Της Trefis Team
Πριν πιάσουμε τα μαθηματικά, ας δούμε μια λέξη: ενέργεια. Η ρωσική οικονομία συνδέεται πολύ στενά με τις τιμές του πετρελαίου. Η Ρωσία εξήγαγε περίπου 2,8 δισ. βαρέλια πετρελαίου το 2024 που της απέφεραν έσοδα ύψους 192 δισ. δολαρίων. Οπότε η κεντρική ιδέα είναι απλή: χρησιμοποιείστε ως όπλο την παραγωγή ενέργειας των ΗΠΑ για να καταρρεύσει η ρωσική οικονομία και να εξαναγκαστεί να τερματίσει τον πόλεμο στην Ουκρανία. Ας προχωρήσουμε σε ανάλυση των μαθηματικών όπως τα σκέφτεται ο Τραμπ, για να δούμε αν όντως βγαίνει νόημα.
Τα βασικά
Η Ρωσία είναι όντως ευάλωτη. Οι ρωσικές εξαγωγές ενεργειακών πόρων (πετρέλαιο, φυσικό αέριο κ.ά.) έφεραν έσοδα περίπου 240 δισ. δολαρίων το 2024. Σε σύγκριση με το ΑΕΠ της Ρωσίας, ύψους 2,2 τρισ. δολαρίων, οι εξαγωγές αυτές αντιπροσωπεύουν άνω του 10% της συνολικής παραγωγής της χώρας και το πετρέλαιο καλύπτει το 80% των συνολικών ενεργειακών εξαγωγών της.
Ένας τρόπος για να χτυπήσει ο Τραμπ τη Ρωσία εκεί που πονάει είναι να “πλημμυρίσει” την παγκόσμια αγορά ενέργειας με επιδοτούμενο αμερικανικό πετρέλαιο. Ας υποθέσουμε ότι ο Τραμπ προσφέρει επιδότηση 20 δολαρίων το βαρέλι στο αμερικανικό πετρέλαιο. Αυτή ισούται με επιδότηση της τάξης του 30% επί της τρέχουσας τιμής του αμερικανικού αργού στα 67 δολάρια, καθιστώντας το WTI ακαταμάχητα φθηνό στα 47 δολάρια το βαρέλι.
Οι ΗΠΑ έχουν μεγάλη δυνατότητα παραγωγής. Στην αιχμή της παραγωγικής τους ικανότητας, μπορούν να αντλήσουν 14 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα. Το πρόβλημα είναι ότι το fracking (υδραυλική ρωγμάτωση για την εξόρυξη πετρέλαιο) σταματά, όταν οι τιμές υποχωρούν σημαντικά για να είναι κερδοφόρα η δραστηριότητα. Αυτή η επιδότηση θα διατηρήσει την παραγωγή, ανεξάρτητα από τις συνθήκες της αγοράς.
Η οικονομική λογική
Εδώ το θέμα αποκτά ενδιαφέρον από δημοσιονομική άποψη: η υποθετική επιδότηση με 20 δολάρια το βαρέλι για την παραγωγή 14 εκατ. βαρελιών ημερησίως αντιστοιχεί σε κόστος 280 εκατ. δολαρίων ημερησίως για τις ΗΠΑ. Και αν οι ΗΠΑ είναι πρόθυμες να διατηρήσουν αυτή την επιδότηση για 6 μήνες, ο συνολικός λογαριασμός θα ξεπεράσει τα 50 δισ. δολάρια.
Είναι τεράστιο το ποσό; Όχι ακριβώς, αν λάβετε υπόψη σας την ευρύτερη οικονομική εικόνα. Οι ΗΠΑ έχουν χρέος 36,6 τρισ. δολαρίων με μέσο επιτόκιο 3,3%. Κάθε πτώση των επιτοκίων κατά 1% εξοικονομεί ετησίως 366 δισ. δολάρια από τις πληρωμές τόκων.
Αν η φθηνή ενέργεια συμβάλει στο να υποχωρήσει ο πληθωρισμός και δώσει το περιθώριο στη Fed να μειώσει σημαντικά τα επιτόκια, η επιδότηση θα μπορούσε -θεωρητικά- να αποπληρωθεί πολλαπλάσια. Επιπλέον, το χαμηλότερο ενεργειακό κόστος θα περνούσε σε ολόκληρη την οικονομία: από τα data centers έως τη ναυτιλία, δημιουργώντας αποπληθωριστικές πιέσεις που θα μπορούσαν να αντισταθμίσουν τυχόν αυξήσεις των τιμών λόγω δασμών.
Οι στρατηγικοί κίνδυνοι
Το σχέδιο έχει τρωτά σημεία. Ο Πούτιν μπορεί να κλιμακώσει τις επιθέσεις του στην Ουκρανία αντί να προχωρήσει σε συμφωνία για εκεχειρία, εφόσον στριμωχτεί οικονομικά. Ιστορικά, η Ρωσία έχει απαντήσει εντείνοντας την επιθετικότητά της όταν νιώθει πως απειλείται υπαρξιακά, και όχι με οπισθοχώρηση.
Η Κίνα παραμένει ο μπαλαντέρ. Ως μεγάλος αγοραστής ενέργειας από τη Ρωσία, το Πεκίνο θα μπορούσε να στηρίξει τη ρωσική οικονομία, ακόμη και αν οι ΗΠΑ πρόσφεραν φθηνότερες εναλλακτικές. Ωστόσο, το σενάριο με πολύ υψηλές επιδοτήσεις του πετρελαίου, ακόμη και 30-40 δολάρια το βαρέλι, θα μπορούσε να αλλάξει άρδην την κατάσταση. Αν οι τιμές υποχωρούσαν σημαντικά, ίσως η Κίνα να έδινε προτεραιότητα στο οικονομικό της συμφέρον έναντι της στήριξης της Ρωσίας.
Η πραγματικότητα
Αυτή η στρατηγική αντιμετωπίζει ουσιαστικά τις επιδοτήσεις ως το μικρότερο κακό σε σύγκριση με το κόστος από τις παρατεταμένες πολεμικές συγκρούσεις και την οικονομική αστάθεια. Το να πετύχει η οικονομική πίεση αυτό που δεν κατάφερε η στρατιωτική βοήθεια, δηλαδή τον τερματισμό του πολέμου, είναι ένα στοίχημα υψηλού ρίσκου.
Τα μαθηματικά λειτουργούν στα χαρτιά, αλλά η γεωπολιτική σπάνια ακολουθεί την οικονομική θεωρία. Η ικανότητα της Ρωσίας να αντέχει στις οικονομικές αντιξοότητες είναι εντυπωσιακή και η εκτίμηση πως η φθηνή ενέργεια θα οδηγήσει σε μειώσεις των επιτοκίων της Fed περιλαμβάνει αρκετές μεταβλητές -οικονομικού χαρακτήρα- που δεν είναι πάντα προβλέψιμες.
Παρόλα αυτά, όταν σταθμίζονται έναντι των εναλλακτικών λύσεων -συνεχιζόμενες στρατιωτικές δαπάνες, παρατεταμένη αστάθεια και οικονομική αβεβαιότητα- μια επιδότηση στην ενέργεια ύψους 50 δισ. δολαρίων μοιάζει με λελογισμένο ρίσκο και όχι με απερίσκεπτη δαπάνη. Το κατά πόσον θα λειτουργούσε πραγματικά εξαρτάται από μεταβλητές που κανένα λογιστικό φύλλο δεν μπορεί να αποτυπώσει με ακρίβεια.