Τι είναι το ωραίο; Μια όμορφη κοπέλα; Το χρυσάφι; Κάτι ωφέλιμο ή ταιριαστό; Αυτό είναι το αντικείμενο του πρώιμου Πλατωνικού διαλόγου Ιππίας μείζων, ενός έργου του οποίου η αυθεντικότητα είχε στο παρελθόν αμφισβητηθεί, για να αποκατασταθεί από τους περισσότερους μελετητές τον 20ό αιώνα . Πρόκειται για έναν διάλογο «περί ωραίου», όπου ο πρωταγωνιστής των Πλατωνικών έργων, Σωκράτης, από την αρχή έως το τέλος δεν σταματά να ειρωνεύεται τον σοφιστή Ιππία, τον οποίο χαιρετά με την προσφώνηση «ο ωραίος και σοφός Ιππίας». Σε όλο το έργο ο Ιππίας γελοιοποιείται. Παρουσιάζεται αλαζονικός και αφελής, σαν να μην αντιλαμβάνεται τον ειρωνικό και συνάμα περιπαικτικό τρόπο με τον οποίο τον αντιμετωπίζει ο Σωκράτης και απαντά με σοβαρότητα αλλά και υπεροψία λόγω της ευρείας αναγνώρισής του ως σοφιστή στον ελλαδικό χώρο. 

Η συζήτηση στην αρχή περιστρέφεται γύρω από τα χρήματα που έχει αποκτήσει ο Ιππίας, ο οποίος περηφανεύεται για τα οφέλη της σοφιστικής, σε σημείο που να λέει ότι αν ήξερε ο Σωκράτης πόσα «αργύρια» έχει αποκομίσει θα έμενε άναυδος. Ο Σωκράτης τον αφήνει να διηγείται, πώς έβγαλε εκατόν πενήντα μνες στη Σικελία και είκοσι στην Ινυκό, ώστε να καταλήξει στο συμπέρασμα, εμμένοντας να ειρωνεύεται τον ανυποψίαστο σοφιστή, ότι «ο ορισμός επομένως του σοφού είναι όποιος αποκομίζει τα περισσότερα χρήματα». (283b) 

Από εδώ και πέρα ξεκινά η αποδόμηση των Σοφιστών μέσα από την Πλατωνική παρουσίαση του πλουσιοτέρου όλων, Ιππία. Η συζήτηση μεταφέρεται στη Σπάρτη, όπου ο Ιππίας συχνά ταξιδεύει. Θα μπορούσε ο Ιππίας να κάνει καλύτερους τους γιους των Σπαρτιατών, όπως έπραξε με τους γιους των Ινυκίνων; Ο διάλογος είναι ζωηρός. Η σκέψη του Σωκράτη καθοδηγεί τις απαντήσεις του Ιππία, που θεωρεί ότι ο Σωκράτης είναι με το μέρος του και δεν του φέρνει αντιρρήσεις. Τι έχει διδάξει στους Λακεδαιμόνιους; Η Σπάρτη είναι από τις πόλεις με καλούς νόμους, επομένως τιμά την αρετή. Ο σοφιστής παραδέχεται ότι δεν μπορεί να τους διδάξει ούτε αστρονομία, ούτε γεωμετρία, ούτε μαθηματικά. Ούτε γράμματα και αρμονίες. Μόνο γενεαλογίες για κατορθώματα ηρώων και ανθρώπων, τις οποίες ο Ιππίας μελέτησε αναγκαστικά. Δεν δυσκολεύτηκε όμως γιατί έχει «μνημονικό». Ο Σωκράτης τον παρομοιάζει με τις γιαγιάδες που λένε παραμύθια στα παιδιά, γι’ αυτό και οι Λακεδαιμόνιοι τον «χαίρονται». 

Ο Ιππίας, χωρίς να αντιλαμβάνεται τον υπαινιγμό του Σωκράτη, απαντά ότι είχε επιτυχία η ανάλυση των «ωραίων ασχολιών» που έκανε στη Σπάρτη με αποτέλεσμα να επαναλάβει τον ίδιο λόγο στην Αθήνα, αλλά η αφορμή για την ανεύρεση του ορισμού του ωραίου (έπειτα από τη μεγάλη παράταση της αποδόμησης της προσωπικότητας του Ιππία), έχει δοθεί. Ωστόσο, ο Σωκράτης δεν ερωτά ο ίδιος. Εφευρίσκει ένα φανταστικό πρόσωπο που είχε δυσκολέψει τον ίδιο με την ερώτησή του και καλεί τον Ιππία να αντικρούσουν μαζί τον άντρα, καθώς «λόγω της ανικανότητάς του δεν κατάφερε να του απαντήσει». Ο Ιππίας έχει έρθει την κατάλληλη στιγμή για να διδάξει τον Σωκράτη και να τον απαλλάξει από τη γελοιοποίηση. 

Οι δύο άντρες ξεκινούν από κοινού την αναζήτηση του ορισμού του ωραίου, με τον Ιππία να δίνει τον πρώτο ορισμό όχι για το «τι είναι το ωραίο» αλλά «τι είναι ωραίο» καθώς για τον ίδιο η διαφορά μεταξύ των δύο είναι ασήμαντη. Για τον Ιππία λοιπόν, «μια ωραία κοπέλα είναι κάτι το ωραίο» (παρθένος καλὴ καλόν). 

Με τις προκλήσεις του ξένου (που υποδύεται ο Σωκράτης) ακολουθούν πολλοί ορισμοί του ωραίου, χωρίς ποτέ να βρεθεί ένας γενικός ορισμός. Για τον Ιππία όλα αυτά είναι ανοησίες και φλυαρίες. Αντιθέτως, ο Σωκράτης έχει ωφεληθεί από τη συζήτηση με τους «δύο» συνομιλητές του, που μια ακόμη φορά αποδεικνύει την άγνοιά του. Εξάλλου, όπως παραδέχεται στο τέλος, «τα ωραία είναι δύσκολα» (χαλεπὰ τὰ καλά).

*Η δρ Έλσα Νικολαΐδου διδάσκει Φιλοσοφία στο Med High.