Όταν, το 2023, οι αρχές στη Γαλλία επιχείρησαν να περιορίσουν διαδηλώσεις κατά της μεταρρύθμισης του συνταξιοδοτικού, το Συμβούλιο της Επικρατείας παρενέβη αυστηρά. Υπενθύμισε ότι το δικαίωμα στη διαμαρτυρία είναι θεμελιώδες και κατοχυρωμένο. Κανένα “εύλογο συμφέρον δημόσιας τάξης” δεν μπορεί να το περιορίσει αυθαίρετα. Στην Κύπρο του 2025, αντί να ενισχυθεί αυτό το δικαίωμα, έγινε ό,τι ήταν δυνατόν για να περιοριστεί. Μάλιστα, με τις ψήφους 28 βουλευτών, που υποτίθεται υπερασπίζονται τη δημοκρατία.
Όποιος παρακολούθησε τη συζήτηση στη Βουλή για το νομοσχέδιο περί «Ρύθμισης των Διαδηλώσεων», θα έβγαλε το συμπέρασμα ότι η Κύπρος σείεται από εξεγέρσεις τύπου Παρισιού. Θα πίστεψε ότι ζούμε υπό καθεστώς χάους, όπου η Δημοκρατία απειλείται από το… πλακάτ του διαδηλωτή.
Ο νόμος τον οποίο ψήφισαν 28 βουλευτές (ΔΗΣΥ, ΔΗΚΟ, ΕΔΕΚ, ΕΛΑΜ, ΔΗΠΑ) είναι τουλάχιστον υπερβολικός. Γιατί πλέον, 20 άτομα θεωρούνται διαδήλωση. Για να μπορούν να σταθούν στον δρόμο, πρέπει να έχουν ειδοποιήσει την Αστυνομία επτά μέρες πριν. Πρέπει να δηλώσουν τι ώρα θα ξεκινήσουν, τι ώρα θα τελειώσουν, ποια διαδρομή θα ακολουθήσουν, ποιο σκοπό εξυπηρετούν. Και το αποκορύφωμα, τι θα γράφουν τα πανό τους.
Ουσιαστικά ο νόμος δικαιώνει την Αστυνομία για την απαράδεκτη στάση της στην περίπτωση Καραχάν-Τάττη, οι οποίοι είχαν αναρτήσει πανό με τη φράση «Κυπριακή Δημοκρατία, η μόνη λύση» και τους σύρουν στα δικαστήρια!
Η Αστυνομία η οποία παρακολουθούσε κουκουλοφόρους να ξυλοκοπούν μετανάστες στη Λεμεσό, που άφησε ανεξέλεγκτη τη Χλώρακα, που παρακολουθεί χούλιγκαν να σπάζουν βιτρίνες και να καίνε αυτοκίνητα, απέκτησε τώρα το δικαίωμα να απαγορεύει ή να διαλύει μια διαδήλωση «αν έχει εύλογες υποψίες» ότι ενδέχεται να υπάρξει πρόβλημα. Όλα στην υποκειμενική κρίση ενός αξιωματικού.
Μα στην κρίση ενός αξιωματικού της Αστυνομίας βρισκόταν και η πορεία διαδηλωτών στη Λεμεσό. Δεν μπόρεσε ή δεν τόλμησε να αντιληφθεί πως ένα τσούρμο συμμετέχοντες, φορώντας κουκούλες, ετοιμάζονταν για βανδαλισμούς. Τους άφησε να προχωρήσουν στα έκτροπα, θέτοντας σε κίνδυνο ανθρώπινες ζωές. Στην κρίση της Αστυνομίας ήταν και η παραχώρηση άδειας στους κυνηγούς να κλείσουν τον αυτοκινητόδρομο και να ανάψουν φουκούδες. Ταλαιπωρώντας χιλιάδες οδηγούς.
Σε κάποια ανάλογη των προαναφερθέντων λανθασμένων κρίσεων στηρίζεται ο νόμος που ψήφισαν οι 28 βουλευτές. Πλέον, με ευκολία, δήθεν στη βάση υποψίας επεισοδίων, θα μπορούν να αρνούνται να παραχωρήσουν άδεια ή θα διαλύουν διαδηλώσεις, όταν ο αριθμός των συμμετεχόντων τύχει να είναι πολύ μεγάλος και φοβηθούν ότι δεν θα μπορούν να τον ελέγξουν.
