Δυνάμει σύμβασης, ο ενοικιαστής (Μισθωτής), ο οποίος μπορεί να είναι Κύπριος πολίτης ή πολίτης κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχει υποχρέωση στην καταβολή ενοικίου στον ιδιοκτήτη (Εκμισθωτή). Η μη καταβολή του ενοικίου εγείρει θέμα παραβίασης όρου της μισθωτικής σύμβασης. Κατά συνέπεια, ο ιδιοκτήτης έχει, βάσει νόμου, δικαίωμα για αξίωση καταβολής των συμφωνημένων ενοικίων και δυνατότητα έκδοσης διατάγματος έξωσης.
Ωστόσο, εάν ο ενοικιαστής θεωρηθεί θέσμιος (προστατευόμενος) υπάγεται στον Περί Ενοικιοστασίου Νόμο σύμφωνα με τον οποίο, ο ιδιοκτήτης δύναται να ασκήσει τα δικαιώματα του, ως αναφέρονται στον Νόμο.
Ο Περί ενοικιοστασίου Νόμος του 1983 ρυθμίζει και τις σχέσεις ιδιοκτήτη και ενοικιαστή, δημιουργώντας σε αυτούς κάποιες υποχρεώσεις.
Βασικός στόχος και σκοπός του νομοθέτη κατά την ψήφιση του τροποποιητικού νόμου Περί ενοικιοστασίου το 1983 ήταν η προστασία των ενοικιαστών από τις αυθαίρετες αυξήσεις των ενοικίων και των εξώσεων.
Από την άλλη, όμως, περιορίστηκαν αυτόματα τα δικαιώματα των ιδιοκτητών (εκμισθωτών), οι οποίοι ακόμη δεν έχουν δικαιωθεί, παρά τις πολλές προσπάθειες τους και παραμένει ένα χρόνιο πρόβλημα. Δεν έχουν το δικαίωμα να επανακτήσουν και να αξιοποιήσουν το ακίνητο τους. Ακόμη και για έξωση, στην περίπτωση που δεν καταβάλλονται τα ενοίκια, απαιτούνται χρονοβόρες νομικές διαδικασίες, οι οποίες αποβαίνουν επιζήμιες για τον ιδιοκτήτη (έξοδα δικαστηρίου, διαφυγόντα κέρδη). Τα προβλήματα του νόμου πολλαπλασιάζονται για τους ιδιοκτήτες, λόγω της καθυστέρησης στην απονομή της δικαιοσύνης.
Νοείται ότι η αύξηση ενοικίου σε Θέσμια Ενοικίαση καθορίζεται αυστηρώς επίσης με διάταγμα ανά διετία και όχι από την πρόθεση είτε του ιδιοκτήτη είτε του Ενοικιαστή. Αυτό πάλι είναι σε βάρος των ιδιοκτητών διότι οι τιμές της αγοράς αυξάνονται ενώ τα ενοίκια των ενοικοστασιακών υποστατικών παραμένουν τα ίδια αφού για τα τελευταία 10 χρόνια το κράτος αποφάσισε μηδενικές αυξήσεις.
Διαφαίνεται ότι, σήμερα, το να είναι κάποιος θέσμιος ενοικιαστής (κατοχή ακινήτου και λήξη συμβατικής ενοικίασης) είναι ευεργέτημα. Κατέχει το ακίνητο όσον καιρό θέλει, εφόσον πληρώνει το ενοίκιο. Ακόμη και να μην το πληρώνει, τυγχάνει της προστασίας του νόμου, με την έννοια ότι η έξωση δεν είναι αυτόματη αλλά πρέπει να ακολουθηθεί μια συγκεκριμένη χρονοβόρα νομική διαδικασία και με μηδενική αύξηση στο ενοίκιο.
Παλαιότερα, το μέγιστο ποσοστό της αύξησης ήταν 14% κάθε δύο χρόνια και μετά έγινε 8%. Τις τελευταίες πέντε διετίες (μέχρι τον Απρίλη του 2023) η μέγιστη αύξηση που καθορίστηκε είναι μηδενική. Συνεπώς, όσοι είναι θέσμιοι ενοικιαστές δεν υποχρεούνται να δώσουν αύξηση στον ιδιοκτήτη του ακινήτου.
Ειδικότερα, για να θεωρηθεί η ενοικίαση θέσμια θα πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις. Πρωτίστως, θα πρέπει η αρχική σύμβαση μίσθωσης (γραπτή ή προφορική) να έχει λήξει και ο ενοικιαστής να συνεχίζει να έχει στην κατοχή του το μίσθιο. Το ακίνητο θα πρέπει να βρίσκεται σε περιοχή που αναφέρεται στον Νόμο (ελεγχόμενη περιοχή) και το κτίσμα να έχει συμπληρωθεί μέχρι τις 31/12/1999. Το υποστατικό θα πρέπει μέχρι την αναφερομένη ημερομηνία να ήταν υπό ή προς ενοικίαση.
Ο Σύνδεσμος Ιδιοκτητών Ακινήτων Κύπρου (ΚΣΙΑ), ο οποίος είναι μέλος στο ΚΕΒΕ, μάχεται για τον εκσυγχρονισμό της απαρχαιωμένης αυτής νομοθεσίας, τη μείωση της γραφειοκρατίας και την απλοποίηση των αχρείαστων χρονοβόρων περίπλοκων διαδικασιών.
Η ίδια προσπάθεια γίνεται και από άλλους φορείς, καθότι, παρόλο που η προστασία που παρέχεται σε μεγάλη μερίδα συμπολιτών μας είναι τεράστια, εν τούτοις αρκετοί ενοικιαστές εκμεταλλεύονται την αδυναμία του νόμου και τις καθυστερήσεις στα δικαστήρια.
Καταληκτικά, η πεμπτουσία του περί ενοικιοστασίου νόμου είναι ο περιορισμός τόσο των αυξήσεων των ενοικίων, όσον και των εξώσεων των θέσμιων ενοικιαστών.
* Λειτουργός, Τμήμα Υπηρεσιών Εμπορίου και Ψηφιοποίησης, ΚΕΒΕ