Τι είναι χειρότερο: Να κατηγορηθεί η εκτελεστική εξουσία για παρέμβαση στη Νομική Υπηρεσία ή να κατηγορηθεί ότι παρακολουθεί άπραγη τον εξευτελισμό του θεσμού της Νομικής Υπηρεσίας; Ο Πρόεδρος μπορεί να απαντήσει;
«Αντιλαμβάνομαι απόλυτα τα αισθήματα της κοινωνίας», είπε μετά τη διάσκεψη του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα και του συνοδού του, Γενικού Εισαγγελέα. Αν ισχύει, όμως, το πρώτο που θα αντιλαμβανόταν θα ήταν ότι εδώ δεν υπάρχει καμιά αμφισβήτηση για τον θεσμό και την ανεξαρτησία του. Η αμφισβήτηση είναι για τους δύο επικεφαλής του θεσμού. Προσωπικά, όχι θεσμικά. Και η αμφισβήτηση επιτάθηκε μετά από όσα είπαν στη διάσκεψη της Δευτέρας όπου η απόλυτη αλήθεια είναι πως η Νομική Υπηρεσία διασύρθηκε στα μάτια των πολιτών.
Όταν, λοιπόν, ερωτάται ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, αν θα παύσει τον Βοηθό Γενικό Εισαγγελέα, δεν αναμένει κανείς να απαντήσει με ένα ναι ή ένα όχι. Άλλωστε, δεν είναι τόσο απλό. Αν θέλει να τον παύσει πρέπει να αποταθεί στο Ανώτατο, όπως έκαναν με τον Γενικό Ελεγκτή. Κι αυτό δεν θα είναι παρέμβαση στη Νομική Υπηρεσία, θα είναι ανάληψη ευθύνης από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Του τέθηκε, όμως, το ερώτημα επειδή αγωνιά η κοινωνία, που έγινε ηφαίστειο, και αναμένει να μάθει αν έχει Πρόεδρο ο οποίος θα δώσει λύσεις.
Η απάντηση του Προέδρου ήταν η απόλυτη υπεκφυγή. Ή, πιο ακριβές, ήταν το απόλυτο: νίπτω τας χείρας. «Ρωτάτε κάτι που ξεφεύγει του θεσμικού πλαισίου του Προέδρου της Δημοκρατίας», είπε, για να προσθέσει ότι προηγούμενη κυβέρνηση, όχι η δική του, «καθημερινά κατηγορείτο για παρεμβάσεις στη Νομική Υπηρεσία».
Δεν τέθηκε κανένα ζήτημα για ανάμιξή του στο έργο της ανεξάρτητης Νομικής Υπηρεσίας. Όμως, οι πολίτες, κόμματα, πολιτικοί, βουλευτές, ακόμα και το ΕΔΑΔ για όποιον διαβάσει την απόφασή του, έθεσαν ζήτημα για την ικανότητα του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα (πολλοί και του Γενικού Εισαγγελέα) να βρίσκεται στο ανώτατο αυτό αξίωμα. Και αναμένουν όλοι ότι ο άνθρωπος που βρίσκεται στην κορυφή του κράτους έχει ευθύνη να δώσει απαντήσεις. Δεν επιτρέπεται να νίπτει τας χείρας και να δίνει την εντύπωση ότι η Νομική Υπηρεσία είναι άλλο κράτος. Δεν είναι. Είναι θεσμός του κράτους στο οποίο επικεφαλής είναι ο Νίκος Χριστοδουλίδης.
Παρέμβαση στην ανεξαρτησία της Νομικής Υπηρεσίας είναι όταν για παράδειγμα ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ζητά από τον Γενικό ή τον Βοηθό Γ. Εισαγγελέα να καλύψει έναν βιασμό επειδή ο ύποπτος είναι «δικός του». Αλλά, δεν είναι παρέμβαση, είναι αποφασιστικότητα και ανάληψη ευθύνης όταν ο Πρόεδρος ενεργεί για να προστατεύσει τον θεσμό από αξιωματούχους που τον βλάπτουν. Με όποιο τρόπο κρίνει ο ίδιος, αλλά να ενεργήσει, όχι να παριστάνει τον παρατηρητή.
Εκτός κι αν συμφωνεί μαζί τους. Αν συμφωνεί, ας πούμε, ότι το αίτημα για παύση του Σάββα Αγγελίδης «θεωρείται ως άμεση απειλή προς τη δικαιοσύνη», οφείλει να το πει. Τουλάχιστον, να ξέρουμε πού στεκόμαστε.
Όπως και το μεγάλο κόμμα της δεξιάς, ο ΔΗΣΥ. Την ώρα που την κοινωνία απασχολεί η καταπελτική απόφαση του ΕΔΑΔ η οποία θέτει και ζητήματα (σεξιστικών στερεοτύπων, προκαταλήψεων, διακρίσεων λόγω φύλου) στα οποία συχνά ο ΔΗΣΥ θέλει να δείχνει ιδιαίτερη ευαισθησία, τώρα προσπαθεί να στρέψει αλλού τη συζήτηση. Στο ΑΚΕΛ, την Ειρήνη Χαραλαμπίδου και τον Οδυσσέα Μιχαηλίδη, οι οποίοι, λέει, «έχουν προσχωρήσει σε μια στρατηγική διάλυσης του τόπου και απαξίωσης κάθε θεσμού» και «τροφοδοτούν την τοξικότητα και την εμπάθεια και δηλητηριάζουν την πολιτική και οικονομική ζωή». Και, αντίθετα με αυτή την «παράδοξη και ανίερη παρέα», ο ΔΗΣΥ, «θα παραμείνει ανάχωμα σοβαρότητας και ευθύνης».
Μα, είναι αυτό σοβαρότητα και ευθύνη; Υποκρισία του χειρίστου είδους είναι. Εδώ έχουμε στα χέρια μας απόφαση του ΕΔΑΔ, που μας ντροπιάζει όλους, την Κυπριακή Δημοκρατία ολόκληρη, έχουμε δηλώσεις των κεφαλών της Εισαγγελίας που κάνουν το ντρόπιασμα ακόμα πιο βαρύ, και ο ΔΗΣΥ λέει ότι αυτό είναι στρατηγική διάλυσης του τόπου και των θεσμών από το ΑΚΕΛ, την Ειρήνη και τον Οδυσσέα! Μήπως, περιμένουν και μπράβο που αποκάλυψαν τη συνωμοσία;