Ήσυχα, στον ύπνο του, έφυγε από τη ζωή το περασμένο Σάββατο, ο Πίτερ Γκριν. Στα 73 του. Συνιδρυτής των Fleetwood Mac, ψηφίστηκε από το «Mojo» τρίτος σπουδαιότερος κιθαρίστας στην ιστορία της ροκ, μετά τον Τζίμι Χέντριξ και τον Στιβ Κρόπερ.
Τέσσερα άλμπουμ πρόλαβε να κάνει με τους Fleetwood Mac, πριν αποχωρήσει από την μπάντα το 1970 λόγω προβλημάτων μετά από εμπειρία με LSD στο Μόναχο, όπως σημειώνει o Στιούαρτ Πένι στον ιστότοπο «Empty Mirror». Ακολούθησε τον μοναχικό δρόμο στον οποίο περπάτησαν άλλοι 60 ταλαντούχοι μουσικοί, όπως ο Σιντ Μπάρετ, ο Ρόκι Έρισκον και ο Σκιπ Σπενς.
Επί της δικής του εποχής, η μπάντα ηχογράφησε το φερώνυμο άλμπουμ με το οποίο έκανε ντεμπούτο το 1968, και την επόμενη χρονιά «ήταν περισσότερες εβδομάδες στα βρετανικά charts των σιγκλ απ’ ό,τι οι Beatles, κάτι το οποίο δεν είχε ξανασυμβεί από το 1963». Μετά την αποχώρησή του, οι Fleetwood Mac αναγεννήθηκαν με τον ερχομό της Στίβι Νικς και του Λίντσεϊ Μπάκιγχαμ και σημείωσαν τεράστια επιτυχία.
Ωστόσο, στη σύντομη παραμονή του, ο Πίτερ Γκριν έγραψε κι ένα τραγούδι που ανήκει στην κατηγορία των «αθάνατων τραγουδιών»: το σιγκλ «Black Magic Woman» προκάλεσε έναν μικρό σεισμό. Πριν το κάνει δικό του ο Κάρλος Σαντάνα. Ήταν βαθιά συγκινητικό το ότι στη Rock and Roll Hall of Fame Induction Ceremony του 1998, στην οποία οι Fleetwood Mac έγιναν δεκτοί στο Hall of Fame, ο Πίτερ Γκριν παρευρέθη και μαζί με τον Κάρλος Σαντάνα έπαιξαν το «Black Magic Woman».
Ο Γκριν διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην «δεύτερη μεγάλη εποχή» του βρετανικού μπλουζ. Ο Μπι Μπι Κινγκ είχε πει για αυτόν: «Έχει τον πιο γλυκό ήχο που έχω ακούσει, ήταν ο μόνος που μου προκάλεσε κρύο ιδρώτα». Κορυφαίοι μουσικοί όπως ο Έρικ Κλάπτον και ο Τζίμι Πέιτζ του έπλεκαν το εγκώμιο για τον τροπο που έπαιζε κιθάρα, ενώ αξιοσημείωτη θεωρείται η χρήση του vibrato και η οικονομία του στυλ του.
Γεννημένος στο Λονδίνο στις 29 Οκτωβρίου 1946, μέλος μιας οικογένειας της εργατικής τάξης, ο Πίτερ Άλεν Γκρίνμπαουμ όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, ήταν το μικρότερο από τέσσερα αδέλφια του. Στα 10 του ο αδελφός του θα τού χαρίσει μια κιθάρα κι ένα χρόνο αργότερα ο μικρός καταφέρνει, εντελώς μόνος του, να κάνει την κιθάρα του να…τραγουδάει. Στα 15 του έχει ήδη αλλάξει το όνομά του σε Πίτερ Γκριν και παίζει μπάσο και κιθάρα σε διάφορες ερασιτεχνικές μπάντες μέχρι να ενταχθεί στους κόλπους του συγκροτήματος του Πίτερ Μπέρντεν. Εκεί θα πρωτογνωρίσει τον ντράμερ Μικ Φλίτγουντ με τον οποίο θα συμπορευτεί, αργότερα, σε μια εξαιρετικά επιτυχημένη και δημιουργική περίοδο.
Όμως, θα σαμποτάρει ο ίδιος την επιτυχία του μέσα από την εμπλοκή του και την συνακόλουθη βαριά εξάρτηση του από τα παραισθησιογόνα χάπια. Το LSD τού καταστρέφει μυαλό και ψυχή και τον ρίχνει στους σκοτεινούς δρόμους της σχιζοφρένειας, μιας ασθένειας δύσκολης εξαιτίας της οποίας θα χρειαστεί να νοσηλευθεί πολλές φορές απέχοντας τα την μουσική δράση για σχεδόν μια ολόκληρη δεκαετία. Οι αρχές του ’80 τον βρίσκουν βαθιά καταπονημένο αλλά και σε πολύ κακή οικονομική κατάσταση. Η επέμβαση του αδελφού του και της νύφης του, που τον παίρνουν να ζήσει μαζί τους, θα αποδειχτεί σωτήρια για εκείνον.
Έχει πλέον στο πλευρό του ανθρώπους να τον φροντίσουν, απευθύνεται σε ειδικούς για τα προβλήματα υγείας του και σιγά σιγά καταφέρνει να ξαναβρεί τον εαυτό του. Βρίσκεται, ωστόσο, μπροστά σε μία ακόμη, εξαιρετικά δύσκολη, πρόκληση: Να ξαναθυμηθεί τη σχέση του τη μουσική και κυρίως τα στοιχεία εκείνα που έκαναν σπουδαίο κιθαρίστα και συνθέτη. Κάτι που τελικά κατάφερε.
Νωρίτερα μέσα στη χρονιά, ο Μικ Φλίτγουντ είχε πει στο «Rolling Stone»: «(Η τελευταία φορά που τον είδα) ήταν πριν ενάμιση χρόνο. Πήγα με τη φίλη μου, και πέρασα τη μέρα μαζί του. Δεν είναι ο Πίτερ που ήξερα, αυτό είναι ξεκάθαρο. Αλλά παίζει ακουστική κιθάρα. Του αρέσει να ζωγραφίζει και το ψάρεμα είναι το χόμπι του. Δεν είναι μυστικό ότι τα πράγματα στράβωσαν και δεν επανήλθε, αλλά είναι OK. Επίσης, έχει από λίγο ως καθόλου εγωισμό, πράγμα απίστευτο. Θες να πεις “Συνειδητοποιείς το τι έκανες;” “Όχι, όχι. Ναι, υποθέτω”. Δεν έχει καθόλου εγωισμό για το τι πέτυχε».
Πηγή: ΑΠΕ- ΜΠΕ/ philenews