Το ερώτημα για το ποια Βουλή επιθυμεί ο καθένας παραμένει ρητορικό, καθώς κάθε ψηφοφόρος προσέρχεται στις κάλπες με προσωπικά κριτήρια και ατομικές προτεραιότητες. Το εκλογικό αποτέλεσμα, ωστόσο, είναι συλλογικό και αφορά το σύνολο των πολιτών. Κατά συνέπεια, ενώ οι προτιμήσεις μπορεί να διαφέρουν, η Βουλή που τελικά θα εκλεγεί επηρεάζει όλους. Άρα, το ερώτημα δεν είναι μόνο τί θέλει ο καθένας, αλλά τί είδους Βουλή διαμορφώνεται ως αποτέλεσμα του συνολικού εκλογικού σώματος.

Το δίλημμα αυτό αποκτά όλο και μεγαλύτερη σημασία, ειδικά υπό το πρίσμα της έντονης πολιτικής ρευστότητας που χαρακτηρίζει το σημερινό σκηνικό. Ενόψει των βουλευτικών εκλογών, η προβληματική για τη φυσιογνωμία και τη λειτουργία της επόμενης Βουλής εισέρχεται πλέον στον δημόσιο διάλογο ως ουσιαστικό πολιτικό διακύβευμα.

Η εκλογή του Φειδία Παναγιώτου στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αποτέλεσε ηχηρό μήνυμα για το πολιτικό σύστημα μετά τις ευρωεκλογές. Είτε η ψήφος που συγκέντρωσε ερμηνεύεται ως χαλαρή, είτε ως πράξη διαμαρτυρίας, είτε ως νέα πολιτική έκφραση, το αποτέλεσμα παραμένει το ίδιο: Ο Φειδίας Παναγιώτου εκπροσωπεί πλέον την Κύπρο σε έναν θεσμικό πυλώνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και οι πράξεις και δράσεις του έχουν πολιτικό αντίκτυπο.

Σε αυτό το πλαίσιο είναι που  η επίσκεψη του ευρωβουλευτή στη Μόσχα αναζωπύρωσε τη δημόσια συζήτηση για τα όρια και τις ευθύνες πολιτικών ενεργειών σε διεθνές επίπεδο. Ο ίδιος ο Φειδίας Παναγιώτου υπερασπίστηκε την ενέργεια του με τα όσα ανέφερε στο βίντεο που έκανε από την Ρωσία. Η πράξη του αυτή όμως προκάλεσε αντιδράσεις, καθώς αγγίζει ευαίσθητες ισορροπίες στο ευρωπαϊκό πλαίσιο και θέτει ζητήματα πολιτικής τοποθέτησης.

Παράλληλα, στο ευρωκοινοβούλιο καταγράφηκε και η στάση του Γεάδη Γεάδη του ΕΛΑΜ κατά τη συζήτηση της έκθεσης προόδου για την Τουρκία. Αν και η σύγκριση με τον Φειδία Παναγιώτου είναι άδικη ως προς τον πολιτικό αντίκτυπό τους, η στάση του Γεάδη εντάσσεται και αυτή στο πλαίσιο του εντυπωσιασμού και όχι ουσίας. Η ανάγνωση περί «διπλωματικής ήττας» για την Κύπρο ίσως είναι υπερβολική, ωστόσο δεν αναιρεί το γεγονός ότι οι ενέργειες στο ευρωκοινοβούλιο απαιτούν στρατηγική και σοβαρότητα, και όχι επιφανειακά συνθήματα. Η πολιτική μετριέται εκ του αποτελέσματος.

Τα δύο αυτά παραδείγματα εγείρουν κρίσιμα ερωτήματα ενόψει των βουλευτικών εκλογών, σχετικά με την κατεύθυνση που θα πάρει η κοινοβουλευτική σύνθεση της επόμενης ημέρας. Ζούμε σε μια εποχή όπου ευδοκιμούν τα συνθήματα, η τάση εκδίκησης προς καθετί που θεωρείται συμβατικό και συστημικό, αλλά και η αμφισβήτηση της ίδιας της έννοιας της πολιτικής.

Οι λόγοι, ασφαλώς, είναι πολλοί και σύνθετοι και δεν αρκεί ένας απλός αφορισμός αυτής της συμπεριφοράς, εάν δεν εντοπιστούν και δεν αντιμετωπιστούν οι παθογένειες που αποτελούν τις γενεσιουργές αιτίες της στάσης του εκλογικού σώματος. Ας προβληματιστεί, όμως, και ο κάθε πολίτης για τις συνέπειες των πράξεών του και το βάρος της ευθύνης που φέρει με την επιλογή που θα κάνει στην κάλπη.

Στον προβληματισμό του, ας συμπεριλάβει και όσα διαδραματίζονται στο παγκόσμιο πολιτικό σκηνικό. Τι αποτέλεσμα είχε, για παράδειγμα, το Brexit για τους Βρετανούς; Πόση ανασφάλεια προκαλούν τα παιχνίδια επιβολής δασμών του Τραμπ;

Η ψήφος δεν κρίνει μόνο πρόσωπα αλλά καθορίζει και τον πολιτικό τόνο της δημόσιας ζωής. Η ποιότητα του διαλόγου, οι επιλογές των πολιτών και οι στρατηγικές των κομμάτων συνθέτουν ένα σύνθετο πλέγμα αποφάσεων που τελικά θα διαμορφώσει την εικόνα της Βουλής και κατ’ επέκταση και την πολιτική πορεία της χώρας. Το τί Βουλή θέλει ο πολίτης είναι ζήτημα προσωπικό. Το τί Βουλή όμως θα έχει η χώρα, αφορά όλους.