Είναι εκπληκτικό αλλά δυστυχώς είναι γεγονός. Υπάρχει μικρός αριθμός Ελληνοκυπρίων, οι οποίοι κυριολεκτικά ενοχλούνται και αντιδρούν έντονα, όταν λαμβάνονται μέτρα κατά του κατακτητή.  Και η μόνιμη δικαιολογία, το άλλοθι, το οποίο παρουσιάζουν είναι η «ρεαλιστική» τάχα εκτίμηση τους, ότι με μέτρα κατά του κατακτητή, δεν επιτυγχάνονται λύσεις, αλλά το αντίθετο. Απομακρυνόμαστε από την λύση.  Εξ’ ού και εμφανίζονται απόψεις όπως π.χ. «Το μεγάλο ερώτημα είναι κατά πόσο σήμερα το 2025, είναι δυνατόν να επιτευχθεί λύση του περιουσιακού στα δικαστήρια και όχι μέσω μιας ατόφιας πολιτικής «διαπραγμάτευσης».  Υπογραμμίζω το «ατόφιας», γιατί προσπαθώ να καταλάβω ποιος είναι ο αντίθετος τύπος διαπραγμάτευσης.  Τι σημαίνει «ατόφια» διαπραγμάτευση άραγε;  Με άλλα λόγια καθαρή.

Στο δικό μου μυαλό καθαρή διαπραγμάτευση, είναι αυτή που εδράζεται σε μια καθαρή βάση.  Καθαρή βάση στο κυπριακό είναι οι αποφάσεις του ΟΗΕ και της Ε.Ε. στο κυπριακό, το διεθνές και ευρωπαϊκό δίκαιο κ.ο.κ.   Αυτός που δεν θέλει καθαρή διαπραγμάτευση (ατόφια) αυτός που επιθυμεί όχι απλά εκτροπή από την καθαρή βάση της διαπραγμάτευσης, αλλά κατεδάφιση της και το λέει καθαρά, είναι η Τουρκία.  Παρόλον  τούτο, οι συγγραφείς αυτών των απόψεων δεν είναι την Τουρκία που χρεώνουν άλλα την ελληνοκυπριακή πλευρά.  Αυτήν μέμφονται και αυτήν κατηγορούν, γιατί διώκει τους σφετεριστές των κυπριακών περιουσιών στα κατεχόμενα κτυπώντας έτσι τον σφετερισμό.  Γιατί προασπίζεται τις ελληνοκυπριακές και τουρκοκυπριακές περιουσίες από τα νύχια των διαφόρων αρπακτικών, που συνεργάζονται με το ακόμα μεγαλύτερο αρπακτικό, τον κατακτητή.

Το έχω γράψει και πει πάμπολλες φορές.  Στο δίκαιο αγώνα του κυπριακού λαού για να απελευθερώσει και επανενώσει την Κύπρο, όλα τα προσφερόμενα εργαλεία και μέσα πρέπει να αξιοποιούνται.  Με μέτρο και υπευθυνότητα, αλλά και αποφασιστικότητα, ανάλογα με τις συγκεκριμένες συνθήκες.  Είναι αξιοπρόσεκτο  ότι διαχρονικά όταν η ελληνοκυπριακή πλευρά δεν αναλαμβάνει καμιά πρωτοβουλία ή κανένα μέτρο κατηγορείται ότι αδρανεί και δεν επιθυμεί λύση και όταν κάνει το αντίθετο κατηγορείται ότι … ενοχλεί τον κατακτητή – Τουρκία.  Και αυτό μας απομακρύνει από την λύση!!  Απίστευτο αλλά αληθινό, αλλά ορισμένοι στην ελληνοκυπριακή πλευρά θεωρούν ότι θα φτάσουμε στην λύση μόνο αν κάθε φορά συναντούμε τις…. ανησυχίες της Τουρκίας.  Μέχρι πρόσφατα θα ονόμαζα αυτήν τη στάση μέγιστη αυταπάτη.  Τώρα όμως, που επί επτά συναπτά έτη, η Τουρκία επιμένει σε διευθέτηση εκτός παραμέτρων ΟΗΕ και την κυριαρχική ισότητα (δύο κράτη δηλαδή) θα ήθελα πολύ να διαβάσω, πως αυτοί οι αναλυτές αντιλαμβάνονται την «ατόφια» διαπραγμάτευση.  Ας πουν επιτέλους τι πραγματικά σκέφτονται.  Αφού φοβούνται τη διχοτόμηση και αφού οργίζονται στο άκουσμα της και καλά κάνουν, τι νομίζουν θα συμβεί στο τέλος αν η Τουρκία παραμένει ανενόχλητη;  Η διχοτόμηση φυσικά.  Τα δύο κράτη με την ανοχή μας, οπότε και οι τρίτοι θα πουν, τι θέλετε από εμάς, αφού εσείς οι ίδιοι, σιωπούσατε.

