Η αναθεώρηση του κατώτατου μισθού είναι θεμιτή και ανταποκρίνεται στις αυξημένες πιέσεις που δέχονται τα νοικοκυριά, ωστόσο απαιτείται εκ των προτέρων ανάλυση και ιδιαίτερη προσοχή, ώστε να αποφευχθούν παράπλευρες επιπτώσεις στην απασχόληση, τη μικρομεσαία επιχείρηση και την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας, αναφέρει σε γραπτή του δήλωση ο Πρόεδρος του Δημοσιονομικό Συμβούλιο Κύπρου, Μιχάλης Περσιάνης.

Υπενθυμίζει ότι, σύμφωνα με την τελική Έκθεση του ΔΣΚ για το 2025, η εικόνα της κυπριακής οικονομίας παραμένει θετική, εκτιμώντας ότι θα επιδείξει ικανοποιητικές αντοχές στις αναμενόμενες πιέσεις του 2026.

Την ίδια ώρα, επισημαίνει ότι, παρά τα υψηλά επίπεδα αβεβαιότητας, δεν καταγράφεται οριζόντια αύξηση μισθών σε όλους τους τομείς, γεγονός που οδηγεί σε σημαντικές και αυξανόμενες αποκλίσεις απολαβών μεταξύ κλάδων της οικονομίας.

«Επομένως, η πρόθεση για αναθεώρηση του κατώτατου μισθού είναι θεμιτή και ανταποκρίνεται στις πιέσεις που ασκούνται στα νοικοκυριά», αναφέρει, υπογραμμίζοντας ωστόσο ότι απαιτείται εξαιρετικά προσεκτική κρίση ώστε να αποφευχθούν αρνητικές συνέπειες από μια βεβιασμένη απόφαση.

ΑΕΠ, ΑΕΠ και πραγματικά εισοδήματα

Ο κ. Περσιάνης τονίζει ότι η αξιολόγηση πρέπει να βασιστεί σε συγκεκριμένα και ρεαλιστικά δεδομένα, επισημαίνοντας ότι οι μέσοι και διάμεσοι μισθοί που υπολογίζονται με βάση το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) διαφέρουν σημαντικά από εκείνους που προκύπτουν με βάση το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν (ΑΕΠ).

Το δεύτερο, όπως σημειώνει, αντικατοπτρίζει πιο αξιόπιστα το κατά κεφαλήν εισόδημα στην Κύπρο και είναι πιο κοντά στην οικονομική πραγματικότητα.

«Η παραπλανητική εκ του μακρόθεν ανάλυση στη βάση του ΑΕΠ δεν αντικατοπτρίζει την πραγματικότητα, καθώς τα στοιχεία είναι επιμολυσμένα και καθοδηγούνται από μικρό αριθμό κλάδων», αναφέρει.

Νέοι, ανεργία και ασυμμετρία δεξιοτήτων

Παρά τις συνθήκες σχεδόν πλήρους απασχόλησης, ο Πρόεδρος του ΔΣΚ επισημαίνει ότι παραμένει υψηλή η ανεργία των νέων και ιδιαίτερα των νεοεισερχόμενων, η οποία ανέρχεται στο 12,7%. Η κατάσταση αυτή, όπως αναφέρει, επιδεινώνεται από το νέο αναπτυξιακό μοντέλο και τις τεχνολογικές αλλαγές.

Εξηγεί ότι η καμπύλη Beveridge της κυπριακής οικονομίας έχει μετακινηθεί σημαντικά τα τελευταία τρία χρόνια, καταδεικνύοντας ότι οι πιέσεις προκύπτουν κυρίως από ασυμμετρία μεταξύ αναγκών της αγοράς και διαθέσιμων δεξιοτήτων (skills mismatch), καθιστώντας την απασχόληση των νέων ακόμη δυσκολότερη.

Κίνδυνοι για τη μικρομεσαία επιχείρηση

Ιδιαίτερη αναφορά κάνει στη μικρομεσαία και πολύ μικρή επιχείρηση, και ειδικά στις επιχειρήσεις με κάτω των 10 εργαζομένων, οι οποίες απασχολούν σχεδόν το 40% του εργατικού δυναμικού και αποτελούν το 94,8% των επιχειρήσεων στην Κύπρο.

«Οι αποφάσεις που λαμβάνονται με γνώμονα τις μεγάλες επιχειρήσεις επηρεάζουν δυσανάλογα τις μικρές και πολύ μικρές», σημειώνει, προειδοποιώντας ότι μια βιαστική αναθεώρηση του κατώτατου μισθού μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την απασχόληση στις συγκεκριμένες επιχειρήσεις και να επηρεάσει τη συνολική εικόνα της οικονομίας.

Ανταγωνιστικότητα και μακροπρόθεσμος σχεδιασμός

Ο κ. Περσιάνης επισημαίνει επίσης ότι οι εμπορικοί όροι της κυπριακής οικονομίας συνεχίζουν να υποχωρούν, αντανακλώντας μειωμένη ανταγωνιστικότητα, εφόσον εξαιρεθούν οι υψηλής τεχνολογίας επιχειρήσεις, οι οποίες είναι σε μεγάλο βαθμό αλλοδαπώς ελεγχόμενες.

Η διαφύλαξη της ανταγωνιστικότητας, όπως τονίζει, αποτελεί κρίσιμο παράγοντα για τη διατήρηση των ρυθμών ανάπτυξης και των επιπέδων απασχόλησης, ιδίως για τους μόνιμους κατοίκους Κύπρου και τους νέους.

Καταλήγοντας, υπογραμμίζει ότι οι σημερινοί μακροοικονομικοί δείκτες δεν αποτελούν ασφαλή ένδειξη για την πορεία της οικονομίας στο μέλλον και ότι οι αποφάσεις πρέπει να λαμβάνονται με γνώμονα τη μακροπρόθεσμη επίδρασή τους, και όχι τις πρόσκαιρες εντυπώσεις.