουν μια οικονομία που μπορεί να προσαρμόζεται καλύτερα στις αλλαγές – προωθώντας, για παράδειγμα, πιο ευέλικτες αγορές εργασίας και νόμους που δεν τιμωρούν πολύ αυστηρά τις πτωχεύσεις. Οι Ευρωπαίοι γραφειοκράτες αναρωτιούνται για το πώς να ενισχύσουν την ανάπτυξη, αλλά αρκεί να κοιτάξουμε τις προσπάθειές τους να ανακόψουν την πρόοδο της τεχνητής νοημοσύνης για να καταλάβουμε γιατί η ανάπτυξη δεν ευδοκιμεί εκεί. Ένας άλλος παράγοντας είναι η κουλτούρα, δηλαδή το άνοιγμα στην αλλαγή και το ρίσκο. Ο Καναδάς διαθέτει θεσμούς εξίσου καλούς με τους αμερικανικούς, αλλά αναπτύσσεται με βραδύτερο ρυθμό επειδή τείνει να αποφεύγει τα ρίσκα.
Το λαϊκιστικό κύμα στις ΗΠΑ, με την επιθυμία είτε να επιστρέψει στο παρελθόν είτε να επιβραδύνει την αλλαγή του παρόντος, είναι αυτό που απειλεί τη μελλοντική ανάπτυξη της Αμερικής. Το σχέδιο δασμών του Τραμπ διαφωνεί με αυτό που έκανε την αμερικανική οικονομία επιτυχημένη. Η οικονομική ανάπτυξη προέρχεται από την υιοθέτηση του μέλλοντος.
Απόδοση – Επιμέλεια: Στάθης Κετιτζιάν