«Ανάγκη έχουμε τον πατριωτισμό της ευθύνης του ρεαλισμού και του αποτελέσματος», δήλωσε σήμερα ο Έλληνας Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, απευθύνοντας τον επιμνημόσυνο λόγο στο 12ο μνημόσυνο του πρώην Προέδρου της Δημοκρατίας Γλαύκου Κληρίδη, ο οποίος πραγματοποιήθηκε στον καθεδρικό ναό Αποστόλου Βαρνάβα, στη Λευκωσία, χωροστατούντος του Αρχιεπισκόπου Κύπρου Γεώργιου.

Κατά την ομιλία του, ο Έλληνας Πρωθυπουργός, μνημονεύοντας τον Γλαύκο Κληρίδη, αναφέρθηκε στον ρόλο που διαδραμάτισε ο πρώην Πρόεδρος της Δημοκρατίας στο Κυπριακό, καθώς και στην παρακαταθήκη του στο σήμερα, αλλά και στις σχέσεις μεταξύ Κύπρου και Ελλάδας. Αναφέρθηκε, εξάλλου, στους δεσμούς της Νέας Δημοκρατίας με τον ΔΗΣΥ, το κόμμα που ίδρυσε ο Γλαύκος Κληρίδης.

Τον κ. Μητσοτάκη συνόδευσαν η σύζυγός του, Μαρέβα, και ο Βουλευτής Επικρατείας, Χρήστος Στυλιανίδης. Το παρών στο μνημόσυνο έδωσαν μεταξύ άλλων, η Πρόεδρος του ΔΗΣΥ και της Βουλής Αννίτα Δημητρίου, ο πρώην Πρόεδρος της Δημοκρατίας και του ΔΗΣΥ, Νίκος Αναστασιάδης, ο πρώην Πρόεδρος του ΔΗΣΥ, Βουλευτής Αβέρωφ Νεοφύτου και Βουλευτές και ιστορικά στελέχη του ΔΗΣΥ. Τον Προέδρο της Δημοκρατίας Νίκο Χριστοδουλίδη εκπροσώπησε ο Υπουργός Εσωτερικών Κωνσταντίνος Ιωάννου.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ανέφερε ότι η εμπειρία του Γλαύκου Κληρίδη και το απόσταγμα των τελευταίων δεκαετιών «μας διδάσκουν ότι η καθήλωση μπορεί τελικά να συνεπάγεται οπισθοχώρηση, αλλά και ότι πίσω από τις κορώνες του ψευτοπατρωτισμού του παρόντος, κρύβονται συχνά οι αποτυχίες του μέλλοντος», προσθέτοντας ότι αυτές «δεν τις έχουμε ανάγκη ούτε στη Λευκωσία, ούτε και στην Αθήνα. Ανάγκη έχουμε από τον πατριωτισμό της ευθύνης, του ρεαλισμού και του αποτελέσματος».

Σημειώνοντας ότι «Αθήνα και Λευκωσία συμβαδίζουν με απόλυτη ταύτιση στον ίδιο δρόμο, με συνέπεια και με αποφασιστικότητα», ο Έλληνας Πρωθυπουργός είπε ότι στο πλαίσιο αυτό επιτεύχθηκε και η επανέναρξη των άτυπων συζητήσεων για το Κυπριακό, υπό τη σκέπη του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ, μετά το Κραν Μοντανά και μία μακρά περίοδο στασιμότητας.

Όπως επισήμανε, στην εξέλιξη αυτή συνέβαλε καθοριστικά και η ελληνική κυβέρνηση, «πάντα σε συμφωνία με την κυβέρνηση της Κύπρου, εμμένοντας στο υφιστάμενο πλαίσιο των ψηφισμάτων του ΟΗΕ για ΔΔΟ, με πολιτική ισότητα, με μία κυριαρχία, μία ιθαγένεια, μία πολιτική προσωπικότητα και απορρίπτοντας, προφανώς, ως απαράδεκτα τα επιχειρήματα για λύση δύο κρατών».

Ανέφερε, ακόμα, ότι η κάθε χώρα ξεχωριστά φροντίζει παράλληλα και για την οικονομική, αμυντική και κοινωνική θωράκισή της. «Η οικονομία είναι συντελεστής άμυνας. Η άμυνα είναι παράγοντας της αποτελεσματικής δημοκρατίας. Αλλά και τα δύο μαζί είναι τα κλειδιά για την κοινωνική συνοχή», σημείωσε ο κ. Μητσοτάκης.

Ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας μίλησε για τη στρατηγική συμπόρευση των δύο χωρών, λέγοντας ότι «ιδίως στην εξωτερική πολιτική, θετικές εξελίξεις προκύπτουν μόνο με την ενεργή διπλωματία, όχι με στασιμότητα, που οδηγεί στην παγίωση των κακώς κειμένων και τελικά στην περιθωριοποίηση, και με την πεποίθηση ότι όποιος έχει ισχυρά κινήματα και το δίκαιο δίπλα του μπορεί τελικά να αλλάζει τους συσχετισμούς, με ευθύνη, αλλά και με τόλμη, με ρεαλισμό, αλλά και με διεκδίκηση».

Είπε, εξάλλου, ότι «τα δύο κέντρα του ελληνισμού αποτελούν τους ισχυρότερους φάρους σταθερότητας στην Ανατολική Μεσόγειο» και πρόσθεσε ότι «αποτελούν, επίσης, δύο ευρωπαϊκά κράτη που αναπτύσσουν την οικονομία τους πολύ ταχύτερα από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, δύο ευρωπαϊκά κράτη τα οποία μειώνουν το χρέος τους ταχύτερα από οποιαδήποτε άλλη ευρωπαϊκή χώρα και, ακόμα, μετέχοντας παράλληλα στην διαμόρφωση του νέου ενεργειακού χάρτη της Ανατολικής Μεσογείου, με σημαντικά έργα ηλεκτρικής διασύνδεσης».

Ο κ. Μητσοτάκης υπενθύμισε ότι ο Γλαύκος Κληρίδης ήταν «από τους πρώτους που διάγνωσαν ότι ένα ανεξάρτητο κυπριακό κράτος ήταν η βέλτιστη λύση για τον ελληνισμό μετά το τέλος του αγώνα της ΕΟΚΑ» και επεσήμανε ότι το 1974, ήταν παρών ως προεδρεύων της Δημοκρατίας στη μεγαλύτερη δοκιμασία της και ότι ανέλαβε τη διαχείριση της τουρκικής εισβολής.

«Γνώριζε ασφαλώς τα εμπόδια που θα συναντούσε αυτό το εγχείρημα», σημείωσε ο κ. Μητσοτάκης. «Γι’ αυτό και ήταν ήδη από το 1976 θερμός υποστηρικτής του Ευρωπαϊκού προσανατολισμού», πρόσθεσε, σημειώνοντας ότι ο Κληρίδης, «χαράζοντας κοινή στρατηγική με την Ελλάδα, πέτυχε την πολυπόθητη ένταξη της Δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση».

Κλείνοντας, σημείωσε ότι αποτελεί παράσημο για έναν πολιτικό, «να τον μνημονεύουν ως οδηγό δράσης σε προκλήσεις που έπονται της δικιάς του ζωής, όχι γιατί κέρδισε όλες τις μάχες αλλά γιατί δεν δείλιασε να τις δώσει».

«Πιστεύω ότι ο ιδανικός φόρος τιμής στη μνήμη του Γλαύκου Κληρίδη είναι να ξαναδιαβάσουμε τη διαδρομή του με την ματιά του σήμερα, αντλώντας διδάγματα και προσαρμόζοντας με τόλμη και αυτοπεποίθηση την τακτική μας στην υπηρεσία του μεγάλου στόχου που μας ενώνει με την μία ενωμένη και ειρηνική Κύπρο», κατέληξε.

Σε αναφορά του μετά τον επιμνημόσυνο λόγο του Έλληνα Πρωθυπουργού και πριν το τέλος της θείας λειτουργίας, ο Αρχιεπίσκοπος Γεώργιος καλωσόρισε «στην Κύπρο και στον καθεδρικό μας ναό» τον κ. Μητσοτάκη λέγοντας ότι «ως εκκλησία επιθυμούμε να σας υπενθυμίσουμε τα αυτονόητα: Ότι προσβλέπουμε εμείς ως ελληνισμός, ως μητέρα πατρίδα στην Ελλάδα και αναμένουμε από εκεί την πλήρη συμπαράσταση σας για ευόδωση του κοινού μας αγώνα. Ο Θεός μαζί σας».