Η ηλεκτρική διασύνδεση Κύπρου-Ελλάδας, το γνωστό καλώδιο (Great Sea Interconnector (GSI), φαίνεται να διαταράσσει επικίνδυνα τις σχέσεις Αθήνας-Λευκωσίας παρά τις όποιες διαβεβαιώσεις και από τις δύο πλευρές ότι δεν υπάρχει τέτοιο θέμα. Εντούτοις εξακολουθούν βολές εκατέρωθεν που επιρρίπτουν ευθύνες η μία πλευρά στην άλλη. Μολονότι τίθεται κατά καιρούς και θέμα βιωσιμότητας του έργου. το πιθανότερο είναι ότι το όλο θέμα έχει να κάνει με τις γεωπολιτικές διαστάσεις του και το γεωπολιτικό ρίσκο του όλου εγχειρήματος.
Τω όντι η Αθήνα δεν φαίνεται έτοιμη και πρόθυμη να διασφαλίσει την υλοποίηση του έργου από τις τουρκικές απειλές. Στην ουσία η Άγκυρα με όσα συνέβησαν στην Κάσο τον Ιούλιο του 2024, και υπό την απειλή των όπλων, υποχρέωσε την ελληνική πλευρά να διακόψει έκτοτε την εκτέλεση του έργου. Φαίνεται ότι η Άγκυρα επιδιώκει, είτε να θέσει τέρμα στην υλοποίηση του έργου. είτε να υποχρεώσει την Αθήνα να ζητήσει την έγκρισή της για την συνέχιση του. Κάτι τέτοιο όμως θα σήμαινε αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας και αποδοχή της Γαλάζιας Πατρίδας που προωθεί η Τουρκία. Θα σήμαινε επίσης ματαίωση ενός έργου υψίστης στρατηγικής σημασίας για την Ελλάδα και την Κύπρο.
Το θέμα της βιωσιμότητας που τίθεται από κάποιους έχει δύο πλευρές. Η μία είναι ότι υπάρχουν κυπριακά συμφέροντα που δεν θέλουν την πραγματοποίηση του έργου. Η άλλη είναι ότι δεν έγιναν οι αναγκαίες σοβαρές μελέτες πριν την έναρξη του. Αν συμβαίνει το πρώτο, η ευθύνη βαρύνει την κυπριακή κυβέρνηση που γίνεται αγωγός αυτών των συμφερόντων. Αν συμβαίνει το δεύτερο, η ευθύνη βαρύνει και τις δύο κυβερνήσεις και εκθέτει την σοβαρότητα τόσο του Έλληνα πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη όσο και του Κύπριου προέδρου Νίκου Χριστοδουλίδη που συμφώνησαν στην έναρξη ενός έργου χωρίς να έχουν στα χέρια τους σοβαρές μελέτες, εχέγγυα της βιωσιμότητάς του. Για το θέμα της βιωσιμότητας ευθύνη έχει και η Ευρωπαϊκή Ένωση, διότι ασφαλώς αν το έργο δεν είναι βιώσιμο, πώς αποδέχτηκε να το χρηματοδοτήσει;
Στην Αθήνα πάντως κατηγορούν τον Κύπριο υπουργό Οικονομικών Μάκη Κεραυνό που έκανε λόγο για δύο εκθέσεις διεθνών οίκων, που αμφισβητούν ευθέως τη βιωσιμότητα του GSI, ότι δεν τις έχει ποτέ παρουσιάσει. Ταυτόχρονα όμως άλλοι αναλυτές κάνουν λόγο για μετακύλιση ευθυνών από την Αθήνα στη Λευκωσία με διάφορα προσχήματα επειδή η Ελλάδα φοβάται τη μετωπική αντιπαράθεση με την Τουρκία.
Γεωπολιτικές διαστάσεις
Σχετικά με τις γεωπολιτικές διαστάσεις και το γεωπολιτικό ρίσκο λόγω των τουρκικών απειλών, η κύρια ευθύνη βαρύνει την Αθήνα η οποία δεν θα έπρεπε να αποδεχτεί να ξεκινήσει ένα έργο που δεν είναι σε θέση να υπερασπιστεί την ασφάλεια υλοποίησης του. Κατά καιρούς λέχτηκε ότι οι Αμερικανοί και η Ευρωπαϊκή Ένωση στήριζαν το έργο και ως εκ τούτου αυτό θα ήταν μια εγγύηση ότι η Τουρκία δεν θα απειλούσε την υλοποίηση του. Εκ των πραγμάτων όμως φαίνεται ότι ούτε οι Αμερικανοί, ούτε η Ευρωπαϊκή Ένωση αναλαμβάνουν να εγγυηθούν την ομαλή εκτέλεση του έργου απέναντι στις τουρκικές απειλές. Αυτό όμως εκθέτει την σοβαρότητα της ελληνικής και της κυπριακής πλευράς που διέδιδαν ότι είχαν αυτή την στήριξη για την υλοποίηση του έργου. Διότικάθε ενεργειακό έργο, εμπεριέχει διακριτές γεωστρατηγικές διαστάσεις και καθορίζει σε μεγάλο βαθμό τις διακρατικές ισορροπίες στην περιοχή που αναπτύσσεται.
