Οι τρεις και οι τέσσερις και οι δέκα χιλιάδες μεταναστών, μια χαρά θα εντάσσονταν στην αγορά εργασίας στα χρόνια που περιμένουν την κυβέρνηση να εξετάσει τις αιτήσεις τους. Μόνο τη γλώσσα να τους διδάσκαμε!

Προσπαθούσε να βρει ρούχα που να είναι στα μέτρα των παιδιών της και όλο σκούπιζε με ένα μαντηλάκι τα κλαμένα της μάτια. Ήταν μια γυναίκα με δύο παιδιά που έμοιαζε να ντρέπεται. Φαινόταν να νιώθει πως ήταν λες κι έκλεβε. Προηγουμένως η γειτόνισσα  είπε χαμηλόφωνα στη μάνα μου, «Ήρθαν πρόσφυγες από την Κερύνεια στο σχολείο να πιάσουν ρούχα», κι εξήγησε πως δυσκολευόταν, μάλλον στεναχωριόταν να πάρει στο σχολείο φορεμένα ρούχα «για τα πλάσματα, τα ξένα». Λάρνακα, τέλη Ιουλίου 1974. Δεν ξέραμε τι μας βρήκε. «Τα πλάσματα» που συνέρρεαν από τις κατεχόμενες περιοχές ήξεραν ήδη πολύ καλά. Θάνατος, οδυρμός, καταδίωξη. Εμείς ακούγαμε τη λέξη πρόσφυγες και δεν μπορούσαμε να την ταυτοποιήσουμε με κανονικούς ανθρώπους. Πώς από τη μια μέρα στην άλλη οι άνθρωποι εκείνοι από νοικοκυραίοι γίναν’ διακονητάδες… 

Οι εικόνες εκείνες που η μνήμη σκέπασε θαρρείς με στάχτη ήρθαν κι έσμιξαν ξανά με την οδύνη του παλαιού ανεπούλωτου τραύματος όταν τον Οκτώβρη του 2020, είδα τη φωτογραφία του καλού συνάδελφου Κώστα Κωνσταντίνου, του «Π», που έβγαλε μέσα στο ερειπωμένο πια Λύκειο Ελληνίδων Αμμοχώστου και την οποία ευγενώς μου παραχώρησε, για τους σκοπούς αυτής της στήλης. Οι Βαρωσιώτες, οι κάτοικοι μιας πόλης που έθαλλε εκείνη την εποχή, γεμάτη ζωή, τουρισμό και φως είχαν μαζέψει ρουχισμό στη μεγάλη αίθουσα εκδηλώσεων του Λυκείου προς αρωγή των προσφύγων που αναζήτησαν καταφύγιο στην πόλη τους. Μισό αιώνα μετά ήρθε μια φωτογραφία να αποτυπώσει ένα τραγικό μωσαϊκό μιας αδυσώπητης μαρτυρίας ισοδύναμης μιας αρχαιοελληνικής θείας τιμωρίας. Οι αλαζόνες κάτοικοι και ιδιοκτήτες αυτής της υπέροχης γης, με τα τρεχούμενα νερά και τους κεφαλόβρυσους, τα εσπεριδοειδή από τον Πενταδάκτυλο μέχρι την Αμμόχωστο, τις ελιές και τις χαρουπιές, τους κήπους και τα γιασεμιά, αποδειχθήκαμε αυθάδεις και βίαιοι. Προσβάλαμε τον άγραφο θείο νόμο, που υπαγορεύει ότι πρέπει να σεβόμαστε αυτά που η φύση και η ζωή μας προσφέρει και να τα προστατεύουμε,  διαπράττοντες ύβριν. Γίναμε υβριστές παρόλο που οι θεοί μας είχαν προηγουμένως προειδοποιήσει (βλ. βομβαρδισμοί Τηλλυριάς). Όμως ο νους μας , δεμένος στης άτις το άρμα, θόλωσε, τυφλώθηκε και υποπέσαμε στο ολέθριο σφάλμα. Η νέμεσις, (βλ. πραξικόπημα) παρανοϊκή κι αιματοβαμμένη οδήγησε στη συντριβή, στην τιμωρία (βλ. εισβολή), θανατικό, αιχμαλωσία, προσφυγιά. Την απέδωσε συγκλονιστικά ο Μικρασιάτης Μιχάλης Μπουρμπούλης: «Κλείσανε τα κέντρα, τα σινεμά και τα καφενεία/μια παρέα είμαστε που χωρίζει σε μια γωνία/Αύριο σκορπίζουμε σαν πουλιά στην κοσμοπλημμύρα/σαν τους πρόσφυγες που δεν έχουνε μες στον ήλιο μοίρα…

