Ημερίδα με θέμα την ισότητα των φύλων και την ίση μεταχείριση στην απασχόληση διοργανώθηκε από το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και τον Σύνδεσμο Εγκεκριμένων Λογιστών Κύπρου.
Στην εν λόγω ημερίδα μια εκ των εισηγητριών /των η κ. Αλ. Χατζηκουμή Λειτουργό Εργασίας Α’, Νομικών Θεμάτων του Κλάδου Νομοθεσιών και Επιθεωρήτρια Ισότητας του Τμήματος Εργασίας παρουσίασε το νομικό πλαίσιο που προστατεύει την ισότητα των φύλων στην απασχόληση και στην επαγγελματική εκπαίδευση στην Κύπρο και σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης. Όπως υπενθύμισε, το άρθρο 28 του Συντάγματος κατοχυρώνει την ισότητα όλων των πολιτών ενώπιον του νόμου, της διοικήσεως και της δικαιοσύνης και δικαιούνται να τυγχάνουν ίσης προστασίας και μεταχειρίσεως, χωρίς διακρίσεις λόγω φύλου, φυλής, θρησκείας ή άλλων χαρακτηριστικών όπως αυτά αναφέρονται σε αυτό.
Σε επίπεδο ΕΕ, η ομιλήτρια παρέθεσε κρίσιμες οδηγίες, όπως:
Την Οδηγία 76/207/ΕΟΚ περί της εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών, όσον αφορά την πρόσβαση σε απασχόληση, την επαγγελματική εκπαίδευση και προώθηση και τις συνθήκες εργασίας»
Την Οδηγία 2002/73/ΕΚ για την τροποποίηση της Οδηγίας 76/207/ΕΚ όπου εισήχθη η σεξουαλική παρενόχληση ως απαγορευμένη διάκριση λόγω φύλου και έγιναν προβλέψεις σχετικά με την οριοθέτηση της απαγορευμένης συμπεριφοράς, τα δικαιώματα του θύματος και τις ευθύνες του θύτη και του εργοδότη
Την Οδηγία 97/80/ΕΚ σχετικά με το βάρος απόδειξης σε περιπτώσεις διακριτικής μεταχείρισης λόγω φύλο
Την Οδηγία 2006/54/ΕΚ για την εφαρμογή της αρχής των ίσων ευκαιριών και της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών σε θέματα εργασίας και απασχόλησης» (αναδιατύπωση)
την Οδηγία 92/85/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 19ης Οκτωβρίου 1992 σχετικά με την εφαρμογή μέτρων που αποβλέπουν στη βελτίωση της υγείας και της ασφάλειας κατά την εργασία των εγκύων, λεχώνων και γαλουχουσών εργαζομένων

Η κυπριακή νομοθεσία έχει εναρμονιστεί με το ευρωπαϊκό κεκτημένο μέσω των Νόμων 205(Ι)/2002 (ο περί Ισης Μεταχείρισης Ανδρών και Γυναικών στην Απασχόληση και στην επαγγελματική εκπαίδευση Νόμος) και 100(Ι)/1997(ο περί Προστασίας της Μητρότητας Νόμος) . Οι διατάξεις αφορούν την πρόσβαση στην εργασία, τις συνθήκες απασχόλησης, την επαγγελματική κατάρτιση, την αμοιβή, τις απολύσεις, καθώς και την προστασία λόγω εγκυμοσύνης/ μητρότητας.
Η “αρχή της ίσης μεταχείρισης” προϋποθέτει την απουσία άμεσης ή έμμεσης διάκρισης, με τον νόμο να ορίζει σαφώς και τις μορφές αυτές: άμεση ή έμμεση διάκριση, παρενόχληση, σεξουαλική παρενόχληση ή και εντολή διακριτικής μεταχείρισης.
Ιδιαίτερη μνεία έγινε στην απαγόρευση λιγότερης ευνοϊκής μεταχείρισης λόγω εγκυμοσύνης ή μητρότητας όπως καταχυρώνεται νομολογιακά από το Δικαστήριο ΕΕ όπως επίσης στην αναφορά παραδειγμάτων από την νομολογία του Δικαστηρίου της ΕΕ (υποθέσεις Evelyne Thibault, Νικολούδης κατά ΟΤΕ) σε σχέση με την έννοια άμμεση/ έμμεση διάκριση ενώ παρουσιάστηκαν και τα κριτήρια με τα οποία μια φαινομενικά ουδέτερη πρακτική συνιστά έμμεση διάκριση.
Η σεξουαλική παρενόχληση ορίζεται ως οποιαδήποτε ανεπιθύμητη από τον αποδέκτη της συμπεριφορά σεξουαλικής φύσεως, που εκφράζεται λόγω ή έργω, και έχει ως σκοπό ή αποτέλεσμα την προσβολή της αξιοπρέπειας ενός προσώπου, ιδίως όταν δημιουργεί ένα εκφοβιστικό, εχθρικό, ταπεινωτικό ή επιθετικό περιβάλλον, κατά την απασχόληση ή την επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση ή κατά την πρόσβαση σε απασχόληση ή την επαγγελματική εκπαίδευση ή κατάρτιση. Ο νόμος προβλέπει την απόλυτη απαγόρευσή της και την ευθύνη του εργοδότη τόσο σε επίπεδο πρόληψης όσο και καταστολής.
Ο εργοδότης υποχρεούται να εφαρμόζει κώδικα συμπεριφοράς και να λαμβάνει μέτρα για την αποτροπή τέτοιων περιστατικών και να μην προβαίνει σε εκδικητικές ενέργειες κατά προσώπων που καταγγέλλουν παραβάσεις. Η μη συμμόρφωση επισύρει ποινικές και αστικές κυρώσεις.
Τέλος, η κ. Χατζηκουμή αναφέρθηκε στους μηχανισμούς προστασίας που προβλέπει ο Νόμος 205(Ι)/2002, όπως οι Επιθεωρητές Ισότητας του Τμήματος Εργασίας , η Επίτροπος Διοικήσεως και προστασίας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, η Επιτροπή Ισότητας των φύλων στην Απασχόληση και στην Επαγγελματική Εκπαίδευση, το Εργατικό Δικαστήριο. Τέλος σημείωσε και την αναγκαιότητα στην περίπτωση σεξουαλικής παρενόχλησης υποβολής καταγγελίας στην αστυνομία.