Η Ευρωπαϊκή Ένωση, υποτίθεται πως χαρακτηρίζεται από θεσμική τάξη, λογοδοσία και έλεγχο που διασφαλίζει τη χρηστή διοίκηση. Υποτίθεται. Διότι το χθεσινό πολιτικό ράπισμα το οποίο δέχτηκε η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν από το Δικαστήριο της ΕΕ, αποκαλύπτει πως, ακόμη και στα υψηλότερα ευρωπαϊκά κλιμάκια, η σκοτεινή διαχείριση δημοσίου χρήματος μπορεί να βαφτίζεται «έκτακτη ανάγκη» και να περνά κάτω από το τραπέζι. Με κόστος 35 δισεκατομμύρια ευρώ.

Η υπόθεση, γνωστή ως Pfizergate, αφορά την άρνηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να δώσει στη δημοσιότητα τα γραπτά μηνύματα που αντάλλαξε η πρόεδρός της με τον CEO της Pfizer, Άλμπερτ Μπουρλά, κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Μηνύματα που σχετίζονταν με την υπογραφή ενός τρίτου συμβολαίου για την αγορά 1,8 δισ. δόσεων εμβολίων. Κι όταν λέμε «αρνήθηκε», εννοούμε ότι προσπάθησε να πείσει το κοινό πως αυτά τα SMS είτε δεν υπάρχουν είτε δεν συνιστούν επίσημα έγγραφα. Μέχρι που ήρθε το Δικαστήριο να υπενθυμίσει κάτι απλό: Πως όταν διαχειρίζεσαι δημόσιο χρήμα, δεν δικαιούσαι να κρύβεσαι πίσω από το κινητό σου.

Η απόφαση είναι ιστορική. Όχι μόνο επειδή διαλύει το αφήγημα της Επιτροπής, αλλά και γιατί κατοχυρώνει το δικαίωμα πρόσβασης των πολιτών και των δημοσιογράφων σε πληροφορίες που κάποιοι θέλουν να κρατήσουν στο σκοτάδι. Η νομική τοποθέτηση του Αχιλλέα Αιμιλιανίδη είναι χαρακτηριστική. Επισημαίνει, πως πλέον δεν μπορεί να συνεχίζεται η αυθαίρετη αντίληψη ότι η ηλεκτρονική επικοινωνία των ηγετών δεν ελέγχεται. Το δίκαιο πρέπει να προσαρμοστεί στη νέα εποχή, όχι να της δίδεται συγχωροχάρτι.

Όμως, το μήνυμα του Δικαστηρίου δεν αφορά μόνο την κυρία φον ντερ Λάιεν. Αφορά όλους όσους ασκούν εξουσία σε οποιαδήποτε χώρα της Ένωσης. Αφορά και την Κύπρο. Γιατί εδώ, στην πατρίδα μας, η διαφάνεια δεν πεθαίνει μόνο με κρυφά SMS. Πεθαίνει και με επίκληση προσωπικών δεδομένων, με «απώλεια εγγράφων», με συνεχή άρνηση παροχής πληροφόρησης από κρατικές υπηρεσίες και ανεξάρτητους αξιωματούχους.

Είναι κοινό μυστικό ότι στην Κύπρο το δικαίωμα πρόσβασης στα δημόσια έγγραφα είναι διάτρητο. Ο Νόμος είναι γεμάτος εξαιρέσεις και θολά περιθώρια αυθαιρεσίας. Στην πράξη, ο δημοσιογράφος, ο ερευνητής, ο απλός πολίτης, θα λάβει πιο εύκολα την απάντηση «δεν δικαιούστε» ή «δεν το έχουμε» παρά οποιοδήποτε τεκμήριο. Η αδιαφάνεια έχει γίνει εργαλείο εξουσίας. Κι αυτό δεν είναι απλώς προβληματικό. Είναι επικίνδυνο!

Η πανδημία, με τον φόβο και την αβεβαιότητα που προκάλεσε, έγινε ευκαιρία για μερικούς να προχωρήσουν σιωπηλά σε διαχείριση δισεκατομμυρίων χωρίς κανέναν έλεγχο. Και αυτό δεν αφορά μόνο την Ευρώπη. Αφορά και εμάς. Ποιος ενέκρινε, ποιος υπέγραψε, ποιος ωφελήθηκε στην Κύπρο από τις παραγγελίες εμβολίων και από τις παραγγελίες ράπιντ τεστ; Ποιες επιτροπές συνεδρίασαν, ποια έγγραφα υπάρχουν, ποιος ασκεί έλεγχο; Οι απαντήσεις χάνονται κάπου μεταξύ «αρμοδίων» και «αρμοδιοτήτων». Όπως τα μηνύματα της φον ντερ Λάιεν…

Και φυσικά, η περίπτωση αυτή δεν είναι η μοναδική. Πόσες φορές ζητήθηκαν έγγραφα από το κράτος, από υπουργεία ή διάφορους φορείς για υποθέσεις με οσμή σκανδάλου και η απάντηση ήταν η απόκρυψη ή η πρόταξη δικαιολογιών περί προσωπικών δεδομένων και άλλα τινά. Από τη διαχείριση κονδυλίων στον Φορέα Κοινωνικής Στήριξης, μέχρι τις κατατμήσεις έργων σε Δήμους ή τις αναθέσεις μελετών και υπηρεσιών χωρίς επαρκή τεκμηρίωση, η πρόσβαση στη διαφάνεια είναι σταθερά υπονομευμένη.

Το Pfizergate είναι μια ευκαιρία να κοιτάξουμε τον καθρέφτη. Όχι της φον ντερ Λάιεν αλλά το δικό μας. Όσο δεν θεσπίζονται ξεκάθαροι, υποχρεωτικοί κανόνες για δημοσίευση όλων των κρατικών συμβολαίων και επικοινωνιών που αφορούν δημόσιο χρήμα, όσο η Βουλή και οι ανεξάρτητοι θεσμοί σιωπούν, όσο η Δικαιοσύνη καθυστερεί ή διστάζει, τόσο οι πολίτες θα παραμένουν στο σκοτάδι. Και στο σκοτάδι ευδοκιμεί η διαπλοκή και η διαφθορά.

Η απόφαση του Δικαστηρίου της ΕΕ είναι μια ισχυρή υπενθύμιση: Η διαχείριση δημόσιου χρήματος προϋποθέτει άπλετο φως. Όποιος ενοχλείται από αυτό, δεν πρέπει να βρίσκεται σε θέση εξουσίας. Όσοι φρόντισαν να θησαυρίσουν μέσα στην πανδημία, έπρεπε από καιρό να είχαν λογοδοτήσει. Και όσοι συνεχίζουν να επικαλούνται μυστικότητα και «εθνικά συμφέροντα» για να κρύψουν στοιχεία, πρέπει να ελεγχθούν με τον ίδιο τρόπο που ελέγχεται και η φον ντερ Λάιεν. Όχι για να πέσει απλώς μια κεφαλή. Αλλά για να σταλεί ένα σαφές και κρυστάλλινο μήνυμα: Το δικαίωμα του πολίτη στην απόλυτη αλήθεια, για κάθε περίπτωση η οποία αφορά δημόσιο χρήμα, είναι αδιαπραγμάτευτο.