Πέρασε μισός αιώνας, η κυρία που στο Δημοτικό Σχολείο Δροσιάς Λάρνακος που προσπαθούσε το 1974 να βρει ρούχα που να είναι στα μέτρα των παιδιών της και όλο σκούπιζε με ένα μαντηλάκι τα κλαμένα της μάτια, πιθανότατα έχει φύγει κουβαλώντας εκείνο το ανεπούλωτο τραύμα στη φόδρα της ψυχής της, όπως πλείστα των πλασμάτων της γενιάς της. Εμείς, πλάσματα μιας βαριά τραυματισμένης εφηβείας, ισορροπούμε στο σκουριασμένο συρματόσκοινο ανατριχιαστικών ιαχών, για τον Μακάριο, τον Γρίβα και την Ένωση, που όταν τις δεις γραμμένες σήμερα στους γέρικους τοίχους του περίκλειστου Βαρωσιού αντιλαμβάνεσαι ότι της ύβρεως το απεχθές πρόσωπο αναβιώνει, τώρα στις λάσπες του Πουρνάρα.  Εκεί στο κέντρο πρώτης υποδοχής αιτητών ασύλου στην Κοκκινοτριμιθιά. Σε εκείνο το περιφραγμένο  κολαστήριο που δημιουργήθηκε για να φιλοξενήσει προσωρινά 600 πρόσφυγες από εμπόλεμες ζώνες της Μέσης Ανατολής βρίσκονται σήμερα στοιβαγμένοι 2500 που εκτός από τη Συρία και το Ιράκ έχουν φτάσει από το Αφγανιστάν και χώρες της Αφρικής. Κοιμούνται οι πλείστοι σε αντίσκηνα, στο έδαφος, με μερικές κουβέρτες και με το κρύο να σπάει κόκαλα. Μικρά και μεγάλα παιδιά διαβιούν σε απαράδεκτες συνθήκες. Οι τουαλέτες είναι αηδιαστικές, βοθρολύματα παντού και το μπάνιο δύσκολο πράμα.  «Πραγματικά οι συνθήκες είναι απάνθρωπες, δεν θα ήθελε κανένας να διαβιώνει σε τέτοια κατάσταση», δήλωσε η βουλεύτρια του  ΔΗΣΥ, Ρίτα Σούπερμαν, για να χρησιμοποιήσω λόγια πολιτικού της κυβερνητικής παράταξης. Πρόσθεσε μάλιστα ότι , «δεν υπάρχει η δυνατότητα να βοηθήσουμε όλους αυτούς τους ανθρώπους όσο και να το θέλουμε και πρέπει να δώσουμε μεγάλη σημασία στην πρόληψη και στο πώς θα σταματήσουμε αυτές τις ροές προς τη χώρα μας. Ναι, οι γύρω κοινότητες έχουν πρόβλημα. Μας έχει αναφερθεί ότι άτομα κάνουν πορνεία στους δρόμους των κοινοτήτων και ότι στο “Πουρνάρα” υπάρχει και πρόβλημα χρήσης ναρκωτικών». Όταν υπάρχει πρόβλημα με πολλούς αλλοδαπούς που φτάνουν στο κέντρο, αλλά αναγκάζονται να μένουν έξω από αυτό, στα χωράφια, πως να μην αναζητήσουν στοιχειώδη προστασία στις γειτονικές κοινότητες; Και πως να μην διαμαρτύρεται ο κόσμος. Φυσικά θα μπορούσαν οι κοινότητες με τη συνδρομή του κράτους να βοηθήσουν. Είναι πλάσματα που ψάχνουν από κάπου να πιαστούν να βγάλουν τις παγωμένες χειμωνιάτικες νύχτες. Κι αν δεν κινηθεί μια συντεταγμένη αρχή, ναι θα δημιουργηθεί κύκλωμα πορνείας και κύκλωμα ναρκωτικών και πολλά άλλα κυκλώματα από τη στιγμή που η κυβέρνηση δεν προχωρεί με ένα πρόγραμμα ενσωμάτωσης. Οι τρεις και οι τέσσερις και οι δέκα χιλιάδες μεταναστών μια χαρά θα εντάσσονταν στην αγορά εργασίας στα χρόνια που περιμένουν την κυβέρνηση να εξετάσει τις αιτήσεις τους, μόνο τη γλώσσα να τους διδάσκαμε! Αντί αυτού, ο υπουργός Εσωτερικών που αρνείται ακόμα και να δει την Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων της Βουλής, προσπαθεί να πείσει τον πολίτη ότι για τη φτώχια και τη δυσπραγία που του φόρτωσε η κυβέρνηση φταίει το μεταναστευτικό. Κι αυτό άσχετα αν στις σχετικές εκθέσεις τους για το μεταναστευτικό της Κύπρου, τα Η.Ε. και το Συμβούλιο της Ευρώπης, διατυπώνονται σφοδρές επικρίσεις κατά της χώρας μας για τις παράνοµες επαναπροωθήσεις και τις συνθήκες αντιμετώπισης και φιλοξενίας των αιτούντων άσυλο… σαν τους πρόσφυγες που δεν έχουνε μες στον ήλιο μοίρα!

paraschos.andreas@gmail.com 

Ελεύθερα, 19.12.2021.