Αν υπάρχει κάποια χώρα η οποία θα μπορούσε να επωφεληθεί από ένα οικονομικό πρόγραμμα από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) για να σταθεροποιήσει την οικονομία της, δεν θα πρέπει να μιλήσουμε για άλλη πέραν της Τουρκίας του Ρετζέπ Ερντογάν. Δεν είναι απλώς ότι η Τουρκία έχει πρόβλημα με τον εκτοξευμένο στα ύψη πληθωρισμό και το παραπαίον ισοζύγιο πληρωμών. Είναι ότι η επί σειρά πολλών ετών ασταθής διαχείριση μέσω της ανορθόδοξης πολιτικής του Ερντογάν έχει υπονομεύσει σημαντικά την εσωτερική και διεθνή οικονομική εμπιστοσύνη προς την Τουρκία.

Το ΔΝΤ θα μπορούσε να βοηθήσει την Τουρκία να αποκαταστήσει την οικονομική της σταθερότητα όχι μόνο παρέχοντας τη συναλλαγματική υποστήριξη που τόσο πολύ έχει ανάγκη ο Ερντογάν. Θα μπορούσε επίσης να βοηθήσει στο να σχεδιαστεί ένα συνεκτικό πρόγραμμα οικονομικής σταθεροποίησης, το οποίο φυσικά θα εγκρίνει στη συνέχεια. Με αυτόν τον τρόπο, το ΔΝΤ θα μπορούσε να ενισχύσει την οικονομική εμπιστοσύνη και να λειτουργήσει ως “από μηχανής θεός” που θα επιτρέψει στη χώρα να μπει σε μια καλύτερη οικονομική πορεία.

Θα ήταν χονδροειδής υποτίμηση να πούμε ότι ο Ερντογάν έχει μεγάλο έλλειμμα οικονομικής αξιοπιστίας. Για πολλά χρόνια, προσκολλήθηκε στην εκκεντρική άποψη ότι τα υψηλά επιτόκια δεν ήταν θεραπεία για τον πληθωρισμό, αλλά μάλλον ήταν η αιτία του. Σε μια εποχή που ο υπόλοιπος κόσμος αύξανε τα επιτόκια για να καταπολεμήσει τον πληθωρισμό, πίεσε την Κεντρική Τράπεζα Τουρκίας (TCMB) να μειώσει τα επιτόκια. Καθιέρωσε επίσης για τον εαυτό του τη φήμη ότι απολύει διοικητές της TCMB, όταν δεν υπακούν στις επιταγές του και είχε την τάση να επιβάλλει τη θέλησή του στο υπουργείο Οικονομικών της χώρας του, όπως υπογραμμίστηκε από τον διορισμό του γαμπρού του, Μπεράτ Αλμπαϊράκ, ως υπουργού Οικονομικών της Τουρκίας.  Ως αποτέλεσμα αυτών των ανορθόδοξων πολιτικών, τα τελευταία χρόνια, οι οικονομικές επιδόσεις της Τουρκίας είναι κάτι παραπάνω παρά κακές. Ο πληθωρισμός απογειώθηκε, η οικονομία υπερθερμάνθηκε, η ζήτηση για δολάρια έφτασε στα ύψη, το νόμισμα κατέστη σκουπίδι, τα διεθνή αποθέματα της χώρας εξαντλήθηκαν και οι ξένοι επενδυτές κατευθύνθηκαν προς την έξοδο.

Σίγουρα, τα γεγονότα του περασμένου Ιουνίου ανάγκασαν τον Ερντογάν να κάνει μια πολιτικά ενοχλητική  αναστροφή πολιτικής  και να υιοθετήσει μια πιο ορθόδοξη νομισματική πολιτική. Ο πληθωρισμός ήταν σε άνοδο, η τουρκική λίρα βρισκόταν στα σχοινιά, η χώρα είχε ένα έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών και οι ντόπιοι κατέφυγαν στο δολάριο. Με την πλάτη στον τοίχο, διόρισε μια δυτικών πρακτικών επικεφαλής στην TCMB και έναν γνώριμο στις αγορές υπουργό Οικονομικών, που ήταν σεβαστοί στους οικονομικούς κύκλους τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό. Τους έδωσε επίσης άδεια να ακολουθήσουν μια πιο ορθολογική πορεία οικονομικής πολιτικής.

