Πρώτα ήρθε η έκρηξη. Η εκβιαστική επιστολή από τον ΑΔΜΗΕ στη ΡΑΕΚ. Τι και αν προσπάθησαν να διαψεύσουν τον «Φ», στο τέλος αναγκάστηκαν να τον επιβεβαιώσουν. Ακολούθησε η βαρύγδουπη τοποθέτηση του Προέδρου. Και μετά ήρθε ξανά το φλερτ. Αντιλήφθηκαν και η Αθήνα και η Λευκωσία πως η δημόσια αντιπαράθεση -έστω και μέσω ΑΔΜΗΕ- ουσιαστικά ισοδυναμεί με χαρακίρι. Που το παρακολουθούν ο Ερντογάν και ο Φιντάν με ένα σαρδόνιο χαμόγελο στο πρόσωπό τους.
Οι δηλώσεις, ωστόσο, περί σχέσεων Αθηνών και Λευκωσίας που είναι ισχυρότερες παρά ποτέ, δύσκολα μπορούν να πείσουν ακόμη και τους πιο φανατικούς θιασώτες της συνεργασίας τους. Η οικτρή πραγματικότητα είναι ότι επικρατεί ατμόσφαιρα αντιπαράθεσης. Μπορεί να περιορίζεται μόνο στο θέμα της ηλεκτρικής διασύνδεσης, όμως, δεν παύει να ηλεκτρίζει γενικότερα τις επαφές τους.
Μάλιστα, κάποιοι αντικρίζουν τις εκατέρωθεν τοποθετήσεις την τελευταία περίοδο για την υπόθεση του καλωδίου σαν την έναρξη ενός blame game. Από τη μια, το εν λόγω έργο έχει πολυδιαφημιστεί ως τεράστιας γεωστρατηγικής σημασίας (και έτσι είναι). Από την άλλη, το συνολικό κόστος είναι δυσθεώρητο. Ως εκ τούτου, ούτε η μια ούτε η άλλη πλευρά επιθυμούν να επωμιστούν το πολιτικό κόστος από μια ενδεχόμενη (και σε μεγάλο βαθμό διαφαινόμενη) αποτυχία.
Όσον αφορά το πολιτικό κόστος, αυτό γέρνει περισσότερο προς την πλευρά της Αθήνας, αφού ηχεί ακόμη στα αφτιά της διεθνούς κοινότητας η δήλωση Ερντογάν από το βήμα της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, ότι κανένα μεγάλο έργο δεν μπορεί να γίνει στην ανατολική Μεσόγειο χωρίς την Τουρκία. Ακόμη εντονότερα ηχούν στα αφτιά μας, οι προχθεσινές εμπρηστικές δηλώσεις του Φιντάν, πώς υπάρχουν συμμαχίες στην ανατολική Μεσόγειο που είναι κατά της Τουρκίας, οι οποίες αν δεν λυθούν διπλωματικά, παραπέμπονται στο στρατό.
Είναι σαφές, πως ενδεχόμενη ματαίωση του έργου της ηλεκτρικής διασύνδεσης, θα εκθέσει πρωτίστως την Αθήνα. Θα βρεθεί με την πλάτη στον τοίχο. Η μοναδική ερμηνεία που θα μπορεί να δοθεί είναι ότι το ναυάγιο οφείλεται στην τουρκική παρέμβαση. Και στην ελληνική ατολμία και αδυναμία.
Όσον αφορά το οικονομικό κόστος ενός ενδεχόμενου ναυαγίου, αυτό μπορεί να προβλέπεται να επιμεριστεί στις δύο πλευρές, πλην, όμως, μάλλον η ελληνική πλευρά θα βρεθεί και πάλι στη δυσμενέστερη θέση. Βάσει της διακρατικής συμφωνίας μεταξύ των δύο πλευρών, σε ενδεχόμενη ματαίωση του έργου για γεωπολιτικούς λόγους, το κόστος θα επιμερισθεί ισομερώς. Ως εκ τούτου, από τα 300 εκατ. τα οποία διεκδικεί ο ΑΔΜΗΕ, θα δικαιούται τα μισά από την Κ.Δ.