Το έργο είναι παγωμένο για πάνω 13 μήνες όχι για λόγους οικονομικούς αλλά επειδή μετά το επεισόδιο της Κάσου (Ιούλιος 2024) οι έρευνες και η πόντιση του καλωδίου σταμάτησαν.
Ο ρόλος του Ισραήλ
Θολή παραμένει επίσης η θέση του Ισραήλ το οποίο υποτίθεται ότι θα συμμετείχε στο έργο και η ηλεκτρική διασύνδεση θα αφορούσε και τις τρεις χώρες, Ελλάδα, Κύπρο και Ισραήλ. Μάλλον φαίνεται ότι το Ισραήλ αποσύρθηκε σιωπηρά, αφήνοντας την καυτή πατάτα στην Αθήνα και τη Λευκωσία. Αυτό δείχνει ασφαλώς πόσο επιπόλαια υποστηρίζουν κάποιοι ότι το Ισραήλ είναι στο πλευρό μας και ότι θα αντιμετωπίσει την Τουρκία για χάρη μας, ότι θα μας στηρίξει. Στην πραγματικότητα, Ελλάδα και Κύπρος υπηρετούν τα ισραηλινά συμφέροντα χωρίς ουσιαστικά ανταλλάγματα.
Εκεί που έχουν φτάσει τα πράγματα αυτή τη στιγμή, δεν υπάρχουν πολλές λύσεις. Είτε η Αθήνα θα αναλάβει το ρίσκο για την υλοποίηση του έργου αντιμετωπίζοντας τις τουρκικές απειλές, είτε το έργο θα εγκαταλειφθεί. Χρειάζεται πάντως να ληφθεί μια απόφαση το συντομότερο δυνατό, διότι όπως αναφέρεται πληρώνουμε στην εταιρεία που ανέλαβε το έργο ένα υπέρογκο καθημερινό ποσό-πέναλτι- για την καθυστέρηση εκτέλεσής του.
Ακούστηκε και μια άποψη, αντί να συνεχιστεί το έργο κάπου εκεί που σταμάτησε στην Κάσο εξ αιτίας των τουρκικών απειλών, να ξεκινήσει η υλοποίηση του από την Κύπρο. Αν όμως γίνει αυτό, είναι σχεδόν σίγουρο ότι η Τουρκία θα επέμβει για να εμποδίσει τις εργασίες που θα αναληφθούν. Η δε Αθήνα που δεν κατάφερε να υπερασπιστεί το έργο στα ελληνικά ύδατα, δεν θα το κάνει ασφαλώς στα κυπριακά. Η Λευκωσία βεβαίως από μόνη της δεν μπορεί να αντιμετωπίσει την Τουρκία.
Οι τουρκικές πιέσεις
Η Τουρκία χρησιμοποιεί ως όπλο της το τουρκολιβυκό μνημόνιο. Αφού η Ελλάδα δεν κατάφερε να το εξουδετερώσει μετά τη συμφωνία που συνήψε με την Αίγυπτο για την οριοθέτηση τμηματικής ΑΟΖ ανάμεσα στις δύο χώρες. Και φυσικά δεν μπορεί να το κάνει τώρα πια που υπάρχει μία προσέγγιση ανάμεσα στην Τουρκία και την Αίγυπτο.
Η ένταση που δημιουργήθηκε στην Κάσο από την Τουρκία είχε ως στόχο να αποδείξει επί του πεδίου ότι το τουρκολιβυκό μνημόνιο παραμένει εν ισχύι και με την κίνησή της αυτή η Άγκυρα θέλησε να αμφισβητήσει και την ισχύ της οριοθετημένης Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης μεταξύ Ελλάδας και Αιγύπτου, όπως αυτή είχε συμφωνηθεί και υπογραφεί στις 6 Αυγούστου του 2020.
Συμπερασματικά, βρισκόμαστε σε αδιέξοδο και πρέπει να ληφθούν σύντομα σοβαρές αποφάσεις για το θέμα αυτό. Χρειάζεται επίσης διαφάνεια. Την ίδια ώρα είναι ανάγκη να διαφυλαχτούν οι σχέσεις Λευκωσίας και Αθήνας για το καλό και των δύο χωρών αλλά και για το καλό γενικότερα του ελληνισμού.
*Πανεπιστημιακός,συγγραφέας. Email stephanos.constantinides@gmail.com