Του Brandon Kochkodin
Χρυσός και χρηματιστηριακή αγορά συνήθως δεν μοιράζονται το… φως των προβολέων. Τις σπάνιες φορές που γίνεται αυτό, σημαίνει ότι τα συνηθισμένα σήματα φόβου και εμπιστοσύνης συγκρούονται. Ή και ότι συμβαίνει κάτι βαθύτερο.
Από την αρχή του έτους ο χρυσός τρέχει ράλι της τάξης του 44%. Την ίδια περίοδο ο S&P 500 έχει ενισχυθεί κατά 14%. Για το 2025, χρυσός και Wall Street έχουν σημειώσει και οι δύο ρεκόρ την ίδια μέρα έξι φορές. Το 2024 το φαινόμενο αυτό συνέβη 10 φορές. Όμως από το 1970 έως το 2023, είδαμε τη “σύμπτωση” αυτή μόλις δύο φορές. Και οι δύο το 1972: τη χρονιά μετά την κατάργηση της μετατρεψιμότητας του δολαρίου σε χρυσό από τον πρόεδρο Νίξον, που “απελευθέρωσε” τη διαπραγμάτευση του πολύτιμου μετάλλου.
Ιστορικά, το μοτίβο των τελευταίων δύο ετών είναι εντελώς απροσδόκητο. Για καλό λόγο.
Ο χρυσός θεωρείται ασφαλές επενδυτικό καταφύγιο και συνήθως αποδίδει καλύτερα όταν οι οικονομικές προοπτικές είναι αβέβαιες. Αυτό ήταν σπάνιο φαινόμενο κατά το μεγαλύτερο μέρος των τελευταίων 50 ετών. Ο Jim Stack, ιδρυτής και CEO της Stack Financial Management, επισημαίνει ότι τα τελευταία 54 χρόνια υπήρξαν μόνο τέσσερις περίοδοι όπου ο χρυσός εκτινάχθηκε σε ιστορικά υψηλά. Από την πλευρά τους οι μετοχές ανεβαίνουν όταν οι συνθήκες φαίνονται ευνοϊκές (ή, στη σύγχρονη εποχή των κεντρικών τραπεζών, όταν οι συνθήκες φαίνονται αρκετά κακές ώστε οι επενδυτές να αναμένουν ένα “κύμα εκτύπωσης” χρήματος). Μια ερμηνεία για την τρέχουσα κατάσταση είναι ότι οι επενδυτές νιώθουν αβεβαιότητα και τοποθετούνται συγχρόνως τόσο στην ανάπτυξη όσο και στον κίνδυνο. Μια άλλη εξήγηση, η οποία ίσως και να σχετίζεται με την πρώτη, είναι η πτώση του δολαρίου.
Από την αρχή του έτους ο δείκτης του δολαρίου έχει σημειώσει “βουτιά” 10%. Οδεύει προς τη χειρότερη χρονιά του από το 2003, όταν υποχώρησε κατά 15%. Το ασθενέστερο δολάριο παρέχει στήριξη στον χρυσό, ενώ δίνει ώθηση και στις μετοχές της Wall αφού είναι φθηνότερες για τους ξένους αγοραστές.
Ο Marko Papic, αναλυτής της καναδικής BCA Research, υποστηρίζει ότι η πτώση του δολαρίου είναι ο κύριος παράγοντας πίσω από τα ταυτόχρονα ράλι χρυσού και Wall.
“Το sell-off του δολαρίου” επισημαίνει ο Papic και εξηγεί πως το δολάριο ήταν ισχυρό εδώ και χρόνια λόγω των προσδοκιών για σταθερή υπεραπόδοση της αμερικανικής οικονομίας. Μεγάλο μέρος αυτής της δυναμικής, εξηγεί ο ίδιος, προήλθε από τη δημοσιονομική αντίδραση στην πανδημία. Τρισεκατομμύρια σε δαπάνες κατέληξαν στους ισολογισμούς των νοικοκυριών. Αλλά αυτά τα χρήματα έχουν πλέον τελειώσει.
Παράλληλα, οι δασμοί και οι “εμπορικές εντάσεις” έχουν αναγκάσει άλλες περιοχές στον κόσμο να τονώσουν τις δικές τους οικονομίες αντί να βασίζονται στη ζήτηση από τις ΗΠΑ. Ο Papic χαρακτηρίζει το τέλος της δημοσιονομικής κυριαρχίας των ΗΠΑ ως σημείο καμπής. “Τα νομίσματα ανεβαίνουν και κατεβαίνουν”, λέει. “Το μεγαλύτερο λάθος είναι να πιστεύουμε ότι τα περιουσιακά στοιχεία των ΗΠΑ θα έχουν πάντα καλύτερες επιδόσεις. Αυτό είναι αδύνατον”.
Ο Peter Corey, συνιδρυτής και αναλυτής της αμερικανικής Pave Finance, βλέπει την ίδια δυναμική. Επισημαίνει ότι ο πληθωρισμός μειώνεται από το 2022, γεγονός που έχει στηρίξει τα εταιρικά αποτελέσματα και έχει φέρει κέρδη στη Wall. Παράλληλα, το ασθενέστερο δολάριο δολαρίου έχει κάνει πιο ελκυστικό περιουσιακό στοιχείο τον χρυσό. “Δύο σημαντικά φαινόμενα συμβαίνουν ταυτόχρονα”, τονίζει ο Corey. “Ο πληθωρισμός υποχωρεί, αυτό είναι θετικό για τις μετοχές. Στο μεταξύ, η αξία του δολαρίου μειώνεται κι οι επενδυτές στρέφονται στον χρυσό”.
Ο Corey κάνει μια σύγκριση με τις αρχές της δεκαετίας του 1970. Ο πληθωρισμός υποχωρούσε από το 1970 έως το 1972, δίνοντας ανοδική στήριξη στις μετοχές. Το 1973, ο πληθωρισμός αυξήθηκε ξανά, η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ διπλασίασε τα επιτόκια μέσα σε ένα χρόνο και ο S&P 500 έχασε το 50% της αξίας του. O Corey προειδοποιεί ότι αν ο πληθωρισμός αρχίσει να αυξάνεται πάλι, οι αγορές θα μπορούσαν να βρεθούν αντιμέτωπες με το ίδιο πρόβλημα. “Οι επενδυτές θα είναι ακόμη πιο ευάλωτοι στις κινήσεις της Fed σε σύγκριση με πριν από 50 χρόνια”, επισημαίνει.
Η ταυτόχρονη άνοδος του χρυσού και των μετοχών είναι σπάνιο φαινόμενο. Αποτυπώνει αφενός την αποδυνάμωση του δολαρίου και αφετέρου τις ασαφείς οικονομικές προοπτικές. Η παράλληλη αυτή σχέση μπορεί να συνεχιστεί, αλλά η ιστορία δείχνει ότι δεν θα διαρκέσει για πάντα. Κάποια στιγμή, το ένα περιουσιακό στοιχείο θα “αποσπαστεί” από το άλλο. Ποιο από τα δύο θα αντέξει εξαρτάται από το αν η οικονομία θα κινηθεί προς μια βιώσιμη ανάπτυξη ή θα βρεθεί σε νέο κλοιό πιέσεων.