Παρόλο που το χρονοδιάγραμμα αποπληρωμής χρέους έχει εξομαλυνθεί και βρίσκεται σε άνετα επίπεδα, χάρη στην επιτυχή εφαρμογή των προηγούμενων στρατηγικών διαχείρισης του χρέους, οι προσπάθειες προς την ίδια κατεύθυνση θα συνεχιστούν και στην νέα στρατηγική 2026-2028, δεδομένης της παγκόσμιας αβεβαιότητας στην οικονομία λόγω των γεωπολιτικών εντάσεων, της νέας δασμολογικής πολιτικής των ΗΠΑ και της έκθεσης στον κίνδυνο της κλιματικής αλλαγής.
Στην έκθεση μεσοπρόθεσμης στρατηγικής διαχείρισης δημοσίου χρέους 2026-2028 αναφέρεται ότι αυτές οι δράσεις θα βοηθήσουν προκειμένου να διατηρηθεί ένα ισορροπημένο χρονοδιάγραμμα αποπληρωμής χρέους και μια ικανοποιητική μέση εναπομείνασα διάρκεια χρέους, που να περιορίζει τον κίνδυνο αναχρηματοδότησης. Μολονότι, τα ΕΜΟ (Ευρωπαϊκά Μεσοπρόθεσμα Ομόλογα-EMTN) που εκδίδονται σε ελάχιστο μέγεθος αναφοράς σύμφωνα με τη διεθνή πρακτική (κατά κανόνα 1 δισ. ευρώ), συχνά προκαλούν σε μικρούς εκδότες, όπως είναι η Κυπριακή Δημοκρατία, ογκώδη σημεία αποπληρωμών, εντούτοις διαφαίνεται ότι η ΚΔ έχει επιτύχει να αναχρηματοδοτεί με άνεση τα επίπεδα αυτά.
Στόχος είναι η διατήρηση της μέσης εναπομείνασας διάρκειας του εμπορεύσιμου χρέους όχι μικρότερης των 8 ετών. Στην έκθεση, η επιλογή της χρονικής διάρκειας αιτιολογείται, γιατί παρέχει την ευχέρεια στο κράτος να μπορεί να προβεί σε ανασχεδιασμό της στρατηγικής του, εάν αυτό απαιτηθεί, έτσι ώστε ο δανεισμός να εμπίπτει στα πλαίσια ενός αποδεκτού και διαχειρίσιμου επιπέδου κινδύνου. «Η συγκέντρωση υψηλού χρέους σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα δύναται να υπονομεύσει τον αντικειμενικό σκοπό της στρατηγικής διαχείρισης δημόσιου χρέους και ειδικά σε περιπτώσεις που υπάρχει αβεβαιότητα στην οικονομία λόγω των γεωπολιτικών εντάσεων, της προστατευτικής πολιτικής των ΗΠΑ μέσω της επιβολής δασμών, καθώς επίσης και της κλιματικής αλλαγής και φυσικών καταστροφών. Εάν υπάρξει κάποια ένταση μεταξύ Ισραήλ – Χαμάς κατά την εφαρμογή του αμερικανικού σχεδίου, σε συνδυασμό με τη συνεχιζόμενη ρωσο ουκρανική διαμάχη δημιουργώντας περαιτέρω ανησυχίες για ανάπτυξη, για τον πληθωρισμό και τα επιτόκια, θα διαφοροποιήσει τη στάση της ΕΚΤ και των άλλων κεντρικών τραπεζών ως προς την πορεία που θα ακολουθήσουν για τη νομισματική πολιτική δημιουργώντας αρνητικές οικονομικές, χρηματοοικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις, τότε θα υπάρξει και ανάλογη προσαρμογή της στρατηγικής διαχείρισης δημόσιου χρέους», σημειώνεται.