Από τον Ιούνιο του 2023, η τουρκική κεντρική τράπεζα έχει αυξήσει τα επιτόκια κατά περισσότερες από 40 ποσοστιαίες μονάδες στο  σημερινό τους επίπεδο  του 50%. Ωστόσο, αυτό δεν έχει ακόμη επηρεάσει τον πληθωρισμό των τιμών και των μισθών. Τους τελευταίους 12 μήνες, ο πληθωρισμός ήταν  67%, πάντα σύμφωνα με τα κυβερνητικά στοιχεία που δημοσιεύει το TÜİK. Τα υψηλά επιτόκια απέτυχαν επίσης να σταθεροποιήσουν το νόμισμα. Από την αρχή του τρέχοντος έτους, η τουρκική λίρα έχει υποχωρήσει  πάνω από 7% και τώρα βρίσκεται σε ιστορικό χαμηλό πάνω από τις 30 τουρκικές λίρες στο δολάριο. Όχι πολύ καιρό πριν, από τον Σεπτέμβριο του 2021, η τουρκική λίρα ήταν κάτω από το 10 ανά δολάριο.

Οι προοπτικές ώστε η Τουρκία να σταθεροποιήσει σύντομα τη λίρα, είναι ισχνές. Μπορεί να είναι στο 50%, αλλά τα επιτόκια είναι σημαντικά χαμηλότερα από τον πληθωρισμό σε μια εποχή που η οικονομία εξακολουθεί να φαίνεται ότι υπερθερμαίνεται. Εν τω μεταξύ, η χώρα κινδυνεύει να εισέλθει σε μια σπείρα μισθών-τιμών. Πέραν τούτων πρέπει να υπογραμμιστεί το ότι ο κατώτατος μισθός αυξήθηκε πρόσφατα  κατά 49% ενόψει των δημοτικών εκλογών που πέρασαν.

Μια κανονική χώρα στην οποία θα επικρατούσαν οι οικονομικές συνθήκες που επικρατούν στην Τουρκία, θα απευθυνόταν στο ΔΝΤ για μια συμφωνία stand-by για να μειώσει τον κόπο και τα δεινά της καταπολέμησης του πληθωρισμού και την ενίσχυση του ισοζυγίου πληρωμών. Η ουσία για την Τουρκία είναι ότι αυτό θα ήταν πολιτικά πολύ δύσκολο για τον Ερντογάν, δεδομένης της προηγούμενης έντονης αντίθεσής του σε οποιεσδήποτε συναλλαγές με αυτήν την οργάνωση. Δεν βοηθά επίσης το γεγονός ότι η Τουρκία έχει κακές σχέσεις με τις ΗΠΑ, τον μεγαλύτερο μέτοχο του ΔΝΤ. Και φυσικά θα έκανε κακό στο ίματζ του Ερντογάν, από τη μία, να δηλώνει επί δύο δεκαετίες ότι η Τουρκία δεν έχει ανάγκη τους ξένους και να διατρανώνει το ότι η Τουρκία μπορεί γενικώς να βασίζεται στα δικά της πόδια για να σηκωθεί και, από την άλλη, να προσφεύγει στον μεγαλύτερο χρηματικό οργανισμό της Δύσης για βοήθεια.

Όλα αυτά υποδηλώνουν ότι ο Ερντογάν θα αναγκαστεί να προσπαθήσει να σταθεροποιήσει την τουρκική οικονομία χωρίς τη στήριξη του ΔΝΤ. Και αυτό φυσικά θα το πληρώσουν οι Τούρκοι πολίτες που για τον εγωισμό και τη μεγαλομανία του Ερντογάν θα κληθούν να πληρώσουν πολλά και να σηκώσουν ασήκωτα βάρη, πολύ μεγαλύτερα από όσα υπομένει μέχρι τώρα.

Capital.gr