Αν ήταν άλλες εποχές, το κυπριακό κράτος μπορεί και να την έκλεινε στο ψυχιατρείο την Αντριάνα Νικολάου, τη μάνα του Θανάση, που επί 17 χρόνια έκανε αγώνα για να ερευνηθεί και να αποδειχθεί ότι ο γιος της δολοφονήθηκε. Έχει ξανασυμβεί, γι΄ αυτό το λέω. Όταν η Ελένη Παντελίδου, η μάνα του Ανδρέα Παντελίδη, του αγωνιστή της ΕΟΚΑ που δολοφονήθηκε το 1962, έκανε αγώνα ζητώντας δικαίωση για τη δολοφονία. Έφτασε στο σημείο κάποτε να πέσει μπροστά στο αυτοκίνητο του Μακαρίου για να τον υποχρεώσει να την ακούσει. Σε μια από τις διαμαρτυρίες της ξυλοκοπήθηκε από αστυνομικούς. Αλλά, δεν σταμάτησε ποτέ μέχρι το τέλος της ζωής της, να ζητά τη σύλληψη των δολοφόνων του παιδιού της. Μια μέρα την άρπαξαν και την έκλεισαν στο ψυχιατρείο.
Ευτυχώς, η αείμνηστη Ελένη έπεσε σε ψυχίατρο που αντιλήφθηκε ότι άλλοι ήταν οι ψυχοπαθείς, όχι η ίδια, και την έστειλε σπίτι της. Άλλες εποχές, ναι. Και η δολοφονία του Ανδρέα Παντελίδη ήταν πολιτική, σίγουρα δεν ταυτίζεται με τη δολοφονία του Θανάση. Αλλά, στις δικές μας φωτισμένες εποχές, η τραγική μάνα Αντριάνα Νικολάου, επί 17 χρόνια φώναζε, διαμαρτυρόταν, εμφανιζόταν με πίκετ παντού να ζητά δικαίωση για το παιδί της, και οι περισσότεροι την βλέπαμε με καχυποψία. Πιστεύαμε ότι ήταν η αντίδραση της μάνας, που δεν ήθελε να πιστέψει ότι ο γιος της αυτοκτόνησε, ο λεβέντης της, που παράτησε τη μετανάστευση της Αυστραλίας για να έρθει να υπηρετήσει θητεία στην πατρίδα του.
Λυπούμασταν που τη βλέπαμε, αλλά κανείς μας δεν πήγε δίπλα της να την στηρίξει στις διαμαρτυρίες της. Πάλευε μόνη της. Δεν στάθηκε ποτέ στο πλευρό της καμιά οργάνωση, καμιά ΜΚΟ, κανένας ευαίσθητος για άλλα ζητήματα, όπως η μετανάστευση ή οι επιθέσεις κατά γυναικών ή οι κακοποιήσεις ζώων. Μόνο μερικοί δημοσιογράφοι κάπου – κάπου, της έδιναν βήμα να μιλήσει. Και μιλούσε με επιχειρήματα, με απόλυτη πίστη ότι επρόκειτο για έγκλημα, επέμενε, παίρνοντας δύναμη μόνο από την ψυχή της μάνας.
Αυτή η υπόθεση είναι η ντροπή της κοινωνίας μας. Και της Πολιτείας μας, φυσικά. Και θα ξεπλυθεί, έστω και λίγο, για να αποδειχθεί ότι δεν είμαστε πια στα σκοτεινά χρόνια του 60, αν εντοπιστούν και διωχθούν οι ένοχοι. Ναι, με 17 χρόνια καθυστέρηση. Είναι ο μόνος τρόπος να απολογηθούμε σε αυτή τη μάνα. Ένα παιδί 26 χρονών δολοφονήθηκε, δεν επιτρέπεται να κρυφτεί κανένας πίσω από τα χρόνια που πέρασαν. Η δικαιοσύνη ακόμα και σήμερα πρέπει να αποδοθεί. Είναι στα χέρια της Εισαγγελίας και της Αστυνομίας. Όπως και οι ανεύθυνοι που έκλεισαν την υπόθεση χωρίς καμιά ουσιαστική διερεύνηση.
Δεν θέλω να πιστέψω ότι υπήρξε σκοπιμότητα και συγκάλυψη, παρότι υπάρχουν τέτοιες υποψίες. Υπήρξε, όμως, σίγουρα ανευθυνότητα εγκληματικών διαστάσεων. Δεν γίνεται να συνεχίσουμε να κλείνουμε τα μάτια. Οι αξιωματικοί της Αστυνομίας, όπως και ο ιατροδικαστής, που το 2005 είχαν την ευθύνη για την έρευνα των συνθηκών θανάτου ενός ανθρώπου και ενήργησαν με επιπολαιότητα και ασέβεια, οφείλουν να δώσουν εξηγήσεις. Στην κοινωνία, αλλά και στη Δικαιοσύνη. Διαφορετικά δεν θα αλλάξει τίποτε. Οι αστυνομικοί θα συνεχίσουν να είναι ανεύθυνοι. Είτε δείχνοντας ασέβεια προς τους πολίτες που υποτίθεται υπηρετούν, υποτιμώντας ακόμα και τον θάνατο. Είτε δείχνοντας ότι βρίσκονται ακόμα στη δεκαετία του 60 και παρότι απέκτησαν πλέον μόρφωση και προσόντα περισσότερα από εκείνα που είχαν οι ζαπτιέδες άλλων εποχών, χρησιμοποιούν πάντα μεθόδους εγκληματικές. Όπως το να συνεργάζονται με βαρυποινίτες για να τους βάζουν να παγιδεύσουν συναδέλφους τους ή άλλους πολίτες.
Υ.Γ. Η έρευνα δεν ανατέθηκε σήμερα στους δύο ανεξάρτητους ποινικούς ανακριτές, επειδή κάποιος αυτόβουλα αποφάσισε να εκτελέσει το καθήκον του και να διατάξει ποινική ανάκριση. Αλλά επειδή η οικογένεια του Θανάση προσέφυγε και στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων το οποίο έκρινε ένοχη την Κυπριακή Δημοκρατία για ελλιπή διερεύνηση της δολοφονίας. Ας είναι. Αλλά, σε αυτό τον αγώνα 17 χρόνων σίγουρα η οικογένεια του Θανάση είχε και τεράστιο οικονομικό κόστος. Θυσίασε τα πάντα για να βρει τη δικαιοσύνη που της αρνήθηκε το κυπριακό κράτος. Η Κυβέρνηση οφείλει πια να εξετάσει κι αυτή την πτυχή. Έστω κι αν αυτό δεν είναι δικαίωση, να δώσει οικονομική στήριξη για τα έξοδα που δεν θα γίνονταν αν το κράτος ήταν υπεύθυνο απέναντι στους πολίτες του.