Η πολιτική διάσταση δεν μπορεί να απουσιάζει από την εξίσωση στην αναζήτηση ευθυνών για τις ανεπάρκειες ενός κράτους να προστατεύσει τους πολίτες του από μια φυσική καταστροφή. Σε μια τραγωδία όπως αυτή της ορεινής Λεμεσού, εγείρονται εύλογα ζητήματα ως προς την αποτελεσματικότητα του κρατικού μηχανισμού και των σωμάτων ασφαλείας, τον τρόπο που ενήργησαν, καθώς και τον γενικότερο συντονισμό της όλης επιχείρησης — από τη μάχη με τις φλόγες μέχρι τις προσπάθειες ασφαλούς απομάκρυνσης των κατοίκων των κοινοτήτων που κινδύνευαν.

Είναι προφανές, από τη δημόσια συζήτηση γύρω από την καταστροφική πυρκαγιά στην ορεινή Λεμεσό, ότι έχει αναδειχθεί ένα σοβαρό ζήτημα, το οποίο αφορά την αντιμετώπιση φυσικών καταστροφών. Το κράτος οφείλει να διατηρεί μηχανισμούς σε ετοιμότητα, ώστε να μπορούν να λειτουργούν άμεσα και σε πλήρη συντονισμό μεταξύ τους, για να δρουν αποτελεσματικά και να αποτρέπουν τραγωδίες όπως αυτή που καταγράφηκε πριν από δύο εβδομάδες. Υποτίθεται ότι υπάρχουν σχέδια δράσης και ότι διεξάγονται οι ανάλογες ασκήσεις, ώστε, σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης, να εφαρμόζονται με επάρκεια στην πράξη. Προφανώς, κάτι δεν λειτούργησε σωστά.

Η προχθεσινή συζήτηση στη Βουλή επικεντρώθηκε, εκ μέρους των βουλευτών, στην ανάδειξη πολιτικών ευθυνών και, συγκεκριμένα, στην απουσία στο εξωτερικό του Ανδρέα Γρηγορίου. Υπάρχει πράγματι ζήτημα. Υπάρχουν ευθύνες που πρέπει να αναληφθούν, όμως η ουσία δεν εξαντλείται στις πολιτικές διαστάσεις. Αναδείχθηκαν πολύ σημαντικά ζητήματα, τα οποία καταδεικνύουν σοβαρές αδυναμίες, τις οποίες είναι βέβαιο ότι θα αντιμετωπίσουμε ξανά στο μέλλον ανεξαρτήτως πολιτικών προϊσταμένων Υπουργείων.

Μέσα από τις μαρτυρίες των κοινοταρχών της περιοχής, προέκυψε ότι έγιναν λάθη από πλευράς Πολιτικής Άμυνας, τα οποία ενδεχομένως να οφείλονται σε έλλειψη συντονισμού. Όταν, για παράδειγμα, κοινοτάρχης καταγγέλλει ότι καθοδηγήθηκε να στείλει τους κατοίκους προς την κατεύθυνση από την οποία ερχόταν η φωτιά, αυτό σημαίνει πως κάτι δεν λειτούργησε σωστά ή, τουλάχιστον, το άτομο που έδωσε τη συγκεκριμένη οδηγία δεν είχε επίγνωση της πραγματικότητας. Από την άλλη πλευρά, υπήρχαν και μαρτυρίες για την αυταπάρνηση στελεχών της Πολιτικής Άμυνας, που πρέπει να αναγνωριστούν.

Ένα εξίσου κρίσιμο ζήτημα που τέθηκε ήταν ο ελλιπής καθαρισμός των κοινοτήτων από ξηρά χόρτα και η έλλειψη αντιπυρικών ζωνών. Η ευθύνη δεν βαραίνει μόνο την Επαρχιακή Διοίκηση, αλλά και τις ίδιες τις κοινοτικές αρχές, οι οποίες οφείλουν να λαμβάνουν μέτρα πρόληψης και αντιμετώπισης πυρκαγιών. Ο καθορισμός οικοπέδων και η δημιουργία αντιπυρικών ζωνών πέριξ των οικισμών είναι μέτρα κρίσιμης σημασίας.

Επιπλέον, καθώς βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μία μεγάλης κλίμακας φυσική καταστροφή, η οποία οδήγησε στον θάνατο δύο πολιτών, εξακολουθούν να αιωρούνται πλήθος ερωτημάτων στην κοινωνία, αναφορικά με τον τρόπο αντίδρασης των υπηρεσιών και την ετοιμότητα του κράτους σε επίπεδο εξοπλισμού.

Γιατί δεν περιορίστηκε άμεσα η φωτιά;

Υπήρξε ολιγωρία ή καθυστερημένη αντίδραση;

Κινητοποιήθηκαν έγκαιρα τα πτητικά μέσα της Κυπριακής Δημοκρατίας;

Θα μπορούσε να φτάσει νωρίτερα η διεθνής βοήθεια;

Γιατί δεν υπήρχε εντός των κοινοτήτων δύναμη πυρόσβεσης, όπως ανέφεραν αρκετοί κάτοικοι;

Όλα αυτά είναι εύλογα ερωτήματα που απαιτούν πειστικές απαντήσεις, ειδικά όταν έρχονται σε αντιπαραβολή με προηγούμενες κυβερνητικές δηλώσεις περί πλήρους ετοιμότητας του κράτους απέναντι σε πυρκαγιές. Οι εκθέσεις των υπηρεσιών που κατατέθηκαν στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και ορθώς δόθηκαν στη δημοσιότητα δεν απαντούν σε αυτά τα ερωτήματα. Για τον λόγο αυτό αναμένονται οι απαντήσεις των Αμερικανών εμπειρογνωμόνων και, αναλόγως, πρέπει να ληφθούν τα απαραίτητα μέτρα.

Όπως έχει επισημανθεί επανειλημμένως, απαιτούνται τομές στον τρόπο λειτουργίας του κράτους και ρήξη με κατεστημένες νοοτροπίες.