Δυστυχώς η άποψη που προανέφερα και σχολίασα δεν είναι η μόνη. Υπάρχουν και άλλες ακόμα πιο καθαρές στην επίρριψη της ευθύνης στην ελληνοκυπριακή πλευρά και την Κυπριακή Δημοκρατία επειδή προσπαθεί να περιορίσει την αρπαγή των κυπριακών περιουσιών.  Λέει για παράδειγμα μια τέτοια άποψη ότι «άλλο να υπερασπίζεσαι το κράτος δικαίου και άλλο να προσφέρεις πρόσχημα στον Τατάρ».  Φοβερό!  Αναγνωρίζεται όμως στο ίδιο κείμενο ότι «η Κυπριακή Δημοκρατία οφείλει να μην παραιτηθεί από το δικαίωμα της να διώκει όσους παρανομούν, έστω και αν αυτό το θυμήθηκε μισό αιώνα  (!) μετά την εισβολή»  Ωραία λογική.  Από τη μια η Κυπριακή Δημοκρατία δεν σημαίνει ότι οφείλει να παραιτηθεί, από το δικαίωμα της να διώκει τους σφετεριστές και από την άλλη όταν τους διώκει προσφέρει πρόσχημα στον Τατάρ και από τρίτη οπτική κατηγορείται η Κυπριακή Δημοκρατία στο ίδιο άρθρο ότι καθυστέρησε μισό αιώνα για να τους διώξει.  Μοναδική λογική!!   Στο ίδιο κείμενο καλείται «η Κυπριακή Δημοκρατία να αναγνωρίσει ότι η πολιτική διάσταση δεν μπορεί να αποκοπεί από την ποινική».  Ορθότατο!  Αυτό κάνει η Κυπριακή Δημοκρατία και γιαυτό κατηγορείται από τους ίδιους που της ζητούν να το κάνει!!

Προσπαθώ να κατανοήσω την λογική που έχω ήδη αναφέρει και δυσκολεύομαι.  Ακόμα περισσότερο όταν διαβάζω και θέσεις όπως «Πως μετά από 50 χρόνια ο γενικός εισαγγελέας χωρίς να ενημερώσει κανένα αποφάσισε να αρχίσει να φυλακίζει όσους έχουν σχέση με σφετερισμό, αδιαφορώντας πως με αυτή την κίνηση θα ανάψει πράσινο στον Τατάρ, είτε να ανοίξει το Βαρώσι, είτε να τουμπάρει τις συνομιλίες, είτε γενικά να προχωρήσει σε άλλα τετελεσμένα».

Σχόλιο

1.  Ο Τατάρ! Προσέξτε ότι σε όλα τα κείμενα αναφέρεται ο Τατάρ και όχι η Τουρκία.  Ωσάν και να αποφασίζει ο Τατάρ και όχι η Τουρκία.  Ωσάν και το Βαρώσι  π.χ. είναι στη δικαιοδοσία του όποιου Τατάρ και όχι της Τουρκίας.  Έτσι ή αλλιώς οι πάντες γνωρίζουν ποιος έχει τον τελικό λόγο, αλλά ειδικά για το Βαρώσι που είναι και στρατιωτική ζώνη είναι αστείο να φορτώνεται η ευθύνη στο ηχείο της Άγκυρας, τον Τατάρ.  Γιατί δεν ονοματίζεται η Τουρκία;

2.  Αν δεν διώκονταν οι σφετεριστές και αν δεν άρχιζαν οι προετοιμαστικές διαδικασίες για ένταξη στο Σένγκεν θέλουν να πουν ορισμένοι ότι η Τουρκία και το ηχείο της θα υιοθετούσαν λύση εντός παραμέτρων ΟΗΕ;  Ότι θα εγκατέλειπαν τη θέση για κυριαρχική ισότητα;  Ότι θα εγκατέλειπαν τα σχέδια εποικισμού της Αμμοχώστου;  Και αν παρέδιδαν π.χ. την Αμμόχωστο στους σφετεριστές να μην αντιδρούσε η Κυπριακή Δημοκρατία;

3.  Γιατί δεν διερωτούνται ορισμένοι πως και δεν εγκατέλειψε ποτέ ως τώρα από το 1974, τους διχοτομικούς της στόχους η Τουρκία, έστω και αν υπήρξαν Πρόεδροι της Κυπριακής Δημοκρατίας που έκαναν τα πάντα για την λύση;

4.  Γιατί οι ίδιοι που επαινούν την ελληνική κυβέρνηση για την πολιτικής της προς την Τουρκία και υπαινίσσονται μάλιστα ότι η Αθήνα δυσανασχετεί με την Λευκωσία, δεν μας εξηγούν πως και η Τουρκία παραμένει το ίδιο αδιάλλακτη και στα ελλαδοτουρκικά;

Είναι άδικο και αντιπαραγωγικό για τα πάντα να φορτώνεται η ευθύνη στην ελληνοκυπριακή πλευρά.  Είναι αδιανόητο να μην γίνεται κατανοητό ότι αυτή η λογική υποβοηθά στο να συντηρείται το αδιέξοδο στο κυπριακό.  Διότι όλοι κατανοούμε ότι το κυπριακό μπορεί να λυθεί στη γνωστή του βάση μόνο με τη βοήθεια του διεθνούς παράγοντα.  Αν εμείς πείσουμε από μόνοι μας το διεθνή παράγοντα ότι εμείς φταίμε, τότε γιατί να μας βοηθήσει;