Μετά την ισχυρή ανάπτυξη του 2022 στην Κύπρο, που ανήλθε στο 5,6%, η οικονομική δραστηριότητα αναμένεται να επιβραδυνθεί σε 2,3% και 2,7% το 2023 και το 2024 αντίστοιχα, εν μέσω συνεχιζόμενων πληθωριστικών πιέσεων και αυξανόμενων επιτοκίων, σύμφωνα με τις εαρινές προβλέψεις της Κομισιόν που δημοσιεύθηκαν χθες. Ωστόσο, οι νέες προβλέψεις είναι βελτιωμένες σε σχέση με τις προηγούμενες που έκανε η Ευρ. Επιτροπή και οι οποίες ήταν 1,6% για το 2023 και 2,1% για το 2024.

Με βάση την ανάλυση που δίνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, μετά την κορύφωσή του το 2022 στο 8,1% και παρά τις ανοδικές πιέσεις που προέρχονται από τη μερική και κατά τόπους τιμαριθμική αναπροσαρμογή των μισθών, ο πληθωρισμός αναμένεται να μειωθεί στο 3,8% το 2023 (ήδη ήταν 3,8% τον Απρίλιο), καθώς μειώνονται οι παγκόσμιες τιμές της ενέργειας και υποχωρούν οι διαταραχές στην αλυσίδα εφοδιασμού. Η αναμενόμενη συγκράτηση των τιμών της ενέργειας και άλλων βασικών προϊόντων παγκόσμια, προβλέπεται να μειώσει περαιτέρω τον πληθωρισμό σε 2,5% το 2024, σύμφωνα με την Κομισιόν.

Η αγορά εργασίας αποδεικνύεται ανθεκτική, αναφέρει στην έκθεσή της η Ευραπα¨οκή Επιτροπή. Ο προϋπολογισμός προβλέπεται να παραμείνει πλεονασματικός στο 1,8% του ΑΕΠ το 2023 και για το 2024 το πλεόνασμα του προϋπολογισμού αναμένεται να ανέλθει περίπου στο 2,1% του ΑΕΠ. Ο δείκτης χρέους προς το ΑΕΠ προβλέπεται να μειωθεί τα επόμενα έτη λόγω της προβλεπόμενης αύξησης του ονομαστικού ΑΕΠ (μεταξύ άλλων λόγω και του υψηλού αποπληθωριστή ΑΕΠ) και των πρωτογενών πλεονασμάτων. Αναμένεται να φθάσει το 80,4% έως το τέλος του 2023 και να μειωθεί περαιτέρω σε 72,5% το 2024, από 86,5% το 2022.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Μείωση για ρυθμό ανάπτυξης και δημόσιο χρέος το 2023

Οι λόγοι που αυξήθηκε το πραγματικό ΑΕΠ κατά 5,6% το 2022 είναι κυρίως λόγω της εγχώριας ζήτησης. Σύμφωνα με την Κομισιόν, η ιδιωτική κατανάλωση αυξήθηκε σημαντικά, λόγω της αύξησης της ζήτησης μετά την πανδημία και της σημαντικής αύξησης της απασχόλησης. Η έντονη εισροή ξένων επενδύσεων σε ακίνητα, ώθησε τις επενδύσεις στον κατασκευαστικό τομέα. Ο τουρισμός είχε καλύτερες επιδόσεις απ’ ό,τι αναμενόταν, παρά την απώλεια της ρωσικής αγοράς και έφθασε περίπου το 90% και το 80% των προ της πανδημίας επιπέδων, όσον αφορά τα έσοδα και τις αφίξεις αντίστοιχα. Άλλες εξαγωγές υπηρεσιών, όπως οι τεχνολογίες πληροφοριών και επικοινωνιών (ΤΠΕ) και οι χρηματοπιστωτικές και επαγγελματικές υπηρεσίες, συνέχισαν να επεκτείνονται, καθιστώντας παράλληλα την οικονομία λιγότερο εξαρτημένη από τον τουρισμό.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναφέρει ότι οι κίνδυνοι για τις δημοσιονομικές προοπτικές παρουσιάζουν τάση επιδείνωσης. Ειδικότερα, η σχεδιαζόμενη επέκταση της κρατικής εταιρείας διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων ΚΕΔΙΠΕΣ και η πιθανή τροποποίηση του συστήματος τιμαριθμικής αναπροσαρμογής των μισθών (στο διάστημα από τη σύνταξη της έκθεσης μεσολάβησε η υπογραφία νέας σύμφωνας για αύξηση του ποσοστού απόδοσης της ΑΤΑ) θα μπορούσαν να επηρεάσουν αρνητικά τα δημόσια οικονομικά, εκτιμά η ΕΕ.