Ερευνητής και σπουδαίος μουσικολόγος, ο Γιάννης Κουτής, μέσα από βαθιά μελέτη, αποθησαύρισε σε ένα λεύκωμα τα μουσικά όργανα της Ανατολικής Μεσογείου.
-Ποιο ήταν το έναυσμα για την έρευνά σας για τα μουσικά όργανα της ευρύτερης περιοχής μας; Αφορμή για την δημιουργία του εν λόγω λευκώματος στάθηκε η πρωταρχική ιδέα και ειλικρινής επιθυμία του κ. Στέλιου Γεωργαλλίδη, γενικού διευθυντή της «Κεντρικής» Ασφαλιστικής, ενός ανθρώπου με βαθιά -και δυσεύρετη στις μέρες μας, θα μπορούσα να πω- ευαισθησία για τις Τέχνες. Ακολούθησε από μέρους μου η συγκεκριμενοποίηση της θεματολογίας καθώς και η προσθήκη του αφιερώματος στους Κύπριους επαγγελματίες οργανοποιούς της Κύπρου. Το λεύκωμα επίσης, για το κάθε ένα από τα όργανα τα οποία κοσμούν φωτογραφικά τις σελίδες, εμπεριέχει και ξεχωριστό κωδικό σάρωσης QR, δίνοντας έτσι την ευκαιρία στον αναγνώστη, πέραν της γραπτής και οπτικής πληροφορίας, να ακούσει πρωτότυπες ηχογραφήσεις των οργάνων οι οποίες πραγματοποιήθηκαν αποκλειστικά για τις ανάγκες του λευκώματος. Σημαντικότατο να αναφερθεί πως η έκδοση αυτή έγινε από μια ιδέα σε χειροπιαστή πραγματικότητα με την πλήρη οικονομική υποστήριξη της «Κεντρικής» Ασφαλιστικής.
-Ποιες περιόδους καλύπτει η έρευνα και ποια όργανα; Γίνεται αναφορά σε 30 μουσικά όργανα, τα οποία είναι ουσιαστικά τα επικρατέστερα εν χρήσει, συνυφασμένα με τις μουσικές παραδόσεις των λαών της Ανατολικής Μεσογείου. Ο διαχωρισμός τους έγινε σε Έγχορδα (νυκτά), Τοξωτά (που παίζονται με δοξάρι), Πνευστά και Κρουστά. Αρκετά από αυτά τα όργανα μετρούν μακρά πορεία μέσα στον χρόνο, ενώ ορισμένα γεννήθηκαν μέχρι και 2.500 χρόνια π.Χ., άρα ουσιαστικά η κατάταξή τους δεν κινείται με γνώμωνα τη λογική χρονολογικών περιόδων αλλά με τη διαχρονικότητά τους.
-Αναφέρεστε στο βιβλίο στους αφοσιωμένους επαγγελματίες οργανοποιούς της Κύπρου. Τι σας εντυπωσίασε από τη δουλειά τους; Τρέφω βαθύτατη εκτίμηση στα πρόσωπα των οργανοποιών, για το πώς μέσα από την αγάπη τους για τη μουσική, την επιμονή, την υπομονή, τη γνώση, τον μόχθο τους αλλά και την περιέργειά τους, γεννούν στα σκονισμένα εργαστήριά τους αυτά τα ξύλινα, ως επί το πλείστον, κομψοτεχνήματα, δίνοντας πνοή σε μερικά κομμάτια ξύλου. Θεωρώ την προσφορά των οργανοποιών θεμέλιας σημασίας για τη διατήρηση αλλά και την εξέλιξη της μουσικής δημιουργίας, μιας και μέσα από τη θεμιτή και συνεχή σχέση τους με τους οργανοπαίκτες συμβάλλουν από κοινού στην παγκόσμια μουσική πολιτιστική κληρονομιά.
-Ο Ρος Ντέιλι έχει πει ότι «τα μουσικά όργανα είναι ζωντανοί οργανισμοί». Συμφωνείτε μαζί του; Από την πρώτη φορά που «έτυχε» στα χέρια μου ένα μουσικό όργανο, το αντιμετώπισα με δέος και σεβασμό, σεβασμό πανομοιότυπο μ’ εκείνον που διατηρώ απέναντι σε μια ανθρώπινη υπόσταση, στα ζώα, στα δέντρα, σ’ ένα ζωντανό οργανισμό γενικότερα. Πώς άλλωστε να μην ενεργώ μ’ αυτό τον τρόπο, όταν τα μουσικά όργανα ως προέκτασή μας, ως μόνο μέσο –συν την ανθρώπινη φωνή– οδηγούν την εσωτερικότητά μας στην ένωση με την άυλη υπόσταση της Μουσικής Τέχνης;
-Το γεγονός ότι βασικό σας όργανο είναι το ούτι, έχει επηρεάσει με κάποιο τρόπο την έρευνα σας; Θα έλεγα πως γενικότερα η εντρύφησή μου με την Τροπική (τρόπος) Μουσική της Ανατολικής Μεσογείου, τη Βυζαντινή Μουσική, την Οθωμανική Μουσική, και κατ’ επέκταση η ιδιαίτερή μου αδυναμία στο ούτι ως μέσο έκφρασης των μουσικών μου ιδεών και συναισθημάτων, με οδήγησε ενστικτωδώς, με τρόπο φυσικό και αβίαστο, στην επιλογή της συγκεκριμένης θεματολογίας και στην όλη, άκρως ενδιαφέρουσα, διαδικασία της έρευνας.

Σελ. 206
Τιμή €40
info@kentriki.com.cy
Τηλ. 22745745