Το οξύμωρο είναι πως η Αστυνομία έχει στα χέρια της επαρκή νομοθεσία για την καταστολή έκνομων πράξεων. Το πρόβλημα δεν ήταν ποτέ η έλλειψη νομοθεσίας, αλλά η παντελής αδυναμία επιβολής της.
Αντί, όμως, οι φωστήρες της Βουλής να αντιμετωπίσουν αυτή την ανικανότητα, ήρθαν να περιορίσουν τα δικαιώματα των πολιτών. Αντί να αναβαθμίσουν την εκπαίδευση των αστυνομικών, τους δίνουν παράλογες υπερεξουσίες. Αντί να προφυλάξουν την ελευθερία της έκφρασης, τη στραγγαλίζουν πίσω από υποκειμενικές διατάξεις.
Μέχρι και ο Ανδρέας Θεμιστοκλέους διατύπωσε την αυτονόητη αλήθεια: «Το δικαίωμα της διαμαρτυρίας, της απεργίας και της διαδήλωσης είναι ιερά. Δεν μπορούν να τίθενται υπό αμφισβήτηση και την αίρεση ούτε του δημάρχου, ούτε του μουχτάρη, ούτε του αστυνομικού της γειτονιάς». Αν φτάσαμε στο σημείο να συμφωνούμε με τον Θεμιστοκλέους σε ζητήματα σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, σημαίνει ότι κάτι πάει πολύ στραβά.
Όσο για το αφήγημα της κυβέρνησης περί ασφάλειας και τάξης, μάλλον μπέρδεψαν τη Δημοκρατία με τα καθεστώτα όπου επιβάλλεται η σιωπή του πολίτη.
Είναι ηλίου φαεινότερον, ότι το ζητούμενο δεν είναι η ασφάλεια. Είναι η σιωπή. Δεν είναι η τάξη. Είναι ο έλεγχος. Το πρόβλημα δεν είναι οι διαδηλωτές με τα πλακάτ. Το πρόβλημα τώρα δημιουργείται. Διότι πλέον, στην Κύπρο του 2025, για να διαμαρτυρηθείς για κάποια αδικία ή για κάποιο αίτημα, πρέπει να ζητήσεις την άδεια της Αστυνομίας.
Αν αυτός ο νόμος εφαρμοζόταν σε άλλες εποχές, καμία πορεία κατά του απαρτχάιντ και εναντίον δικτατορικών καθεστώτων θα επιτρεπόταν. Στην Κύπρο για δεκαετίες, αυτή η μορφή αντίδρασης εκ μέρους της κοινωνίας ήταν άγνωστη. Τα τελευταία χρόνια, η γιγάντωση του τέρατος της διαφθοράς, η κορύφωση της πολιτικής ανικανότητας και η μεγιστοποίηση της οργής των πολιτών οδήγησαν σε ολοένα και περισσότερες μαζικές εκδηλώσεις.
Τα κόμματα, προφανώς, τρόμαξαν. Αποφάσισαν να δυσκολέψουν τη συνέχιση του φαινομένου. Έφτασαν στο σημείο να επικαλεστούν την επίθεση μιας μικρής ομάδας αλητών στα γραφεία του ΔΗΣΥ. Πώς συνδέεται ένας νυκτόβιος βανδαλισμός με μια ειρηνική διαδήλωση; Δεν συνδέεται. Απλώς, έτσι τους βόλευε εκείνη την στιγμή. Τόσο κόβει το μυαλουδάκι τους, που θεωρούν ότι ο νόμος για τις διαδηλώσεις θα εμποδίσει τους τραμπούκους της νύκτας να ξανακτυπήσουν!
Το πρόβλημα είναι η λογική που συνοδεύει το νόμο. Η κανονικοποίηση της ιδέας ότι η κοινωνική διαμαρτυρία είναι εμπόδιο και όχι εργαλείο της δημοκρατίας. Ότι η αντίδραση πρέπει να χειραγωγείται, να εγκρίνεται, να δαμάζεται.
Υπό τον αόριστο όρο της «εύλογης υποψίας», νομιμοποιήθηκε με τις ψήφους 28 βουλευτών (μόλις η μισή Βουλή) η κατάχρηση της εξουσίας και περιορίστηκε το δικαίωμα της διαμαρτυρίας και της ελευθερίας έκφρασης. Για μια ακόμη φορά, τόσο μικροί οι βουλευτές…
Υ.Γ.: Το μοναδικό σημείο του νόμου που έχει ουσία είναι εκείνο που αφορά τους κουκουλοφόρους. Διότι είναι σαφές, πως όταν κάποιος κρύβει το πρόσωπό του, σχεδιάζει έκτροπα.