Παρά τη θετική εικόνα της κυπριακής οικονομίας και τη δυνατότητα απορρόφησης κραδασμών σήμερα, οι κίνδυνοι παραμένουν και απαιτούν συνεχή παρακολούθηση και προληπτική δράση από όλα τα εμπλεκόμενα μέρη, για να διαφυλαχθεί η χρηματοπιστωτική σταθερότητα, επισημαίνει η Κεντρική Τράπεζα.

Το περιεχόμενο της έκθεσης για το 2024, με επικαιροποιημένα ορισμένα δεδομένα για το 2025, ανέλυσαν το πρωί της Τετάρτης σε συνέντευξη Τύπου η  Ευγενία  Χριστοδούλου, Εκτελεστική Σύμβουλος της Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου και η Πάνη Καραμάνου, Προϊστάμενη της Γενικής Διεύθυνσης Χρηματοοικονομικής Σταθερότητας.

Η γενική εικόνα καταγράφει ανθεκτικότητα της κυπριακής οικονομίας, αλλά επιβάλλεται επαγρύπνηση. Το εξωτερικό περιβάλλον παραμένει εξαιρετικά ασταθές, με συνεχιζόμενες περιφερειακές συγκρούσεις, εντεινόμενες εμπορικές εντάσεις και καθοδικά αναθεωρημένες μακροοικονομικές προβλέψεις για την παγκόσμια οικονομία το 2025.

Οι διεθνείς αγορές παραμένουν ευάλωτες σε μεταβολές επενδυτικής ψυχολογίας, γεγονός που ενισχύει τον κίνδυνο αναταραχών στις χρηματοοικονομικές αγορές και ενδεχόμενων επιπτώσεων στις αποτιμήσεις περιουσιακών στοιχείων που κατέχουν τα  χρηματοοικονομικά ιδρύματα.

Η σημαντική μείωση πληθωρισμού και η αποκλιμάκωση επιτοκίων το 2024 συνέβαλαν στη βελτίωση των συνθηκών χρηματοδότησης και της πιστοληπτικής ικανότητας των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων.

Παρ’ όλα αυτά, το κόστος δανεισμού παραμένει σε επίπεδα υψηλότερα από την προ του 2022 περίοδο, επηρεάζοντας κυρίως τις πιο ευάλωτες ομάδες των δανειοληπτών.

Η αγορά ακινήτων παρουσιάζει τάσεις σταθεροποίησης, με επιβράδυνση στο ρυθμό αύξησης των τιμών.

Παρόλα αυτά, η έκθεση του χρηματοοικονομικού τομέα στον τομέα ακινήτων, σε συνδυασμό με πιθανή υποχώρηση της ζήτησης και σημαντική διόρθωση στις τιμές, ενδέχεται να επηρεάσει αρνητικά την ποιότητα ενεργητικού και την φερεγγυότητα των χρηματοοικονομικών ιδρυμάτων στο μέλλον. Η κλιματική αλλαγή και η αύξηση των ακραίων καιρικών φαινομένων (ξηρασίες, μείωση υδάτινων αποθεμάτων) επηρεάζει ζωτικούς τομείς της κυπριακής οικονομίας.

Ταυτόχρονα, η αύξηση κυβερνοαπειλών εντείνει την ανάγκη για επιχειρησιακή ανθεκτικότητα στον χρηματοοικονομικό τομέα και επιβάλλει συνεχή επαγρύπνηση των αρχών και των εποπτευόμενων.