Αυτό, όμως, δεν είναι το μεγάλο μέρος του οικονομικού κόστους. Το τεράστιο αφορά τις ρήτρες της σύμβασης του ΑΔΜΗΕ με τη γαλλική εταιρεία Nexans στο ενδεχόμενο μη υλοποίησης του έργου των 1,9 δισ. ευρώ! Ένα δυσθεώρητο ποσό, το οποίο θα θέσει σε κίνδυνο το ελληνικό δημόσιο. Η προοπτική δύσκολα θα είναι άλλη από τη δικαστική διαμάχη ΑΔΜΗΕ και Κυπριακής Δημοκρατίας, με ό,τι κάτι τέτοιο συνεπάγεται.
Ας εστιάσουμε, όμως, στην πραγματική ουσία του θέματος. Σε καμία περίπτωση δεν είναι τα περιβόητα 25 εκατ. Ούτε τα 82 εκατ. τα οποία αναγνωρίζει η κυπριακή πλευρά ότι έχουν δαπανηθεί. Ούτε καν τα 298 εκατ. (250 εκατ. για κατασκευή του καλωδίου και 48 εκατ. για εξαγορά του έργου από τον Euroasia) που θέλει ο ΑΔΜΗΕ.
Το μείζον θέμα αφορά την Τουρκία. Την παρέμβαση της Άγκυρας και τις απειλές της. Και την αδυναμία της Αθήνας να εγγυηθεί την εκτέλεση του έργου. Κομβικό σημείο στην επίμαχη πτυχή της υπόθεσης αποτέλεσε το επεισόδιο στην Κάσο το καλοκαίρι του 2024. Τότε πέντε πολεμικά σκάφη της Τουρκίας παρεμπόδισαν την έρευνα του ιταλικού σκάφους «Ievoli Relume». Αποτέλεσμα ήταν να σταματήσουν οι έρευνες και να μην επαναληφθούν ποτέ. Ήταν, δυστυχώς, μια επίδειξη δύναμης από την πλευρά της Άγκυρας, η οποία είχε και συνέχεια με την επιβολή του τουρκολιβυκού μνημονίου.
Έκτοτε, η Λευκωσία δεν είδε ποτέ εμπράκτως ενέργειες από την πλευρά της Αθήνας, που να την κάνουν να νιώθει ότι υπάρχουν επαρκείς εγγυήσεις πως το έργο θα υλοποιηθεί.
Γι’ αυτό κύριε Μητσοτάκη, δείξε μας ότι τολμάς. Εμπράκτως. Όχι με φραστικές κορώνες. Αν πάλι, δεν τολμάς (αυτό αντιλαμβανόμαστε) τότε ζήτα χέρι βοηθείας από τους Αμερικανούς, οι οποίοι πατρονάρουν την περιοχή. Και από την ΕΕ, η οποία, ειρήσθω εν παρόδω, είναι άμεσα εμπλεκόμενη, αφού έχει εντάξει το έργο σε εκείνα τα κοινού ενδιαφέροντος. Μάλιστα, έχει προκαταβάλλει 657 εκατ.!
Για να ξεκαθαρίσουμε με απλά λόγια κύριε Μητσοτάκη, ναι, αγαπούμε την Ελλάδα. Ναι, το έργο είναι τεράστιας γεωπολιτικής σημασίας. Ναι, η Κύπρος το έχει πολύ μεγάλη ανάγκη. Ναι, είμαστε πρόθυμοι να πληρώσουμε το δυσθεώρητο κόστος του έργου. Όμως, δεν είμαστε αμερικανάκια. Να φορτωθούμε ένα τέτοιο κόστος μαμούθ χωρίς να έχουμε εξασφάλιση στο γεωπολιτικό πεδίο. Η Κύπρος δεν αντέχει δεύτερο μνημόνιο! Τολμήστε να κάνετε εσείς αυτό που πρέπει και εμείς θα ακολουθήσουμε!